(πηγή) |
στον Στάθη Κουτρουβίδη
από την Εποχή
Η κρίση στο εσωτερικό της αριστεράς, ιδίως της καθ’ ημάς αριστεράς, είναι φανερό πια ότι μας εμποδίζει να αντιταχθούμε έγκαιρα και αποτελεσματικά στις επιπτώσεις που έχει η κατά πολύ σημαντικότερη οικονομική κρίση για τις λαϊκές τάξεις. Τόσο που πολλοί φτάνουν στο ακραίο σημείο να σκέφτονται ότι τίποτα ουσιαστικό δεν μπορεί να γίνει, αν δεν επιλυθεί αυτό το πρόβλημα.
Η συζήτηση για τα ζητήματα αυτής της ενδοαριστερής κρίσης έχει περιοριστεί μέχρι στιγμής, ιδίως στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ (εκτός εξαιρέσεων, για να μη φανούμε άδικοι…) σε μια καθόλου γόνιμη «ανταλλαγή πυρών» από εδραιωμένες πεποιθήσεις ως προς την ορθότητα της κάθε γραμμής. Με αποτέλεσμα να είναι πολύ περισσότερο σύγκρουση και πολύ λιγότερο προωθητικός διάλογος. Δηλαδή, να μην είναι εντοπισμός των αντιθέσεων με την έγνοια να γεννηθεί μια σύνθεση.
Η «Εποχή», θέλοντας να συμβάλει σ’ αυτή την κατεύθυνση, της εφικτής σύνθεσης, απευθύνθηκε σε αγωνιστές της αριστεράς, ιδεολογικά και πολιτικά προσανατολισμένους, αλλά όχι άμεσα εμπλεκόμενους στη διελκυστίνδα, και ζήτησε τη γνώμη τους όχι τόσο γι’ αυτά που συμβαίνουν όσο γι’ αυτά που μας συμβαίνουν. Με την ελπίδα ότι από τη συζήτηση που επιδιώκουμε να ανοίξει με τη συνέντευξη που ακολουθεί, θα προκύψουν χρήσιμες για την ανανεωτική και ριζοσπαστική αριστερά, για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον κόσμο του, σκέψεις –ή και, ακόμα πιο χρήσιμες, πράξεις.
- Ακούγεται περίεργα, αλλά η οικονομική κρίση έφερε...κρίση και στην αριστερά. Είναι σύμπτωση ή μήπως άλλαξαν, πράγματι τα δεδομένα από την ιδρυτική πράξη του ΣΥΡΙΖΑ;
Η κρίση στο εσωτερικό της αριστεράς, ιδίως της καθ’ ημάς αριστεράς, είναι φανερό πια ότι μας εμποδίζει να αντιταχθούμε έγκαιρα και αποτελεσματικά στις επιπτώσεις που έχει η κατά πολύ σημαντικότερη οικονομική κρίση για τις λαϊκές τάξεις. Τόσο που πολλοί φτάνουν στο ακραίο σημείο να σκέφτονται ότι τίποτα ουσιαστικό δεν μπορεί να γίνει, αν δεν επιλυθεί αυτό το πρόβλημα.
Η συζήτηση για τα ζητήματα αυτής της ενδοαριστερής κρίσης έχει περιοριστεί μέχρι στιγμής, ιδίως στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ (εκτός εξαιρέσεων, για να μη φανούμε άδικοι…) σε μια καθόλου γόνιμη «ανταλλαγή πυρών» από εδραιωμένες πεποιθήσεις ως προς την ορθότητα της κάθε γραμμής. Με αποτέλεσμα να είναι πολύ περισσότερο σύγκρουση και πολύ λιγότερο προωθητικός διάλογος. Δηλαδή, να μην είναι εντοπισμός των αντιθέσεων με την έγνοια να γεννηθεί μια σύνθεση.
Η «Εποχή», θέλοντας να συμβάλει σ’ αυτή την κατεύθυνση, της εφικτής σύνθεσης, απευθύνθηκε σε αγωνιστές της αριστεράς, ιδεολογικά και πολιτικά προσανατολισμένους, αλλά όχι άμεσα εμπλεκόμενους στη διελκυστίνδα, και ζήτησε τη γνώμη τους όχι τόσο γι’ αυτά που συμβαίνουν όσο γι’ αυτά που μας συμβαίνουν. Με την ελπίδα ότι από τη συζήτηση που επιδιώκουμε να ανοίξει με τη συνέντευξη που ακολουθεί, θα προκύψουν χρήσιμες για την ανανεωτική και ριζοσπαστική αριστερά, για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον κόσμο του, σκέψεις –ή και, ακόμα πιο χρήσιμες, πράξεις.
- Ακούγεται περίεργα, αλλά η οικονομική κρίση έφερε...κρίση και στην αριστερά. Είναι σύμπτωση ή μήπως άλλαξαν, πράγματι τα δεδομένα από την ιδρυτική πράξη του ΣΥΡΙΖΑ;
- Από μια άποψη δεν είναι παράδοξο αυτό. Η κρίση είναι ένα “ολικό γεγονός” που αλλάζει τις κοινωνικές σχέσεις αλλά και τους τρόπους πρόσληψης της καθημερινής πραγματικότητας. Δοκιμάζει επίσης, στον ένα ή άλλο βαθμό, τις ψυχικές αντοχές των ανθρώπων, επηρεάζοντας, συνήθως αρνητικά, τους κοινωνικούς δεσμούς και τη συνολική δημόσια ατμόσφαιρα. Η ξεχωριστή πυκνότητα και βιαιότητα των εξελίξεων εδώ και δυο χρόνια δεν θα μπορούσε να αφομοιωθεί εύκολα από κανέναν πολιτικό χώρο. Αλλά και το βασικό χαρακτηριστικό της νεοφιλελεύθερης λογικής η οποία επιβάλλεται πλέον σε όλα τα πεδία είναι ότι ενισχύει τη δυναμική των κατακερματισμών και των «αμυντικών» υποκειμενισμών. Η λογική της αυτοσυντήρησης εν μέσω θυέλλης είναι πολύ ισχυρή και δεν θα μπορούσε να λείπει από την Αριστερά. Ακόμα και αν σε αυτή την τελευταία η αυτοσυντήρηση επενδύεται στη γλώσσα της στρατηγικής και της τακτικής. Ο ΣΥΡΙΖΑ γεννήθηκε με μια επιθετική, με την παραγωγική έννοια του όρου, προσδοκία για σύνδεση του κοινωνικού με το πολιτικό. Αλλά το στοίχημα σκόνταψε σε μια συγκυρία οριζόντιας απαξίωσης της πολιτικής διαμεσολάβησης και εξασθένισης της συλλογικής ελπίδας. Διαμορφώθηκε ένας κόσμος με αναφορά στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η πολιτική ταυτότητα του εγχειρήματος τραυματίστηκε βαριά και κατ’ εξακολούθηση από μια κραυγαλέα αδυναμία τήρησης των εκάστοτε υποσχέσεων. Και σε ένα περιβάλλον εδραίωσης των κοινωνικών φόβων και των αντιπολιτικών διαθέσεων, η «εσωτερική περιπέτεια» (όλο και περισσότερο για τους καλά μυημένους) επικάλυψε την αρχική ιδέα.
- Μήπως η οικονομική κρίση, έφερε στην επιφάνεια παλιές ιδεολογικές διαχωριστικές γραμμές, που κάποια στιγμή φάνηκε ότι οδεύαμε προς την υπέρβασή τους;
- Δεν θεωρώ δυνατή την υπέρβαση των ‘ιδεολογικών διαχωριστικών γραμμών’ μέσα στη ριζοσπαστική Αριστερά. Και αυτό διότι ο χώρος ο ίδιος είναι εξαιρετικά ευαίσθητος στα ζητήματα ιδεολογίας και πολλές φορές πολιτεύεται με βάση το ειδικό μεταφυσικό βάρος συμβόλων, ιδιαίτερων λεξιλογίων, πολιτιστικών συναφειών που έρχονται από το παρελθόν. Πιστεύω όμως ότι μπορεί να υπάρχουν επάλληλες συναινέσεις σε θεμελιώδη κοινωνικοπολιτικά ζητήματα. Ότι, όπως έχει αποδειχθεί πολλές φορές, υπάρχει δυνατότητα συνάντησης των αριστερών ακόμα και όταν όλοι γνωρίζουν ότι δεν υφίσταται συναντίληψη για τις ιστορίες και τις ιδιαίτερες μυθολογίες του καθενός. Σήμερα ζούμε μια ιδιαίτερη στιγμή: την μετατροπή της οικονομικής κρίσης σε «έκτακτο» βιοπολιτικό πρόγραμμα, σε συνολική αμφισβήτηση των δημόσιων και κοινωνικών αγαθών αλλά και του πεδίου των κοινωνικών και πολιτικών ελευθεριών. Αυτή και μόνο η συναγερμική διάσταση της περίστασης θα έπρεπε να οδηγήσει όχι σε μια υπερβατική ενότητα (πράγμα αδύνατο), αλλά σε αφύπνιση της πολιτικής αλληλεγγύης απέναντι στον αντίπαλο. Υπάρχουν πολλά ανοιχτά μέτωπα που περιμένουν μια αριστερή απάντηση: η αποδόμηση του πανεπιστημίου, η επιθετική αναδιάρθρωση στην εργασία, οι εκσυγχρονιστικές «τομές» που απειλούν την ιδιωτικότητα, οι αντιδημοκρατικές και αντιοικολογικές «αναπτυξιακές» λογικές των fast truck, τα φαινόμενα αποδιοργάνωσης στη ζωή των λαϊκών στρωμάτων και της κατώτερης μεσαίας τάξης του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα.. Όλα αυτά δεν μπορεί να περιμένουν το θεόσταλτο οργανωτικό και ιδεολογικό μίγμα ούτε την πιο σοφή απάντηση από πλευράς οικονομολόγων για το χρέος.
- Μας αρκούν οι ιδέες που έχουν καλλιεργηθεί μέχρι σήμερα στο χώρο της αριστεράς ή έχουμε ανάγκη νέων επεξεργασιών;
- Ποιες είναι άραγε σήμερα οι θεμελιώδεις ιδέες της Αριστεράς; Συχνά γίνεται σύγχυση μεταξύ της μιας ή άλλης θεωρητικής παρουσίας – των διάσημων διεθνών ονομάτων- και των ιδεών που χρειάζεται η Αριστερά στην παρέμβασή της στα δημόσια πράγματα. Πιστεύω περισσότερο σε ένα ευρύ κριτικό πρόγραμμα, που θα έχει ως στόχο τη συστηματική έρευνα των νέων μορφών καπιταλιστικής διακυβέρνησης και τον έλεγχο των επιμέρους πτυχώσεων του νεοφιλελεύθερου κώδικα. Έχει επίσης μεγάλη σημασία να κατανοήσουμε το βάθος που έχει η ρήξη των σημερινών μεταδημοκρατικών μορφωμάτων πολιτικής και οικονομίας με τα παλιότερα συμβολικά συστήματα της αστικής εποχής. Αυτή η κατανόηση επιτρέπει να χτιστούν γέφυρες ανάμεσα σε διαφορετικές παραδόσεις αμφισβήτησης της αγοραίας φιλοσοφίας, σε διαφορετικές οικογένειες μιας αντικαπιταλιστικής πνευματικότητας. Σε εμάς εδώ, για παράδειγμα, οι λεγόμενες πολιτισμικές προσεγγίσεις στην κρίση έχουν γίνει εργαλείο για τον υποβιβασμό του νέου κοινωνικού ζητήματος αλλά και για την δικαιολόγηση των νεοφιλελεύθερων «εξορθολογισμών» στο όνομα κάποιας νέας «δημόσιας ηθικής», την οποία επιβάλλει, έστω με μηχανιστικό τρόπο όπως λένε κάποιοι, το Μνημόνιο της τρόικας. Πρέπει να απαντήσουμε σε αυτού του τύπου τις ηθικολογικές και τεχνοκρατικές αντιλήψεις και να αναδείξουμε το γεγονός ότι μια πιο ταξική κοινωνία δεν μπορεί να διαθέτει αυξημένη ορθολογικότητα, αλλά απλώς μετατοπίζει τους ανορθολογισμούς σε διαφορετικά πεδία. Μια κοινωνία με 20 % ανεργία και «επιχειρησιακές συμβάσεις» είναι το κατάλληλο εργαστήριο για την εκκόλαψη μιας λαϊκής ακροδεξιάς, πράγμα για το οποίο εθελοτυφλούν όλοι εκείνοι που ανάγουν το θέμα της ακροδεξιάς σε ζήτημα πολιτικού πολιτισμού ή γενικής «δημοκρατικής ευαισθησίας».
- Τι χαρακτηριστικά (ιδεολογικά, πολιτικά, οργανωτικά) πρέπει να έχει η αριστερά σήμερα;
- Ορισμένα πράγματα είναι για μένα στοιχειώδη:
- η αυτονομία της ριζοσπαστικής Αριστεράς από την κενή ρητορική του προοδευτισμού και όλες τις εκδοχές του εκσυγχρονισμού·
- η απόσταση από κάθε ναρκισσισμό του απόλυτου και από το αίσθημα «μεταφυσικής» αυτάρκειας στην πολιτική·
- η διάθεση φιλοξενίας για όλες τις πηγές της σκέψης της υλικής και διανοητικής χειραφέτησης των εργαζόμενων ανθρώπων.
Το βασικό είναι για μένα η συνείδηση ότι η Αριστερά συνιστά κάτι παραπάνω από τα κόμματα, τις πολιτικές της ομάδες, τα έντυπα και τις εκδηλώσεις της. Είναι ένα ορισμένο κοινωνικό πνεύμα που το συμμερίζονται εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι σε αυτή τη χώρα. Για να πω την παλιομοδίτικη λέξη, είναι ακόμα ένα φρόνημα που ενσαρκώνεται σε ένα πλήθος αποχρώσεων, αλλά το οποίο δεν πρέπει να συντρίβεται στο όνομα της ορθότητας της εκάστοτε γραμμής, κομματικής αυτοδικαίωσης και ιδεολογικής υπεροχής. Δεν είμαι ο πιο κατάλληλος να μιλήσω για οργανωτικές μορφές. Πάντοτε με ενδιέφερε το ποια είναι η εκάστοτε θέση/ τοποθέτηση απέναντι στα ζητήματα και όχι το ποιος πήρε την πρωτοβουλία να την διατυπώσει. Έχει ωστόσο μεγάλη σημασία η εκάστοτε επιλογή να διαθέτει την ηθικοπολιτική νομιμοποίηση των αριστερών ανθρώπων και να μην αποτελεί μια «επιτελική» επιφοίτηση δίχως γείωση στην κοινωνική Αριστερά.
- Οι νέες κοινωνικές συνθήκες ευνοούν την ύπαρξη μιας αριστεράς, τύπου ΣΥΡΙΖΑ; Κοντολογίς, υπάρχει το πολιτικό και κοινωνικό έδαφος για την επανεκκίνησή του;
- Μια επανεκκίνηση του ΣΥΡΙΖΑ εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από τη βούληση των «συμβαλλόμενων μερών». Στην αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή η βούληση δεν υπάρχει, ο ΣΥΡΙΖΑ μετατρέπεται σε άσαρκη ιδέα ή νοσταλγικό σημείο αναφοράς δίχως δυνατότητα πρακτικής πολιτικής μετάφρασης. Νομίζω όμως ότι οι κίνδυνοι και τα προβλήματα της συγκυρίας επιβάλλουν την επιβεβαίωση της βασικής υπόσχεσης η οποία γέννησε και τον ΣΥΡΙΖΑ. Μιλώ για τη συνάντηση δυνάμεων στο πεδίο μιας δομικής αντιπολίτευσης στη νεοφιλελεύθερη «διακυβέρνηση» των κοινωνικών αναγκών και των δημόσιων αγαθών. Για την αντιμετώπιση δηλαδή όλων των πλευρών ενός σχεδίου το οποίο αποβλέπει στην πιο ταπεινωτική ήττα του κόσμου της εργασίας εδώ και πολλές δεκαετίες. Το βλέμμα πρέπει να στραφεί εκ νέου στις πραγματικές αντιθέσεις και στις νέες επώδυνες πραγματικότητες που αναδεικνύει η κρίση. Η αφομοίωση ευρωπαϊκών εμπειριών – όπως αυτή του Front de Gauche στη Γαλλία- μπορεί να είναι χρήσιμη υπό την προϋπόθεση ότι δεν αναζητεί κανείς δανεικές λύσεις αλλά ερεθίσματα και πηγές έμπνευσης.
- Ο Νικόλας Σεβαστάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου