(πηγή) |
πηγή: Radical Desire
Μια φορά και ένα καιρό, ήταν ένας μπούφος, εργατικός αλλά φτωχός, και αυτό το τελευταίο τό 'φερε βαρέως.
Μια μέρα, περνάει κάτω απ' το κλαδί του μια αλεπού. "Μπούφο", τού λέει, "τι γίνεται; Πώς πάει η ζωή;"
"Χάλια, κυρ αλεπού, χάλια, όλο δουλεύω και όλο χρωστάω και δεν έχω να θρέψω την γυναίκα μου και τα παιδιά μου όπως παλιά."
"Α, μπούφο," του λέει η αλεπού, "δεν το ξέρεις ότι αυτά με τις δουλειές είναι ξεπερασμένα και σε πάνε πίσω; Η κοινωνία έχει πλέον αλλάξει, και συ προσπαθείς ακόμα με τούτα τα παλιά μέσα να φτιάξεις τη ζωή σου;"
"Μα, υπάρχουνε καινούργια δηλαδή;" είπε ο μπούφος.
"Βεβαίως," απαντά η αλεπού. "Να παίζεις το λαχείο."
"Μα", λέει ο μπούφος, "το λαχείο μπορεί και να μην το κερδίσω, ενώ με τη δουλειά κάτι μπορώ να εξασφαλίσω, όσο λίγο και να ναι."
"Ανοησίες", λέει η αλεπού. "Στην νέα κοινωνία, όλοι όσοι παίζουν λαχείο κερδίζουν, φτάνει να το πιστέψουν. Λέγεται 'αυτοκαθορισμός' αυτό, δεν το ξέρεις;"
"Καλά", λέει ο μπούφος, "μεθαύριο που θα χω λίγο χρόνο απ' τη δουλειά, να πάω να παίξω ένα λαχείο."
"Α, όχι!" απαντά η αλεπού. "Τη δουλειά πρέπει να την παρατήσεις για να παίξεις λαχείο. Δεν γίνονται και τα δυο. Ή το ένα ή το άλλο."
"Και γιατί αυτό;" ρωτάει τότε ο μπούφος.
"Γιατί η δουλειά είναι κάτι που εφεύραν κάποιοι επιτήδειοι για να σε εμποδίσουν να παίζεις λαχεία, φυσικά. Άσε που σε εκμεταλλεύονται κιόλας και ζουν και αυτοί απ' τον κόπο σου. Για αυτό δεν θέλουν να σε δουν να λευτερώνεσαι ως μπούφος απ΄ τις παλιές σου προκαταλήψεις, για αυτό δεν θέλουν να δεις τις ατελείωτες προοπτικές του λαχείου: γιατί μετά δεν θα θες να ξαναπάς στη δουλειά." Αυτό είπε η αλεπού με ύφος περισπούδαστο και φλογερά επαναστατικό.
"Α, μάλιστα, εντάξει τότε!" είπε ο μπούφος, παράτησε τη δουλειά, και το ριξε στα λαχεία. Και έτσι πέρασε ο καιρός και η οικογένεια των μπούφων, έχοντας συναινέσει να ζει με λοταρία, άρχισε αυστηρότερη δίαιτα μέχρι να κερδηθεί το λαχείο γιατί φαγητό πια δεν έμπαινε ούτε το λίγο που έμπαινε παλιότερα στο σπίτι. Και μέχρι να ρθει η άνοιξη είχε όλη αδυνατίσει τόσο πολύ, που πεφτε κάτω στο έδαφος καθώς προσπαθούσε να πετάξει.
Και έτσι γέμιζε το δάσος ημιθανείς μπούφους, γέμιζε και την κοιλίτσα της άκοπα η πάντα πεινασμένη αλεπού, η οποία χαμογέλαγε γιατί είχε παίξει επίσης λαχείο, μόνο που το δικό της λεγόταν "μπούφος."
Και έτσι γέμιζε το δάσος ημιθανείς μπούφους, γέμιζε και την κοιλίτσα της άκοπα η πάντα πεινασμένη αλεπού, η οποία χαμογέλαγε γιατί είχε παίξει επίσης λαχείο, μόνο που το δικό της λεγόταν "μπούφος."
!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή