Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

Για εμάς τόποι διακοπών, για χιλιάδες άλλους τόποι θανάτου...






Οι φωτογραφίες αναρτήθηκαν χθες στη σελίδα "Πραγματική Δημοκρατία Τώρα!" από τον Manos Krokos. Είναι πιθανότατα όλες από τις Ισπανικές ακτές και τις Κανάριες Νήσους όπου οι ναυαγοί και πνιγμένοι Αφρικανοί είναι πια καθημερινότητα. Συγγνώμη για την πρωινή φωτογραφική φρίκη αλλά βλέποντας τις, δεν μπορούσα να πω "γνωστά αυτά" και να πάω για ύπνο.

Μέσα σε 5 μόλις μήνες (στοιχεία Γενάρη - Μάη 2011) έχουν πνιγεί πάνω από 1400 μετανάστες και πρόσφυγες στη Μεσόγειο. Mόνο τον Μάη πνίγηκαν 600 άνθρωποι στην προσπάθειά τους να φτάσουν σε κάποια ευρωπαϊκή ακτή... Κι αυτά τα τερατώδη νούμερα (αν και ένας να ήταν πάλι φρίκη θα ήταν αλλά εδώ μιλάμε για απίστευτη τραγωδία), αυτά τα νούμερα λοιπόν είναι τα επίσημα που έδωσε στη δημοσιότητα στις 7 Ιούνη ο Επίτροπος για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης Τόμας Χάμαρμπεργκ... Σκεφτείτε πόσοι άλλοι δεν έχουν ποτέ βρεθεί και καταχωρούνται (από τις μαρτυρίες των διασωθέντων) ως αγνοούμενοι...

Ο Χάμαρμπεργκ κάλεσε τότε τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις "να σεβασθούν την θεμελιώδη αρχή με βάση την οποία απαιτείται η διάσωση των ανθρώπων στη θάλασσα". Αντίθετα η Ευρώπη "ασχολείται περισσότερο με το να εμποδίζει τους μετανάστες να φθάσουν στις ακτές της παρά με το να σώσει τις ζωές τους"

Πρόκειται για μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση και η Ευρώπη σφυρίζει αδιάφορη στον ρυθμό των οίκων αξιολόγησης και των CDS... Πόσο δίκιο είχε ο Κ. Καναβούρης όταν έγραφε πως δεν είναι στόχος απλά η κοινωνική απορρύθμιση αλλά με εργαλείο την καταστροφή στόχος είναι η "νεκρική ησυχία των σπλάχνων, ώστε να πάψει να υφίσταται η συνείδηση της ομορφιάς του κόσμου. Και η αντικατάστασή της από ένα ά-σχημο, ανερμήνευτο φοβικό γεγονός."


.-.-.-.  


- Και μη νομίζετε πως συμβαίνουν μόνο αλλού... Πόσοι και πόσοι ναυαγοί δεν έχουν ξεβραστεί στις ακτές που κάνουμε τις διακοπές μας, πόσα όνειρα ζωής δεν πνίγηκαν εκεί που κολυμπάμε, πόσα κουφάρια σαπισμένα και μισοφαγωμένα δεν έχει κατεβάσει ο Έβρος:

(πηγή)
Aπομεινάρι θαυμαστό ερμιάς και μεγαλείου,
όμορφε ξένε και καλέ και στον ανθό της νιότης,
άμε και δέξου στο γιαλό του δυνατού την κλάψα
(από τον «Πόρφυρα» του Διονυσίου Σολωμού)

"Δεν ξέρω πόσο όμορφοι ήταν οι τρεις νεαροί μετανάστες που βρέθηκαν πνιγμένοι στον Έβρο κάνα μήνα πριν. Δεν θα το μάθουμε ίσως ποτέ — οι δυο σε κατάσταση προχωρημένης σήψης κι ο άλλος παραμορφωμένος από δαγκωματιές ψαριών. Γυμνοί, έτοιμοι για να περάσουν την Αχερουσία τους, άραγε θα τους δεχτεί ο Αχέροντας χωρίς το νόμισμα ανάμεσα στα δόντια τους; Σκέφτομαι μέρες τώρα τους τρεις αυτούς ανθρώπους. Κι εκείνους που πνίγηκαν για να ξεφύγουν μέσα στο λιμάνι της Σούδας και τους άλλους, που δεν θα βρούμε ούτε τα σώματα τους, εκείνους που η θάλασσα τους έγινε κοιμητήριο.

Ξέρω τι θα μου πείτε, ξέρω τις εξηγήσεις: η λαθρομετανάστευση, οι άνθρωποι που φεύγουν από την Τουρκία, οι συνθήκες που τους αναγκάζουν, η ανάγκη προστασίας των συνόρων, ο φράχτης, η εγκληματικότητα… Τα ξέρω όλα. Μα είναι καιρό τώρα που μου τρώει το μυαλό αυτή η είδηση που πέρασε ανάμεσα στις άλλες. Δεν ήταν η πρώτη, ούτε προφανώς η τελευταία. Τα ξέρω όλα αυτά. Τα έχω πει, τα έχω ακούσει, τα συνήθισα. Μόνο που μοιάζει, όπως θα έλεγε κι ο ποιητής, όλα πια να τα έχουμε συνηθίσει. Και αυτά που είναι μακριά μας και αυτά που είναι δίπλα μας. Που θα θέλαμε να είχαν μείνει μακριά μας, να μη δοκιμάζουν τις σιγουριές μας, τις αντοχές μας, να μην αναστατώνουν τις θεωρητικές μας βεβαιότητες, να μη μας «διχάζουν». Μόνο που τρεις άνθρωποι, ανάμεσα σε άλλους και σε άλλους, βρήκαν το θάνατο έτσι, έναν θάνατο φριχτό αναζητώντας τον δικό τους καλύτερο κόσμο."  (Βαγγέλης Καραμανωλάκης, Αυγή)


.-.-.-. 


- Κι ο Αριστείδης Καλαργάλης (Αυγή) θυμίζει σε όσους εύκολα ξεχνούν, πόσο δική μας είναι αυτή η τραγωδία και πως Τέρατα και Άνθρωποι υπήρχαν πάντα: 

Συσσίτιο προσφύγων, Επάνω Σκάλα Μυτιλήνης
"Στέκομαι πλάι στο άγαλμα της μικρασιάτισσας Μάνας, στην Επάνω Σκάλα της Μυτιλήνης. Τη γειτονιά των προσφύγων. Κοιτώ τη φουρτουνιασμένη θάλασσα. Σφαλώ τα μάτια και βλέπω τα καΐκια και τις βάρκες κατάφορτα με πρόσφυγες του 1914, του 1922. (...)
 
Στήθηκαν παράγκες και σκηνές, στις αυλές των σχολειών, στα τζαμιά, στις αλάνες. Φτιάχτηκαν υπαίθρια κουζινιά, στήθηκαν νοικοκυριά. Μια παράγκα ή ένα δωμάτιο έγινε το νέο σπίτι. Έπρεπε να τα χωρέσει όλα. (...) Δημιουργήθηκαν συσσίτια, από Επιτροπές βοήθειας ντόπιων (...).

Σιγά-σιγά άρχισαν να κάνουν κάποια μεροκάματα, στις δουλειές που δεν έκαναν οι ντόπιοι. Φθηνά χέρια για τα βυρσοδεψεία, τα ελαιοτριβεία, τα σαπωνοποιεία, τη γη, τη θάλασσα. Ν’ ανοίγουν μικρομάγαζα, με το πρώτο περίσσευμα και την τέχνη τους. Από κοντά κι η ζητιανιά, η αλητεία, η πορνεία, η κλεψιά. (...)

- Άνοιξαν σπίτια και δέχτηκαν κόσμο κατατρεγμένο, με φοβισμένο μάτι. Ήταν τ’ αδέρφια μας.  
- Σφάλισαν παντζούρια κατάμουτρα, κυνηγήθηκαν, οι τουρκόσποροι είπαν.

Κάπως έτσι μπήκαν τα όρια. Άυλα, νοερά, στο νου, στις προσταγές και στα απαγορεύεται. Από δω η πόλη, το χωριό. Από κει ο Συνοικισμός, τα προσφυγικά. Το καλό και το κακό κι ανάμεσά τους το σύνορο.

Όμορφα είναι όταν εξετάζεις τα γεγονότα από τη μεγάλη απόσταση του ενός αιώνα. Και τότε υπήρχαν φωνές σωφροσύνης, που μάλλον θα κατηγορήθηκαν ως ανατρεπτικές και περιθωριακές. Η εφημερίδα Σάλπιγξ, της Λέσβου, προτρέπει στις 1.6.1914: 
«Ανοίξατε, ω πλούσιοι κι αβροδίαιτοι Μυτιληναίοι τα μέγαρά σας και τας επαύλεις σας τας μεγαλοπρεπείς και στεγάσετε τον διωκόμενο ελληνισμό της Μικράς Ασίας, ο οποίος είναι σαρξ εκ της σαρκός σας και οστούν εκ των οστέων σας. […] Δότε στέγην εις αυτούς, αφού δεν βλέπομεν να δίδετε τίποτε άλλο. Είναι θηριωδία να κοιμώνται τόσοι εις το ύπαιθρον, ενώ μένουσιν κλεισταί τόσαι εξοχικαί οικίαι. Άραγε περιμένομεν να τας ανοίξη ο λαός θραύων τας θύρας;». 
Αλλά και απάνθρωπες απόψεις, όπως αυτή του Γενικού Διοικητή Λέσβου τον Αύγουστο του ’22: 
«Καλά ας κάθονται αυτού, δεν θα δημιουργήσουμε εκ δευτέρου προσφυγικόν ζήτημα». 
Έτσι έμειναν «αυτού», στα παράλια της Μικράς Ασίας, νεκροί, χιλιάδες Μικρασιάτες γιατί δεν πρόστρεξαν πλεούμενα για βοήθεια.

Έπεσε λίγο ο αέρας. Τώρα θα ξεμυτίσουν από το μπουγάζι τ’ Αϊβαλιού τα λογής-λογής πλεούμενα, γεμάτα απόκληρους του 21ου αιώνα. Όσοι φτάνουν στα μυτιληνιά ακρογιάλια νομίζουν ότι είναι στον Παράδεισο του νου τους, στην Ευρώπη. Εξάλλου σ’ όποιο δημόσιο κτίριο κι αν τους πάνε θα δούνε την πολυάστερο σημαία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Όμως από δω πρέπει να γίνει το νέο ταξίδι. Χρειάζεται ένα χαρτί με στρογγυλή σφραγίδα. Να μαζευτούν λεφτά, είτε πουλώντας μικροαντικείμενα, είτε ζητιανεύοντας έξω από τα πολυκαταστήματα. Το χωνευτήρι της Αθήνας είναι ο επόμενος προορισμός. (...)

Στο γύρισμα του νέου αιώνα, στα ίδια μέρη, στα ίδια νερά, γράφεται η συνέχεια της μεταναστευτικής πορείας του ανθρώπου.  

Με διαλυμένα πλεούμενα, σαπιόβαρκες, ξύλινες, πλαστικές, φουσκωτά. Γεμάτα ως τα πάνω, νέοι επιβάτες. Πρόσφυγες, οικονομικοί μετανάστες ηπιότερα, λαθρομετανάστες το συνηθέστερο.  

Διχασμένοι οι άνθρωποι της καθημερινότητας. Ο άγνωστος, ο φόβος του άλλου, του ξένου. Οι μαυριδεροί, οι Ασιάτες είναι διαφορετικοί είναι αλλιώτικοι.

Αλλιώτικοι ήταν κάποτε κι οι Μικρασιάτες. Αλλιώτικοι ήταν, ως τα πρόσφατα χρόνια, κι οι Αλβανοί, αλλιώτικοι κι οι Έλληνες της Αμερικής. Έκαναν του κόσμου τις δουλειές, φτηνά, χωρίς πολλές κουβέντες. 

Ήρθε όμως η ώρα της αλλαγής. Σαν το ποδόσφαιρο ή τις αρχαίες αρένες. 

Νέοι κατατρεγμένοι. Πάντοτε με τα ίδια βρεγμένα όνειρα να βγαίνουν σ’ ένα ακρογιάλι, κι από κει σ’ άλλο νησί, στη χώρα της καλύτερης ζωής.
πάνω το τότε ('Διωγμός', της Άννας Κινδύνη), κάτω το σήμερα (του Giacomo Cardelli)

Όμως, μερικές φορές, το όνειρο, σταματά στη μέση της θάλασσας, σε μια άγνωστη ακτή, σ’ ένα θάλαμο αναμονής φιλάνθρωπων. Και επιστρέφουν στη γη, γίνονται χους σε μια ξένη χώρα, σε μια γειτονιά που δεν γνώρισαν. Είναι οι Αφανείς του συνοικιακού νεκροταφείου."

Τάφος άγνωστου μετανάστη, με τη φράση «Αφανός», που στη συνέχεια κάποιος, προσθέτοντας
ένα γάμα, διόρθωσε σε «ΑφΓανός». Φωτογραφία του Μπάμπη Στυλιανίδη, 2007.

.-.-.-.-.-.-.


- Προσεκτικά λοιπόν στις διακοπές. Μη χαλάσουμε (για καμιά ωρίτσα δηλαδή) την ζαχαρένια μας. Εμείς οι Μακάααριοι Δυτικοί των Δικαιωμάτων και του Ανθρωπισμού... 

Ειδικά εκεί στις απόμερες ακτές, μπορεί να βρεθούμε φάτσα με φάτσα με το αληθινό και αποτρόπαιο πρόσωπο του πολιτισμού μας...
του Δημήτρη Γεωργοπάλη
του Enrico Bertuccioli

3 σχόλια:

  1. βαθειά ανθρώπινη γραφή, με συγκίνησε σε υπέρτατο βαθμό. Γίναμε απάνθρωποι, χάσαμε το βαθύτερο νόημα της ζωής και την αξία που έχει η κάθε ανάσα
    ζωντανού πλάσματος. Είμαι πολύ συγκινημένη για να σκεφτώ...πονούν τα σπλάχνα μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. to thema einai pios ftaiei giauto.pios tois fenei ktlp.fysika xeroume.oi pagkosmiopiites gia na rimaxoun ta ethnoi kai gia ftina egatika heria is varos tou ntopiou ergazomenou.min kitame to dendro kai hanoume to dasos.prokite gia mia kalostimeni mihani.ola ta alla einai ek tou ponirou.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ανώνυμε/η α' --- Ευχαριστώ για το σχόλιο...

    Ανώνυμε/η β' --- Το ποιος έχει την ευθύνη το δείχνει συνοπτικά το προτελευταίο σκίτσο. Το "να μην κοιτάμε όμως το δέντρο" που λες ακούγεται απάνθρωπο... Ώσπου να έρθει η παγκόσμια επανάσταση αδιαφορούμε για τον χαμό τόσων χιλιάδων ανθρώπων γιατί, τι να κάνουμε, είναι οι παράπλευρες απώλειες μιας καλοστημένης μηχανής που θα πάψουν όταν (κι αν) πάψει; Ελπίζω κάτι άλλο να ήθελες να πεις...

    ΑπάντησηΔιαγραφή