του Ανδρέα Γεωργοπάλη |
από την Ελευθεροτυπία (31/7/2010)
Ενώ η κοινοβουλευτική χούντα -που ξεπέρασε κάθε προηγούμενη στην εξαπάτηση του ελληνικού λαού- επιβεβαιώνει παραπέρα τον χουντικό χαρακτήρα της με επιστρατεύσεις απεργών (που επικροτεί και η «δημοκρατική» Ε.Ε.!), γίνεται φανερό ότι ο δήθεν «μονόδρομος» των ληστρικών μέτρων, τα οποία οδηγούν σε μαζική ανεργία και φτώχεια μεγάλα λαϊκά στρώματα, δεν στηρίζεται μόνο από τις ίδιες τις ελίτ και τα ΜΜΕ που ελέγχουν.
Ακόμη σημαντικότερο είναι ότι, ουσιαστικά, στηρίζεται και από μεγάλο τμήμα της «αριστερής» διανόησης και συνακόλουθα της ρεφορμιστικής Αριστεράς. Ιδιαίτερα, μάλιστα, όταν τμήμα της αντισυστημικής Αριστεράς (π.χ. «Πρωτοβουλία αριστερών οικονομολόγων», «Αριστερό Βήμα Διαλόγου» κ.λπ.) υποστηρίζει διάφορα εναλλακτικά μέτρα, τα οποία έρχονται σε πλήρη αντίφαση με τον θεμελιακό νόμο της Ε.Ε. για την «απελευθέρωση» των αγορών κεφαλαίου, εργασίας, αγαθών και υπηρεσιών (οι γνωστές «4 ελευθερίες»), τα οποία όμως -εφ' όσον δεν θέτει θέμα εξόδου από την Ε.Ε., που αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή τους- αποτελούν απλώς ευχολόγια! Αντίστοιχα ισχύουν για τις προτάσεις άλλων τμημάτων της αντισυστημικής Αριστεράς για έξοδο από την Ε.Ε. σε συνάρτηση με την «αντικαπιταλιστική αποδέσμευση», που ουσιαστικά παραπέμπουν το επιτακτικό αίτημα για την ανατροπή των καταστροφικών μέτρων, καθώς και της χούντας των ανδρεικέλων της τρόικας, στις ελληνικές καλένδες. Ομως, το αίτημα για μονομερή έξοδο από την Ε.Ε. δεν είναι μόνο αναγκαία και επαρκής συνθήκη για την ανατροπή των ληστρικών μέτρων, αλλά -το κυριότερο- και προϋπόθεση για τη διέξοδο από τη χρόνια δομική κρίση της ελληνικής οικονομίας που δημιούργησε η μεταπολεμική υιοθέτηση του εξωστρεφούς αναπτυξιακού μοντέλου από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ, και η μεταπολιτευτική θεσμοθέτησή του με την ένταξή μας στην ΕΟΚ/Ε.Ε. (1)
Ετσι, «Μαρξιστές» οικονομολόγοι -οι οποίοι προφανώς δεν έχουν αντιληφθεί (σε αντίθεση με σοβαρούς αντίστοιχους οικονομολόγους στο εξωτερικό που τιμούν τον Μαρξισμό, ανανεώνοντας τη θεωρία πέρα από τον... 19ο αιώνα! (2) ότι ο καπιταλιστικός κόσμος σήμερα έχει εισέλθει στην εποχή της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, η οποία ελάχιστη σχέση έχει με την πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο διεθνοποίηση του κεφαλαίου- ισχυρίζονται σοβαρά ότι «μόνο αν παρθούν τα μέτρα τού απ' ευθείας δανεισμού, των κρατικοποιήσεων κ.λπ. θα καταρρεύσει το μοντέλο Χούβερ και θα έρθει ένα μοντέλο Ρούζβελτ στη θέση του». Συγχρόνως, οι ίδιοι, από τη μια μεριά καταφεύγουν ακριβώς στην ίδια ατεκμηρίωτη καταστροφολογία για τις πιθανές συνέπειες εξόδου από την Ε.Ε. που χρησιμοποιούν και οι ελίτ -οι οποίες βέβαια έχουν κάθε λόγο να εκφοβίσουν τα λαϊκά στρώματα για οποιαδήποτε πραγματικά εναλλακτική λύση στον «μονόδρομο» -ισχυριζόμενοι ότι «θα οδηγούσε στην πλήρη απόσυρση των χρηματαγορών από την ελληνική οικονομία, με φοβερές επιπτώσεις»(3), ενώ, από την άλλη, προτείνουν μέτρα για την απεμπλοκή από τον μηχανισμό στήριξης, τα οποία θυμίζουν έντονα... παραμύθια της Χαλιμάς.
Για παράδειγμα, την «επαναδιαπραγμάτευση και διεκδίκηση απ' ευθείας δανεισμού και την έκδοση ευρωομόλογου από την ΕΚΤ» (σαν να μην είναι μέλος της τρόικας και η ΕΚΤ!), «την άμεση παρέμβαση στο τραπεζικό σύστημα με τη συγκρότηση ενός δημόσιου πυλώνα» (όταν η Ε.Ε. και η κοινοβουλευτική χούντα ήδη πιέζουν για την ιδιωτικοποίηση όσων τραπεζών είναι ακόμη κρατικές!), «την αναδιανομή του εισοδήματος μέσα από την αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος, την πάταξη της φοροδιαφυγής και την κατάργηση της φοροασυλίας» (γνωστά ευχολόγια των επαγγελματιών πολιτικών) κ.λπ.
Η «αριστερή» αυτή καταστροφολογία υποστηρίζει ότι έξοδος από την Ε.Ε. σημαίνει κλείσιμο των συνόρων, αδυναμία διεθνούς δανεισμού, κατάρρευση του πιστωτικού συστήματος, έκρηξη της ανεργίας, απομόνωση και εθνοκεντρική προστασία. Στην πραγματικότητα, όμως, η έξοδος από την Ε.Ε. θα σηματοδοτούσε απλώς την υιοθέτηση ενός εναλλακτικού αναπτυξιακού μοντέλου από το εξωστρεφές μοντέλο που μόλις κατέρρευσε και συνεπαγόταν τη στήριξη της διαδικασίας ανάπτυξης κατ' αρχήν στην ξένη αγορά και το ξένο κεφάλαιο, εφ' όσον μόνο αυτού του είδους «ανάπτυξη» είναι εφικτή με ανοικτές και απελευθερωμένες τις αγορές. Η έξοδος όμως από την Ε.Ε. θα μπορούσε να σημάνει την υιοθέτηση ενός εναλλακτικού μοντέλου οικονομικής αυτοδυναμίας, η οποία βέβαια δεν σημαίνει αυτάρκεια αλλά τη στήριξη της ανάπτυξης κατ' αρχήν στις εγχώριες παραγωγικές πηγές, με αυστηρούς περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίου, εργασίας και εμπορευμάτων, όπως άλλωστε συνέβαινε παντού μέχρι περίπου τη δεκαετία του 1970, πριν ξεκινήσει η διαδικασία της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.
Σήμερα, η οικονομική αυτοδυναμία είναι όχι μόνο επιθυμητή (όπως πάντα ήταν ως προϋπόθεση της οικονομικής δημοκρατίας) αλλά και εφικτή, εφ' όσον το μοντέλο που καθιερώνεται (και επίσημα) διεθνώς είναι αυτό της ανάπτυξης για τους λίγους. Και αυτό, σε πλήρη αντίθεση με την επαγγελία της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης για παγκόσμια επέκταση της «ανάπτυξης» (δεν είναι του παρόντος οι οικολογικές συνέπειές της). Ετσι, στην τελευταία συνάντηση της «Ομάδας των 20», ουσιαστικά, αποφασίστηκε η υιοθέτηση της πρότασης των ευρωπαϊκών ελίτ και κυρίως της γερμανικής, ότι το «δικαίωμα» για ανάπτυξη ανήκει μόνο στις χώρες με υγιή δημοσιονομικά, ενώ οι υπόλοιπες θα πρέπει ν' αρκούνται σε οριακή ανάπτυξη, αν όχι συνεχή ύφεση, μέχρι να αποκατασταθεί η δημοσιονομική ισορροπία. Δηλαδή: συνεχές πετσόκομμα του κοινωνικού κράτους μέχρις εξαφανίσεώς του, ιδιωτικοποίηση κάθε κοινωνικής υπηρεσίας, από την εκπαίδευση μέχρι την Υγεία και την κοινωνική ασφάλιση κ.λπ. Δεδομένου όμως ότι η δημοσιονομική ανισορροπία των χωρών στην περιφέρεια και ημιπεριφέρεια, αντίθετα με την προπαγάνδα των ελίτ, δεν οφείλεται σε συγκυριακούς παράγοντες (όπως συμβαίνει με τα μητροπολιτικά κέντρα), αλλά σε δομικούς παράγοντες που οδηγούν σε χρόνιες αποκλίσεις των οικονομιών τους, χώρες όπως οι Ελλάδα, Πορτογαλία κ.ά., μέσα στην Ε.Ε., ουσιαστικά καταδικάζονται σε μόνιμη ύφεση, εφ' όσον ο μόνος μηχανισμός που προβλέπεται σήμερα στην Ε.Ε. για την επίτευξη της σύγκλισης είναι, βασικά, η ανεργία και η συνακόλουθη συμπίεση μισθών και εισοδημάτων, προς βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους!
Οι βασικές προϋποθέσεις οικονομικής αυτοδυναμίας είναι η αποδέσμευση από τη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς (που σε αυτό το στάδιο δεν απαιτεί την καπιταλιστική αποδέσμευση), η ικανοποίηση όσο το δυνατόν περισσότερων αναγκών από ντόπιους πόρους και η ανταλλαγή των πλεονασμάτων μεταξύ χωρών στο ίδιο επίπεδο ανάπτυξης στη βάση αμοιβαιότητας και ισοτιμίας. Η ικανοποίηση των προϋποθέσεων αυτών δεν έχει βέβαια στόχο μια «εθνική οικονομία», όπου τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών θα έχει η εγχώρια καπιταλιστική τάξη, όπως υποστηρίζουν ακροδεξιοί και «αριστερο-πατριώτες». Ακόμη κι αν αυτό ήταν θεωρητικά δυνατό κάποτε -δηλαδή πριν να ανοίξουν και απελευθερωθούν οι αγορές εμπορευμάτων, κεφαλαίου και εργασίας- με τη σημερινή διεθνοποίηση της οικονομίας της αγοράς είναι αδύνατο.
Η «αριστερή» αυτή καταστροφολογία υποστηρίζει ότι έξοδος από την Ε.Ε. σημαίνει κλείσιμο των συνόρων, αδυναμία διεθνούς δανεισμού, κατάρρευση του πιστωτικού συστήματος, έκρηξη της ανεργίας, απομόνωση και εθνοκεντρική προστασία. Στην πραγματικότητα, όμως, η έξοδος από την Ε.Ε. θα σηματοδοτούσε απλώς την υιοθέτηση ενός εναλλακτικού αναπτυξιακού μοντέλου από το εξωστρεφές μοντέλο που μόλις κατέρρευσε και συνεπαγόταν τη στήριξη της διαδικασίας ανάπτυξης κατ' αρχήν στην ξένη αγορά και το ξένο κεφάλαιο, εφ' όσον μόνο αυτού του είδους «ανάπτυξη» είναι εφικτή με ανοικτές και απελευθερωμένες τις αγορές. Η έξοδος όμως από την Ε.Ε. θα μπορούσε να σημάνει την υιοθέτηση ενός εναλλακτικού μοντέλου οικονομικής αυτοδυναμίας, η οποία βέβαια δεν σημαίνει αυτάρκεια αλλά τη στήριξη της ανάπτυξης κατ' αρχήν στις εγχώριες παραγωγικές πηγές, με αυστηρούς περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίου, εργασίας και εμπορευμάτων, όπως άλλωστε συνέβαινε παντού μέχρι περίπου τη δεκαετία του 1970, πριν ξεκινήσει η διαδικασία της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.
Σήμερα, η οικονομική αυτοδυναμία είναι όχι μόνο επιθυμητή (όπως πάντα ήταν ως προϋπόθεση της οικονομικής δημοκρατίας) αλλά και εφικτή, εφ' όσον το μοντέλο που καθιερώνεται (και επίσημα) διεθνώς είναι αυτό της ανάπτυξης για τους λίγους. Και αυτό, σε πλήρη αντίθεση με την επαγγελία της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης για παγκόσμια επέκταση της «ανάπτυξης» (δεν είναι του παρόντος οι οικολογικές συνέπειές της). Ετσι, στην τελευταία συνάντηση της «Ομάδας των 20», ουσιαστικά, αποφασίστηκε η υιοθέτηση της πρότασης των ευρωπαϊκών ελίτ και κυρίως της γερμανικής, ότι το «δικαίωμα» για ανάπτυξη ανήκει μόνο στις χώρες με υγιή δημοσιονομικά, ενώ οι υπόλοιπες θα πρέπει ν' αρκούνται σε οριακή ανάπτυξη, αν όχι συνεχή ύφεση, μέχρι να αποκατασταθεί η δημοσιονομική ισορροπία. Δηλαδή: συνεχές πετσόκομμα του κοινωνικού κράτους μέχρις εξαφανίσεώς του, ιδιωτικοποίηση κάθε κοινωνικής υπηρεσίας, από την εκπαίδευση μέχρι την Υγεία και την κοινωνική ασφάλιση κ.λπ. Δεδομένου όμως ότι η δημοσιονομική ανισορροπία των χωρών στην περιφέρεια και ημιπεριφέρεια, αντίθετα με την προπαγάνδα των ελίτ, δεν οφείλεται σε συγκυριακούς παράγοντες (όπως συμβαίνει με τα μητροπολιτικά κέντρα), αλλά σε δομικούς παράγοντες που οδηγούν σε χρόνιες αποκλίσεις των οικονομιών τους, χώρες όπως οι Ελλάδα, Πορτογαλία κ.ά., μέσα στην Ε.Ε., ουσιαστικά καταδικάζονται σε μόνιμη ύφεση, εφ' όσον ο μόνος μηχανισμός που προβλέπεται σήμερα στην Ε.Ε. για την επίτευξη της σύγκλισης είναι, βασικά, η ανεργία και η συνακόλουθη συμπίεση μισθών και εισοδημάτων, προς βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους!
Οι βασικές προϋποθέσεις οικονομικής αυτοδυναμίας είναι η αποδέσμευση από τη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς (που σε αυτό το στάδιο δεν απαιτεί την καπιταλιστική αποδέσμευση), η ικανοποίηση όσο το δυνατόν περισσότερων αναγκών από ντόπιους πόρους και η ανταλλαγή των πλεονασμάτων μεταξύ χωρών στο ίδιο επίπεδο ανάπτυξης στη βάση αμοιβαιότητας και ισοτιμίας. Η ικανοποίηση των προϋποθέσεων αυτών δεν έχει βέβαια στόχο μια «εθνική οικονομία», όπου τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών θα έχει η εγχώρια καπιταλιστική τάξη, όπως υποστηρίζουν ακροδεξιοί και «αριστερο-πατριώτες». Ακόμη κι αν αυτό ήταν θεωρητικά δυνατό κάποτε -δηλαδή πριν να ανοίξουν και απελευθερωθούν οι αγορές εμπορευμάτων, κεφαλαίου και εργασίας- με τη σημερινή διεθνοποίηση της οικονομίας της αγοράς είναι αδύνατο.
Ούτε βέβαια είναι δυνατό μια χώρα στην ημι-περιφέρεια ή την περιφέρεια να μετακομίσει στο «κέντρο» μέσα από την πλήρη ενσωμάτωσή της στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς, παρά τα φληναφήματα «αριστερών» για την Κίνα, την Ινδία, τη Βραζιλία κ.λπ. που ήδη γίνεται φανερό ότι αποτελούν «φούσκες». Ομως, η σημερινή βαθιά καπιταλιστική κρίση, η οποία καταδικάζει ιδιαίτερα την πλειονότητα των λαών στην περιφέρεια και ημι-περιφέρεια στη μαζική πτώχευση και την εγκατάλειψη των ονείρων τους για συνεχή «ανάπτυξη», δημιουργεί, για πρώτη φορά στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, τις υποκειμενικές συνθήκες δημιουργίας αυτοδύναμων «εθνικών οικονομιών», όπου ο (αρχικά έμμεσος) έλεγχος των πλουτοπαραγωγικών πηγών της κάθε χώρας μέσω των αυστηρών κοινωνικών ελέγχων πάνω στις αγορές, σε επόμενο στάδιο θα μπορούσε να μετατραπεί σε άμεσο έλεγχό τους από τον ίδιο τον λαό και όχι από τις εγχώριες και ξένες οικονομικές και πολιτικές ελίτ. Ο απώτερος στόχος, στην προβληματική αυτή, θα ήταν η δημιουργία των αντικειμενικών προϋποθέσεων για τη συμμετοχή της χώρας μας σε μια μελλοντική Ευρώπη αυτοδύναμων, αλλά όχι αυτάρκων, περιφερειών και, τελικά, σε μια συνομοσπονδία των λαών σε πραγματικές δημοκρατίες που εξασφαλίζουν την ισοκατανομή της οικονομικής, πολιτικής και γενικότερα κοινωνικής δύναμης.
1. Βλ. Η Ελλάδα ως προτεκτοράτο της υπερεθνικής ελίτ - Η ανάγκη για άμεση έξοδο από την Ε.Ε. και για μια αυτοδύναμη Οικονομία (υπό έκδοση, Γόρδιος, Σεπτέμβρης 2010) & Εξαρτημένη Ανάπτυξη: η ελληνική περίπτωση (Εξάντας, 1985).
2. Βλ. π.χ. Leslie Sklair, The Transnational Capitalist Class, (Blackwell, 2001).
3. Π.χ. Γ. Μηλιός στην έρευνα του Ιού με τον χαρακτηριστικά αποπροσανατολιστικό τίτλο «Τα αποκαλυπτήρια του συστήματος», Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 14/2/2010.
1. Βλ. Η Ελλάδα ως προτεκτοράτο της υπερεθνικής ελίτ - Η ανάγκη για άμεση έξοδο από την Ε.Ε. και για μια αυτοδύναμη Οικονομία (υπό έκδοση, Γόρδιος, Σεπτέμβρης 2010) & Εξαρτημένη Ανάπτυξη: η ελληνική περίπτωση (Εξάντας, 1985).
2. Βλ. π.χ. Leslie Sklair, The Transnational Capitalist Class, (Blackwell, 2001).
3. Π.χ. Γ. Μηλιός στην έρευνα του Ιού με τον χαρακτηριστικά αποπροσανατολιστικό τίτλο «Τα αποκαλυπτήρια του συστήματος», Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 14/2/2010.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου