Δευτέρα 9 Απριλίου 2012
Πέμπτη 5 Απριλίου 2012
Λαϊκίζοντας χωρίς ντροπή
Кроткая
Η αυτοκτονία δεν είναι λύση. Λύση είναι η ζωή. Η αυτοκτονία είναι διέξοδος για την απελπισία και οπωσδήποτε επιλογή άξια σεβασμού. Στο κάτω κάτω είναι η μοναδική επιλογή που βλάπτει αποκλειστικά το δράστη: η επιτομή της αυτοδιάθεσης, εν τέλει.
Οι αμέτρητες φλυαρίες στις οποίες όλοι θα επιδοθούν για την κοινωνία μας που πώς έχει γίνει έτσι, που οδηγεί τους ανθρώπους στην αυτοχειρία και την απελπισία. Οι κομμένες γέφυρες, οι αποκλεισμένοι δρόμοι, τα αδιέξοδα, θες οικονομικά, θες κοινωνικά, θες πνευματικά. Μπλα μπλα μπλα. Σα να ακούω ακόμα και την Σία ή την Όλγα να τα λένε. Κελ ορρέρ!
Εκτός λοιπόν από κοινοτυπίες, έχεις να πεις τίποτα άλλο; Έχεις να κάνεις κάτι; Κάτι, οτιδήποτε, έστω μικρό. Μη γελιέσαι, στο κάτω κάτω της γραφής, αυτή δεν ήταν η πρώτη αυτοκτονιά της κρίσης, ίσως και να το έχεις ακούσει. Εκατοντάδες οι αυτόχειρες τα τελευταία δυο χρόνια. Αυτή ήταν μάλλον η πιο θεαματική, αλλά νταξει, τα’χουμε αυτά τα θεατρικά εμείς στη Μεσόγειο. Είμαστε δραματικοί τύποι. Αυτό που σοκάρει είναι ακριβώς η επιλογή της «σκηνοθεσίας» αυτής της αυτοκτονίας. Άλλοι απλά έπεσαν από ένα μπαλκόνι ή έριξαν μια σφαίρα στον κρόταφο. Απλά, παστρικά, ήσυχα, χωρίς σκηνική παρουσία. Σε αυτή την περίπτωση, υπάρχει μια δραματικότητα, ένας συμβολισμός στον τόπο και τον τρόπο, κάτι που δε σε αφήνει να αποστρέψεις το βλέμμα και να καθησυχαστείς αντιμετωπίζοντας το σαν έναν ακόμη αριθμό. Έρχεται και στρογγυλοκάθεται μπροστά σου και σου λέει «κοίτα με, είμαι ένα πρόβλημα, είμαι ένα σοβαρό πρόβλημα, μάλλον είμαι το πρόβλημα, τι θα γίνει, θα κάνεις τίποτα;».
Κι απλά δεν μπορείς να σηκώσεις τα μάτια σου από κει, δεν μπορείς απλά να κουνήσεις το κεφάλι με αποτροπιασμό, τσκ τσκ τσκ, πού έχουμε φτάσει, ζούγκλα γίναμε, ποιος να τό’λεγε και τα τοιαύτοια, και μετά να συνεχίσεις να πλένεις τα πιάτα σου ή να συμπληρώνεις το εξελόφυλλο, λέωγωτώρα. Όχι. Θα στηλώσεις τα μάτια εκεί, στο κέντρο του προβλήματος, που είναι στο Σύνταγμα, που είναι το Σύνταγμα, είτε εννοείς την πλατεία, είτε εννοείς το θεσμό, κοίτα το, είναι εκεί και περιμένει να κάνεις κάτι. Να αποφασίσεις επιτέλους για τη ζωή σου, να αντιδράσεις, να δείξεις αλληλεγγύη, να σταθείς στα πόδια σου επιτέλους, και να βοηθήσεις και τους διπλανούς να σταθούν. Να σκοτώσεις ρε φίλε, τελικά, το σκυφτό ανθρωπάκι που ήσουν μέχρι χτες, γιατί απλά πλέον, αν μπορείς να συνεχίσεις να είσαι το ίδιο σκυφτό ανθρωπάκι, να το ξέρεις, κάποιος κάποτε θα γυρίσει να σε φτύσει: κι είναι πάρα πολύ πιθανό αυτός ο κάποιος να είναι το παιδί σου.
Μη με παρεξηγείς, δεν έχω καμία όρεξη να σου φορτώνω ενοχές, αυτά είναι ωραία σπορ για ελληνίδες μαμάδες, εγώ μαμά δεν είμαι, κι όσο για ελληνίδα, το κουβεντιάζουμε αν θες. Δεν με ενδιαφέρουν καν οι ενοχές, είναι μια μλκία κ μισή, ένας καλός τρόπος να πλουτίζουν οι φαρμακευτικές τελικά. Ούτε και δυσανάλογες για τα κυβικά σου ευθύνες δεν θέλω να σε φορτώσω. Δεν αναζητώ ήρωες. Δε με ενθουσίασαν ποτέ, εκτός ίσως από όταν ήμουν 15. Αναρωτιέμαι τι να έγιναν οι άνθρωποι, απλά. Κι ούτε καν, σβήστο. Δεν υπάρχουν άνθρωποι καν πλέον. Δεν είναι θέμα ανθρώπων, καλοσύνης, χριστιανικών αξιών και ανθρωπιστικών ευαισθησιών, να τελειώνουμε πλέον με αυτή την παραμύθα, πολύ κράτησε το αστείο. Υπάρχουν αυτοί κι εμείς. Τόσο απλά. Και το εμείς, πες το ταξικό, εγώ λέω να το πω έτσι, αλλά άμα σε χαλάει η «ξύλινη» ορολογία, πες το κοινωνικό, δεν θα τα χαλάσουμε εκεί.
Το ζήτημα είναι πως το τυπάκι πήγε και αυτοκτόνησε στο Σύνταγμα, ενώ πιο πριν το Σύνταγμα είχε πολλάκις καεί, σοδομιστεί, ξεσκιστεί, τσαλαπατηθεί και εξευτελιστεί χειρότερα κι από τα μελαμψά κοριτσάκια που εκδίδονται στη Σωκράτους και στην Πατησίων –και που κάποιους τους ενοχλούν, που για κάποιους, αυτά τα κοριτσάκια είναι το πρόβλημα, ξεφεύγω, το ξέρω, είναι που είμαι κι εγώ υπό το ίδιο σοκ, όσο κι εσύ. Στο θέμα μας λοιπόν, το Σύνταγμα έχει βανδαλιστεί ανερυθρίαστα και ασυστόλως και εξακολουθώ να εννοώ και την πλατεία και τον θεσμό. Κι όμως, μοιάζει αυτό να μην αρκεί, γιατί –λένε κάποιοι- πρέπει να τιμήσουμε τις υποχρεώσεις μας: κάποτε για τιμή μας μάς πούλαγαν ένα όνομα (που το έχουμε ήδη ξεχάσει προφανώς). Τώρα για τιμή μας, ρε φίλε, μας πουλάνε ένα χρέος, που δεν είναι καν δικό μας. Κι ούτε κι αυτό μοιάζει να αρκεί. Ούτε η θεαματική αυτοκτονία μοιάζει να αρκεί. Πάλι,ας πούμε στην Πρωτομαγιά ή στην επόμενη απεργία, λέωγωτώρα, θα κατέβουν κάτω οι γνωστές χιλιάδες που είτε δεν είναι αρκετές, είτε δεν είναι αρκετά αποφασισμένες, είτε δεν έχουν πλάνο, είτε δεν τα βρίσκουν, πάντως μλκ μου, αυτός ο τραπεζίτης ακόμα σε κυβερνάει, αυτοί οι τραπεζίτες ακόμα σε λένε τζάνκ και αποφασίζουν τι θα ξεπουλήσεις, πώς και για πόσα, κι άμα δε σ’αρέσει άντε βρες άλλο ντήλερ.
Ίσως να είναι που ακόμα έχουμε να χάσουμε περισσότερα από τις αλυσίδες μας. Ίσως να είναι που τελικά αυτή η θεραπεία του σοκ είναι καλά μελετημένη και το σχέδιο καλά οργανωμένο. Μπορεί να πεις πως είναι και η ανθρώπινη φύση που αρέσκεται στο βόλεμα. Ναι, θα σου πω. Κι εμένα μου αρέσει το βόλεμα. Σε ποιον δεν αρέσει. Απλά έτσι κι αλλιώς θα ξεβολευτείς βίαια, αν δεν το έχεις πάθει ήδη.
Το θέμα μας λοιπόν είναι ανοίξουμε τα μάτια καλά και να εντοπίσουμε ποιος είναι ο αντίπαλος, να τον κοζάρουμε για να υπολογίσουμε τι δυνατότητες έχει (πολλές, στο λέω). Και να αποφασίσουμε, κυρίως, ποια ζωή θέλουμε να ζήσουμε. Και να καταστήσουμε σαφές σε αυτόν τον αντίπαλο, πως αυτή τη ζώη θα ζήσουμε, είτε του αρέσει, είτε όχι, όσοι κι αν αυτοκτονήσουν, όσα μάρμαρα κι αν σπάσουν, όσος χημικός πόλεμος κι αν εξαπολυθεί, όσες εκλογές κι αν δεν γίνουν, όσοι καραγκιόζηδες κι αν παρελάσουν από τις οθόνες εκτοξεύοντας συλλογικές ευθύνες και μέτρα, όσες προβοκάτσιες κι αν οργανωθούν. Όσα γραφτά κι αν θα κάψουν, όσες αλήθειες κι αν θάψουν.
Έχω ψιλοβαρεθεί να γράφω τα ίδια, παίζει να έχω γίνει και πολύ γραφική δηλαδή, αλλά η πραγματικότητα είναι μία και είναι αυτή, άλλη δεν έχει, και καιρός είναι να τα περάσουμε λίγο στο fast forward τα στάδια του πένθους, όχι άλλη άρνηση, όχι άλλη θλίψη. Και, αντιθέτως από τα αληθινά στάδια του πένθους, όχι άλλη αποδοχή.
Είναι που μιλάμε και για την Ελλάδα και οι αναγωγές στις κλασικές αναφορές είναι ψιλοαναπόφευκτες, όσο και τα βαρετά κλισέ. Αλλά σκέψου για λίγο το Σύνταγμα σαν σκηνικό θεάτρου, δείξε μου λίγο ποιος είναι ο Κρέων, ποιος είναι ο Αίμων, ποια η Ισμήνη και ποια η Αντιγόνη. Κι ας την αλλάξουμε την ιστορία του Σοφοκλή, λέωγωτώρα: να πεθάνει ο Κρέων, κι όχι η Αντιγόνη. Έτσι, γι’αλλαγή.
Η αυτοκτονία δεν είναι λύση. Λύση είναι η ζωή. Η αυτοκτονία είναι διέξοδος για την απελπισία και οπωσδήποτε επιλογή άξια σεβασμού. Στο κάτω κάτω είναι η μοναδική επιλογή που βλάπτει αποκλειστικά το δράστη: η επιτομή της αυτοδιάθεσης, εν τέλει.
Οι αμέτρητες φλυαρίες στις οποίες όλοι θα επιδοθούν για την κοινωνία μας που πώς έχει γίνει έτσι, που οδηγεί τους ανθρώπους στην αυτοχειρία και την απελπισία. Οι κομμένες γέφυρες, οι αποκλεισμένοι δρόμοι, τα αδιέξοδα, θες οικονομικά, θες κοινωνικά, θες πνευματικά. Μπλα μπλα μπλα. Σα να ακούω ακόμα και την Σία ή την Όλγα να τα λένε. Κελ ορρέρ!
Εκτός λοιπόν από κοινοτυπίες, έχεις να πεις τίποτα άλλο; Έχεις να κάνεις κάτι; Κάτι, οτιδήποτε, έστω μικρό. Μη γελιέσαι, στο κάτω κάτω της γραφής, αυτή δεν ήταν η πρώτη αυτοκτονιά της κρίσης, ίσως και να το έχεις ακούσει. Εκατοντάδες οι αυτόχειρες τα τελευταία δυο χρόνια. Αυτή ήταν μάλλον η πιο θεαματική, αλλά νταξει, τα’χουμε αυτά τα θεατρικά εμείς στη Μεσόγειο. Είμαστε δραματικοί τύποι. Αυτό που σοκάρει είναι ακριβώς η επιλογή της «σκηνοθεσίας» αυτής της αυτοκτονίας. Άλλοι απλά έπεσαν από ένα μπαλκόνι ή έριξαν μια σφαίρα στον κρόταφο. Απλά, παστρικά, ήσυχα, χωρίς σκηνική παρουσία. Σε αυτή την περίπτωση, υπάρχει μια δραματικότητα, ένας συμβολισμός στον τόπο και τον τρόπο, κάτι που δε σε αφήνει να αποστρέψεις το βλέμμα και να καθησυχαστείς αντιμετωπίζοντας το σαν έναν ακόμη αριθμό. Έρχεται και στρογγυλοκάθεται μπροστά σου και σου λέει «κοίτα με, είμαι ένα πρόβλημα, είμαι ένα σοβαρό πρόβλημα, μάλλον είμαι το πρόβλημα, τι θα γίνει, θα κάνεις τίποτα;».
Κι απλά δεν μπορείς να σηκώσεις τα μάτια σου από κει, δεν μπορείς απλά να κουνήσεις το κεφάλι με αποτροπιασμό, τσκ τσκ τσκ, πού έχουμε φτάσει, ζούγκλα γίναμε, ποιος να τό’λεγε και τα τοιαύτοια, και μετά να συνεχίσεις να πλένεις τα πιάτα σου ή να συμπληρώνεις το εξελόφυλλο, λέωγωτώρα. Όχι. Θα στηλώσεις τα μάτια εκεί, στο κέντρο του προβλήματος, που είναι στο Σύνταγμα, που είναι το Σύνταγμα, είτε εννοείς την πλατεία, είτε εννοείς το θεσμό, κοίτα το, είναι εκεί και περιμένει να κάνεις κάτι. Να αποφασίσεις επιτέλους για τη ζωή σου, να αντιδράσεις, να δείξεις αλληλεγγύη, να σταθείς στα πόδια σου επιτέλους, και να βοηθήσεις και τους διπλανούς να σταθούν. Να σκοτώσεις ρε φίλε, τελικά, το σκυφτό ανθρωπάκι που ήσουν μέχρι χτες, γιατί απλά πλέον, αν μπορείς να συνεχίσεις να είσαι το ίδιο σκυφτό ανθρωπάκι, να το ξέρεις, κάποιος κάποτε θα γυρίσει να σε φτύσει: κι είναι πάρα πολύ πιθανό αυτός ο κάποιος να είναι το παιδί σου.
Μη με παρεξηγείς, δεν έχω καμία όρεξη να σου φορτώνω ενοχές, αυτά είναι ωραία σπορ για ελληνίδες μαμάδες, εγώ μαμά δεν είμαι, κι όσο για ελληνίδα, το κουβεντιάζουμε αν θες. Δεν με ενδιαφέρουν καν οι ενοχές, είναι μια μλκία κ μισή, ένας καλός τρόπος να πλουτίζουν οι φαρμακευτικές τελικά. Ούτε και δυσανάλογες για τα κυβικά σου ευθύνες δεν θέλω να σε φορτώσω. Δεν αναζητώ ήρωες. Δε με ενθουσίασαν ποτέ, εκτός ίσως από όταν ήμουν 15. Αναρωτιέμαι τι να έγιναν οι άνθρωποι, απλά. Κι ούτε καν, σβήστο. Δεν υπάρχουν άνθρωποι καν πλέον. Δεν είναι θέμα ανθρώπων, καλοσύνης, χριστιανικών αξιών και ανθρωπιστικών ευαισθησιών, να τελειώνουμε πλέον με αυτή την παραμύθα, πολύ κράτησε το αστείο. Υπάρχουν αυτοί κι εμείς. Τόσο απλά. Και το εμείς, πες το ταξικό, εγώ λέω να το πω έτσι, αλλά άμα σε χαλάει η «ξύλινη» ορολογία, πες το κοινωνικό, δεν θα τα χαλάσουμε εκεί.
Το ζήτημα είναι πως το τυπάκι πήγε και αυτοκτόνησε στο Σύνταγμα, ενώ πιο πριν το Σύνταγμα είχε πολλάκις καεί, σοδομιστεί, ξεσκιστεί, τσαλαπατηθεί και εξευτελιστεί χειρότερα κι από τα μελαμψά κοριτσάκια που εκδίδονται στη Σωκράτους και στην Πατησίων –και που κάποιους τους ενοχλούν, που για κάποιους, αυτά τα κοριτσάκια είναι το πρόβλημα, ξεφεύγω, το ξέρω, είναι που είμαι κι εγώ υπό το ίδιο σοκ, όσο κι εσύ. Στο θέμα μας λοιπόν, το Σύνταγμα έχει βανδαλιστεί ανερυθρίαστα και ασυστόλως και εξακολουθώ να εννοώ και την πλατεία και τον θεσμό. Κι όμως, μοιάζει αυτό να μην αρκεί, γιατί –λένε κάποιοι- πρέπει να τιμήσουμε τις υποχρεώσεις μας: κάποτε για τιμή μας μάς πούλαγαν ένα όνομα (που το έχουμε ήδη ξεχάσει προφανώς). Τώρα για τιμή μας, ρε φίλε, μας πουλάνε ένα χρέος, που δεν είναι καν δικό μας. Κι ούτε κι αυτό μοιάζει να αρκεί. Ούτε η θεαματική αυτοκτονία μοιάζει να αρκεί. Πάλι,ας πούμε στην Πρωτομαγιά ή στην επόμενη απεργία, λέωγωτώρα, θα κατέβουν κάτω οι γνωστές χιλιάδες που είτε δεν είναι αρκετές, είτε δεν είναι αρκετά αποφασισμένες, είτε δεν έχουν πλάνο, είτε δεν τα βρίσκουν, πάντως μλκ μου, αυτός ο τραπεζίτης ακόμα σε κυβερνάει, αυτοί οι τραπεζίτες ακόμα σε λένε τζάνκ και αποφασίζουν τι θα ξεπουλήσεις, πώς και για πόσα, κι άμα δε σ’αρέσει άντε βρες άλλο ντήλερ.
Ίσως να είναι που ακόμα έχουμε να χάσουμε περισσότερα από τις αλυσίδες μας. Ίσως να είναι που τελικά αυτή η θεραπεία του σοκ είναι καλά μελετημένη και το σχέδιο καλά οργανωμένο. Μπορεί να πεις πως είναι και η ανθρώπινη φύση που αρέσκεται στο βόλεμα. Ναι, θα σου πω. Κι εμένα μου αρέσει το βόλεμα. Σε ποιον δεν αρέσει. Απλά έτσι κι αλλιώς θα ξεβολευτείς βίαια, αν δεν το έχεις πάθει ήδη.
Το θέμα μας λοιπόν είναι ανοίξουμε τα μάτια καλά και να εντοπίσουμε ποιος είναι ο αντίπαλος, να τον κοζάρουμε για να υπολογίσουμε τι δυνατότητες έχει (πολλές, στο λέω). Και να αποφασίσουμε, κυρίως, ποια ζωή θέλουμε να ζήσουμε. Και να καταστήσουμε σαφές σε αυτόν τον αντίπαλο, πως αυτή τη ζώη θα ζήσουμε, είτε του αρέσει, είτε όχι, όσοι κι αν αυτοκτονήσουν, όσα μάρμαρα κι αν σπάσουν, όσος χημικός πόλεμος κι αν εξαπολυθεί, όσες εκλογές κι αν δεν γίνουν, όσοι καραγκιόζηδες κι αν παρελάσουν από τις οθόνες εκτοξεύοντας συλλογικές ευθύνες και μέτρα, όσες προβοκάτσιες κι αν οργανωθούν. Όσα γραφτά κι αν θα κάψουν, όσες αλήθειες κι αν θάψουν.
Έχω ψιλοβαρεθεί να γράφω τα ίδια, παίζει να έχω γίνει και πολύ γραφική δηλαδή, αλλά η πραγματικότητα είναι μία και είναι αυτή, άλλη δεν έχει, και καιρός είναι να τα περάσουμε λίγο στο fast forward τα στάδια του πένθους, όχι άλλη άρνηση, όχι άλλη θλίψη. Και, αντιθέτως από τα αληθινά στάδια του πένθους, όχι άλλη αποδοχή.
Είναι που μιλάμε και για την Ελλάδα και οι αναγωγές στις κλασικές αναφορές είναι ψιλοαναπόφευκτες, όσο και τα βαρετά κλισέ. Αλλά σκέψου για λίγο το Σύνταγμα σαν σκηνικό θεάτρου, δείξε μου λίγο ποιος είναι ο Κρέων, ποιος είναι ο Αίμων, ποια η Ισμήνη και ποια η Αντιγόνη. Κι ας την αλλάξουμε την ιστορία του Σοφοκλή, λέωγωτώρα: να πεθάνει ο Κρέων, κι όχι η Αντιγόνη. Έτσι, γι’αλλαγή.
από: Кроткая
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)