(πηγή) |
από τα Επίκαιρα
H απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 16-17 Δεκεμβρίου 2010 για την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λισαβόνας και τη θέσπιση μόνιμου μηχανισμού «από τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης που θα διασφαλίζει τη χρηματοοικονομική σταθερότητα του συνόλου της Ευρωζώνης» επιβεβαίωσε με τον πιο απόλυτο τρόπο ότι η Ευρώπη βαδίζει πλέον σταθερά στο δρόμο που έχει σχεδιάσει εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα το Βερολίνο.
Έτσι το δίλημμα «ευρωπαϊκή Γερμανία ή γερμανική Ευρώπη» αποτελεί πλέον ένα απλό ρητορικό ερώτημα, αφού είναι πασιφανές ότι οι Βρυξέλλες έχουν υποταχθεί πλήρως στο Βερολίνο.
Γερμανική Ευρωζώνη
Παρά τις διάφορες διαρροές για δήθεν αποχώρηση της Γερμανίας από την Ευρωζώνη, κανείς σοβαρός παρατηρητής δεν δέχτηκε ποτέ ότι η Γερμανία ήταν διατεθειμένη να εγκαταλείψει την Ευρωζώνη.
Κι αυτό γιατί η μέχρι σήμερα λειτουργία της Ευρωζώνης έδρασε ευεργετικά για τη γερμανική οικονομία, αφού της διασφάλισε την απρόσκοπτη οικονομική επέκταση σε όλη την ΕΕ, την αύξηση των εμπορικών της πλεονασμάτων, τη σταθερότητα των τιμών, τη δυνατότητα μαζικών εξαγορών τραπεζών και επιχειρήσεων της ευρωπαϊκής περιφέρειας και τη μετατροπή του Βερολίνου στον κυριότερο πιστωτή των κρατών του ευρωπαϊκού νότου.
Για το λόγο αυτό, άλλωστε, και η Μέρκελ την προηγουμένη της σύγκλησης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου επισήμανε με ιδιαίτερη έμφαση ότι η Γερμανία στηρίζει το ευρώ, αρκεί φυσικά να μην αναγκαστεί να βάλει το χέρι στην τσέπη και να αναλάβει την οικονομική στήριξη των υπερχρεωμένων χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας.
Ταυτόχρονα, η Γερμανία, όπως απέδειξε στην περίπτωση της Ελλάδας αλλά και της Ιρλανδίας, είναι διατεθειμένη να «διασώσει» τις υπερχρεωμένες χώρες της ΕΕ με το αζημίωτο, δηλαδή μέσω ενός συστήματος παροχής τοκογλυφικών δανείων.
Για το λόγο αυτό επιδίωξε, αφενός μεν να συγκροτηθεί ένας τοκογλυφικός Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM), που θα αναλύσουμε σε προσεχές άρθρο στα «Επίκαιρα», και, αφετέρου, να καταργηθεί ουσιαστικά η ρήτρα αλληλεγγύης του άρθρου 122, παρ. 2, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ (ΣΛΕΕ).
Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας θα αντικαταστήσει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθεροποίησης (EFSM). Στην ουσία, η γερμανική πλευρά δρομολόγησε τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, το οποίο θα λειτουργεί στη βάση αυστηρών προϋποθέσεων (conditionality) και θα μπορεί να επιβάλλει σε συνεργασία με τις ευρωπαϊκές τράπεζες και άλλους ιδιώτες πιστωτές ένα σύστημα «ελεγχόμενης πτώχευσης» των χωρών της Ευρωζώνης.
Επίσης, η γερμανική πλευρά δρομολόγησε σημαντικές θεσμικές αλλαγές σε σχέση με την αποκαλούμενη οικονομική διακυβέρνηση σε επίπεδο ΕΕ, η οποία συμπυκνώνεται στην επιβολή μέτρων οικονομικής εποπτείας των μελών της Ευρωζώνης και συναφούς αφαίρεσης κυριαρχικών δικαιωμάτων από τα εθνικά Κοινοβούλια σε σχέση με τη διαμόρφωση και ψήφιση των εθνικών προϋπολογισμών.
Ουσιαστική κατάργηση της ρήτρας αλληλεγγύης
Από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η κρίση χρέους στην Ευρωζώνη το Βερολίνο ήταν ιδιαίτερα αρνητικό στη χρήση της ρήτρας αλληλεγγύης του άρθρου 122, παρ. 2, ΣΛΕΕ, ως νομικής και πολιτικής βάσης για τη χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης των κρατών-μελών της Ευρωζώνης που αντιμετώπιζαν κρίση δανεισμού. Κι αυτό το έπραξε διότι δεν επιθυμούσε να αναλάβει το οικονομικό κόστος διάσωσης των υπερχρεωμένων χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας, παρότι βέβαια η υπερχρέωση αυτή σε μέγιστο βαθμό οφειλόταν στην ίδια τη λειτουργία της Ευρωζώνης, η οποία επί της ουσίας λειτουργούσε μονομερώς υπέρ της συσσώρευσης εμπορικών πλεονασμάτων της Γερμανίας.
Σύμφωνα, λοιπόν, με το άρθρο 122, παρ. 2, ΣΛΕΕ, όταν ένα κράτος-μέλος της ΕΕ
«αντιμετωπίζει δυσκολίες ή διατρέχει μεγάλο κίνδυνο να αντιμετωπίσει σοβαρές δυσκολίες, οφειλόμενες σε φυσικές καταστροφές ή έκτακτες περιστάσεις που εκφεύγουν από τον έλεγχό του, το Συμβούλιο μετά από πρόταση της Επιτροπής μπορεί να αποφασίσει να του χορηγήσει χρηματοδοτική ενίσχυση της Ένωσης. Στο πλαίσιο αυτό, ο πρόεδρος του Συμβουλίου ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τη ληφθείσα απόφαση».Η λήψη απόφασης από το Συμβούλιο ανήκει στη διακριτική του ευχέρεια και γίνεται με ειδική πλειοψηφία. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι στο πλαίσιο της ΣΛΕΕ το άρθρο 122 βρίσκεται στο κεφάλαιο περί «οικονομικής πολιτικής» και προηγείται του άρθρου 126 «περί δημοσιονομικής πειθαρχίας».
Όπως είχαμε υποστηρίξει, σύμφωνα με τη σχετική βιβλιογραφία, η εν λόγω ενίσχυση εκ μέρους της ΕΕ μπορεί να λάβει οποιαδήποτε μορφή χρηματοδότησης και να συνίσταται ειδικότερα σε δάνεια, εγγυήσεις, επιδοτήσεις κ.λπ. Το εν λόγω άρθρο αποτελεί στην ουσία ρήτρα αλληλεγγύης χάριν των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, η οποία είχε θεσμοθετηθεί από την έναρξη λειτουργίας της Συνθήκης του Μάαστριχτ και η οποία είχε τύχει ελάχιστης νομικής επεξεργασίας από την επιστήμη.
Η επίκληση της ενεργοποίησης της ρήτρας αλληλεγγύης του άρθρου 122, παρ. 2, ΣΛΕΕ, που έγινε στις αρχές Μαρτίου 2010 εκ μέρους της χώρας μας, ήταν καθ’ όλα νόμιμη, δεδομένου ότι η επιδείνωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης, σε συνδυασμό με τις κερδοσκοπικές επιθέσεις κατά των ελληνικών κρατικών ομολόγων, μετά τις αποφάσεις που ελήφθησαν στο περίφημο γεύμα του Μανχάταν, οδήγησε σε χειροτέρευση των όρων δανεισμού της Ελλάδας που δεν εξηγείτο από τα βασικά οικονομικά μεγέθη της χώρας. Σημειωτέον ότι το σχέδιο των κερδοσκοπικών επιθέσεων κατά της Ελλάδας, που οδήγησε στην αύξηση των spreads των ελληνικών ομολόγων, αποκάλυψε με ιδιαίτερες λεπτομέρειες στις 22 Φεβρουαρίου 2010 η γαλλική εφημερίδα Libération (βλ. Ελευθεροτυπία, 22/2/2010, σ. 1.).
Έτσι οι έκτακτες περιστάσεις που συνιστούσαν οι αποδεδειγμένες πλέον συντονισμένες, μαζικές και δυσθεώρητες σε ύψος κερδοσκοπικές επιθέσεις κατά των ελληνικών κρατικών ομολόγων εξέφευγαν από τον έλεγχο της ελληνικής κυβέρνησης η οποία νομιμοποιείτο, δυνάμει του άρθρου 122, παρ. 2, ΣΛΕΕ, να ζητήσει χρηματοδοτική ενίσχυση από την ΕΕ.
Πλην όμως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, παρά τις οχλήσεις της ελληνικής κυβέρνησης, δεν υπέβαλε ποτέ στο Συμβούλιο πρόταση ενεργοποίησης του άρθρου 122, παρ. 2, ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι η Μέρκελ αντέκρουσε με σφοδρότητα αυτή την προοπτική, υποστηρίζοντας ότι μια τέτοια ενέργεια του Συμβουλίου αποτελούσε επί της ουσίας «διάσωση» της Ελλάδας που δήθεν απαγορευόταν από τις Συνθήκες της ΕΕ και ιδίως από το άρθρο 125 ΣΛΕΕ. Η εν λόγω ερμηνεία οδηγούσε στο άτοπο συμπέρασμα να μην επιτρέπεται χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης από την Ένωση στις χώρες-μέλη της Ευρωζώνης, ενώ, αντίθετα, κάτι τέτοιο προβλέπεται και εφαρμόζεται για τις χώρες εκτός Ευρωζώνης μέσω του Κανονισμού 332/2002 του Συμβουλίου της 18ης Φεβρουαρίου 2002 για τη θέσπιση ενός Μηχανισμού Μεσοπρόθεσμης Οικονομικής Στήριξης του Ισοζυγίου Πληρωμών των κρατών-μελών.
Με τον τρόπο όμως αυτό είχαμε διακριτική μεταχείριση εκ μέρους της Ένωσης εις βάρος των κρατών-μελών της ΕΕ που ήταν ταυτόχρονα και μέλη της Ευρωζώνης. Έτσι, με βάση τον εν λόγω Κανονισμό 332/2002 χώρες όπως η Ρουμανία είχαν τύχει αυξημένης χρηματοδοτικής ενίσχυσης από την Ένωση, ενώ η Ελλάδα τιμωρείτο σε σχετικό αποκλεισμό λόγω της συμμετοχής της στην Ευρωζώνη.
Βεβαίως, στην πορεία και όταν άρχισε να διαφαίνεται ότι η κρίση του ευρώ ήταν βαθύτερη του αναμενομένου, το άρθρο 122, παρ. 2, ΣΛΕΕ, αξιοποιήθηκε ως νομική βάση για τη θεσμοθέτηση του Κανονισμού 407/2010 του Συμβουλίου της 11ης Μαΐου 2010 για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθεροποίησης (EFSM).
Όμως, σύμφωνα με την ομόφωνη απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 16ης και 17ης Δεκεμβρίου 2010, την οποία προσυπέγραψε και η ελληνική πλευρά, στην ουσία καταργείται η ρήτρα αλληλεγγύης του άρθρου 122, παρ. 2, ΣΛΕΕ, αφού με τη μελλοντική ίδρυση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας «το άρθρο 122, παρ. 2, δεν θα απαιτείται πλέον για τους σκοπούς αυτούς» και οι υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, θα οδηγούνται στην «ελεγχόμενη πτώχευση» υπό την εποπτεία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου