από dr SeenG |
του Κώστα Παναγιωτάκη
από την Αυγή
Στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του ο πρωθυπουργός κάλεσε τους πολίτες να συμμετάσχουν «στις μεγάλες αλλαγές που χρειάζεται η Ελλάδα». Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η συμμετοχή των πολιτών στις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις είναι πιο αναγκαία σήμερα από ποτέ. Όμως η έκκληση του πρωθυπουργού εγείρει σειρά ερωτημάτων:
- Αν ο πρωθυπουργός πιστεύει στη συμμετοχή ως συστατικό στοιχείο της πολιτικής, γιατί καταφεύγει σε όλο και πιο κατασταλτικές πρακτικές που προφανή στόχο έχουν την αποθάρρυνση της πολιτικής έκφρασης τόσο των πολιτών όσο και των κοινωνικών δυνάμεων που αντιτίθενται στις επιλογές του;
- Γιατί επίσης στέλνει στο πυρ το εξώτερον οποιονδήποτε βουλευτή του κόμματός του τολμά να λειτουργήσει με βάση και το κοινό αίσθημα κατά της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζεται και τις προεκλογικές δεσμεύσεις των ιδίων των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ στους Έλληνες πολίτες που τους εξέλεξαν;
- Γιατί υποκαθιστά τη Βουλή επενδύοντας με υπερεξουσίες τον υπουργό Οικονομικών;
- Γιατί επιχειρεί να αποδυναμώσει το Υπουργικό Συμβούλιο προς όφελος ενός πολυάριθμου επιτελείου μη εκλεγμένων συμβούλων, οι οποίοι έχουν αποκλειστικό σημείο αναφοράς τον ίδιο προσωπικά; Αξίζει να σημειωθεί δε ότι η ερμηνεία αυτής της κίνησης από μερίδα του Τύπου ως μίμηση της αμερικανικής πρακτικής παραβλέπει το γεγονός ότι το αμερικανικό πολιτικό σύστημα δεν μετατρέπει τον πρόεδρο σε μοναδικό πόλο εξουσίας. Αντιθέτως, επιδιώκει τη θεσμική ισορροπία μεταξύ εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, διαφυλάσσοντας έτσι τη σχετική αυτονομία της τελευταίας.
Δεδομένης της αντίδρασης του πρωθυπουργού σε οποιαδήποτε διαφωνία από βουλευτές του κόμματός του, είναι προφανές ότι η μίμηση αμερικανικών πρακτικών από μέρους του είναι επιλεκτική και αποσκοπεί μόνο στην απόλυτη επιβολή της βούλησής του σχετικά με την κατά γράμμα εφαρμογή των καταστρεπτικών πολιτικών που προβλέπονται από το Μνημόνιο.
- Γιατί συναίνεσε στο να υιοθετηθεί η πρόσφατη αλλαγή της Συνθήκης της Λισσαβώνας, με τις δρακόντειες δημοσιονομικές προβλέψεις της, χωρίς δημοψηφίσματα και ουσιαστική διαβούλευση με τους Έλληνες και Ευρωπαίους πολίτες των οποίων το μέλλον αυτή η αλλαγή υποθηκεύει;
Χωρίς αμφιβολία, πλείστα όσα συναφή ερωτήματα μπορούν να προστεθούν στα προαναφερθέντα. Η συνισταμένη όμως όλων αυτών των ερωτημάτων οδηγεί σε ένα και μόνο συμπέρασμα. Οι εκκλήσεις του πρωθυπουργού για συμμετοχή παραπέμπουν όχι στις πολιτικές πρακτικές που ο ίδιος προκρίνει, αλλά στη μάλλον απέλπιδα προσπάθειά του να επιβραδύνει την εντεινόμενη φθορά του επικοινωνιακού του προφίλ.
Πράγματι, οι πολιτικές πρακτικές του κ. Παπανδρέου συνάδουν περισσότερο με την απολυταρχική ρήση "Apres moi, le deluge" ("Mετά από εμένα το χάος") παρά με το αίτημα της συμμετοχικής δημοκρατίας, το οποίο για σύντομο χρονικό διάστημα επαγγελλόταν μετά την ανάδειξή του στην προεδρία του ΠΑΣΟΚ. Η δε αναντιστοιχία μεταξύ της ρητορείας του περί συμμετοχής και των ιδίων των πολιτικών πρακτικών του όχι μόνο αντιστρατεύεται το όραμα μιας πραγματικά συμμετοχικής δημοκρατίας αλλά συντείνει στην περαιτέρω απαξίωση ακόμη και της λιγότερο φιλόδοξης έννοιας της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Σε τελευταία ανάλυση η σχέση του πρωθυπουργού με την έννοια της συμμετοχής φέρει αρνητικό πρόσημο και έγκειται στην επιλογή του να ενδυναμώσει με τα λεγόμενα και τις πράξεις του έναν κυνισμό που απαξιώνει την έννοια της πολιτικής και απομειώνει τη διάθεση εκ μέρους του μέσου πολίτη για οποιαδήποτε συμμετοχή στα κοινά. Είναι και αυτή η εξέλιξη ένα από τα καταστροφικά αποτελέσματα των κυβερνητικών επιλογών.
Στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του ο πρωθυπουργός κάλεσε τους πολίτες να συμμετάσχουν «στις μεγάλες αλλαγές που χρειάζεται η Ελλάδα». Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η συμμετοχή των πολιτών στις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις είναι πιο αναγκαία σήμερα από ποτέ. Όμως η έκκληση του πρωθυπουργού εγείρει σειρά ερωτημάτων:
- Αν ο πρωθυπουργός πιστεύει στη συμμετοχή ως συστατικό στοιχείο της πολιτικής, γιατί καταφεύγει σε όλο και πιο κατασταλτικές πρακτικές που προφανή στόχο έχουν την αποθάρρυνση της πολιτικής έκφρασης τόσο των πολιτών όσο και των κοινωνικών δυνάμεων που αντιτίθενται στις επιλογές του;
- Γιατί επίσης στέλνει στο πυρ το εξώτερον οποιονδήποτε βουλευτή του κόμματός του τολμά να λειτουργήσει με βάση και το κοινό αίσθημα κατά της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζεται και τις προεκλογικές δεσμεύσεις των ιδίων των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ στους Έλληνες πολίτες που τους εξέλεξαν;
- Γιατί υποκαθιστά τη Βουλή επενδύοντας με υπερεξουσίες τον υπουργό Οικονομικών;
- Γιατί επιχειρεί να αποδυναμώσει το Υπουργικό Συμβούλιο προς όφελος ενός πολυάριθμου επιτελείου μη εκλεγμένων συμβούλων, οι οποίοι έχουν αποκλειστικό σημείο αναφοράς τον ίδιο προσωπικά; Αξίζει να σημειωθεί δε ότι η ερμηνεία αυτής της κίνησης από μερίδα του Τύπου ως μίμηση της αμερικανικής πρακτικής παραβλέπει το γεγονός ότι το αμερικανικό πολιτικό σύστημα δεν μετατρέπει τον πρόεδρο σε μοναδικό πόλο εξουσίας. Αντιθέτως, επιδιώκει τη θεσμική ισορροπία μεταξύ εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, διαφυλάσσοντας έτσι τη σχετική αυτονομία της τελευταίας.
Δεδομένης της αντίδρασης του πρωθυπουργού σε οποιαδήποτε διαφωνία από βουλευτές του κόμματός του, είναι προφανές ότι η μίμηση αμερικανικών πρακτικών από μέρους του είναι επιλεκτική και αποσκοπεί μόνο στην απόλυτη επιβολή της βούλησής του σχετικά με την κατά γράμμα εφαρμογή των καταστρεπτικών πολιτικών που προβλέπονται από το Μνημόνιο.
- Γιατί συναίνεσε στο να υιοθετηθεί η πρόσφατη αλλαγή της Συνθήκης της Λισσαβώνας, με τις δρακόντειες δημοσιονομικές προβλέψεις της, χωρίς δημοψηφίσματα και ουσιαστική διαβούλευση με τους Έλληνες και Ευρωπαίους πολίτες των οποίων το μέλλον αυτή η αλλαγή υποθηκεύει;
Χωρίς αμφιβολία, πλείστα όσα συναφή ερωτήματα μπορούν να προστεθούν στα προαναφερθέντα. Η συνισταμένη όμως όλων αυτών των ερωτημάτων οδηγεί σε ένα και μόνο συμπέρασμα. Οι εκκλήσεις του πρωθυπουργού για συμμετοχή παραπέμπουν όχι στις πολιτικές πρακτικές που ο ίδιος προκρίνει, αλλά στη μάλλον απέλπιδα προσπάθειά του να επιβραδύνει την εντεινόμενη φθορά του επικοινωνιακού του προφίλ.
Πράγματι, οι πολιτικές πρακτικές του κ. Παπανδρέου συνάδουν περισσότερο με την απολυταρχική ρήση "Apres moi, le deluge" ("Mετά από εμένα το χάος") παρά με το αίτημα της συμμετοχικής δημοκρατίας, το οποίο για σύντομο χρονικό διάστημα επαγγελλόταν μετά την ανάδειξή του στην προεδρία του ΠΑΣΟΚ. Η δε αναντιστοιχία μεταξύ της ρητορείας του περί συμμετοχής και των ιδίων των πολιτικών πρακτικών του όχι μόνο αντιστρατεύεται το όραμα μιας πραγματικά συμμετοχικής δημοκρατίας αλλά συντείνει στην περαιτέρω απαξίωση ακόμη και της λιγότερο φιλόδοξης έννοιας της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Σε τελευταία ανάλυση η σχέση του πρωθυπουργού με την έννοια της συμμετοχής φέρει αρνητικό πρόσημο και έγκειται στην επιλογή του να ενδυναμώσει με τα λεγόμενα και τις πράξεις του έναν κυνισμό που απαξιώνει την έννοια της πολιτικής και απομειώνει τη διάθεση εκ μέρους του μέσου πολίτη για οποιαδήποτε συμμετοχή στα κοινά. Είναι και αυτή η εξέλιξη ένα από τα καταστροφικά αποτελέσματα των κυβερνητικών επιλογών.
Η πραγματοποίηση των ευχών όλων μας για έναν πιο καλό νέο χρόνο προϋποθέτει την όλο και πιο μαζική και αποφασιστική συμμετοχή των πολιτών και των δοκιμαζόμενων λαϊκών στρωμάτων στο κίνημα αντίστασης κατά του ψευδεπίγραφου μνημονιακού "μονόδρομου". Είναι όμως προφανές ότι στον βαθμό που αυτή η ελπιδοφόρα τόνωση της συμμετοχής των πολιτών στα κοινά γίνει πραγματικότητα, αυτό ουδόλως θα οφείλεται στα ρητορικά σχήματα του πρωθυπουργού.
Αντιθέτως, η αναγκαία αυτή εξέλιξη μπορεί να επιτελεστεί μόνο σε πείσμα των σχεδιασμών και επιδιώξεων και του ιδίου του πρωθυπουργού αλλά και της τρόικας και των οικονομικών ελίτ στην Ελλάδα και το εξωτερικό που έχουν μετατρέψει τη συνεχιζόμενη κρίση σε ευκαιρία περαιτέρω εμπέδωσης σε ολόκληρη την Ευρώπη των καταστροφικών νεοφιλελευθέρων επιλογών που τόσο έχουν συντελέσει στο ξέσπασμα της κρίσης αυτής.
- Ο Κώστας Παναγιωτάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Κοινωνιολογίας στο New York City College of Technology του City University of New York.
cpanayotakis@yahoo.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου