Κυριακή 8 Μαΐου 2011

Δισκογραφία τέλος!

 (πηγή)
της Χρυσούλας Παπαϊωάννου
από το Ποντίκι

Αν πριν από μία δεκαετία έλεγες σε κάποιον μουσικόφιλο ότι θα έρθει η στιγμή που οι στριμωγμένες και σκονισμένες στα ράφια μιας δισκοθήκης συλλογές θα αντικατασταθούν με giga και νούμερα χωρητικότητας σε σκληρούς δίσκους, μπορεί να σε περνούσε για τρελό. Κι όμως. Η εξέλιξη της τεχνολογίας διαμόρφωσε νέα ήθη, έμαθε στη νέα γενιά ότι η μουσική προσφέρεται δωρεάν και, τελικά, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, άλλαξε το status quo των πάλαι ποτέ πανίσχυρων δισκογραφικών, που βλέπουν τις αυτοκρατορίες τους να καταρρέουν.

Η νέα γενιά ακροατών γαλουχήθηκε με την αντίληψη ότι η μουσική είναι δωρεάν. Αρκούν μερικά χτυπηματάκια στο Ίντερνετ και αποκτάς όσα CDs θα αγόραζες με τα χαρτζιλίκια ενός χρόνου. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι η δαιμονοποίηση του Ίντερνετ είναι η εύκολη λύση. Υπάρχει και η άποψη ότι οι δισκογραφικές έβαλαν τα χέρια τους και έβγαλαν τα μάτια τους. Την τελευταία δεκαετία τα εφήμερα σουξέ και οι καριέρες - πυροτεχνήματα, που ξεπήδησαν κυρίως από τα τηλεοπτικά realities, κυριάρχησαν με τις ευλογίες τους. Η τηλεόραση άρχισε να παίζει πρωταρχικό ρόλο στη διαμόρφωση της μουσικής αισθητικής, τα έντυπα έγιναν διανομείς, όπου οι δισκογραφικές ξεφόρτωναν τους ανεκτίμητους καταλόγους τους, και τα περίπτερα της γειτονιάς αντικατέστησαν τα δισκοπωλεία. Πλέον αρκετοί τραγουδιστές δίνουν ακόμα και το καινούργιο τους CD με τις εφημερίδες. Είναι χαρακτηριστικό, πάντως, ότι, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του ’80 υπήρχαν 4.000 δισκοπωλεία, σήμερα έχουν μείνει μόλις 40.

Τι λένε οι αριθμοί

Η δισκογραφία ζει τις χειρότερες μέρες της ιστορίας της. Μπορεί οι δίσκοι να μην πουλάνε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν παράγονται. «Περίπου 1.100-1.300 δίσκοι παράγονται τον χρόνο. Η διαφορά, όμως, πλέον είναι ότι την παραγωγή την πληρώνουν συνήθως οι καλλιτέχνες» μας λέει ο κορυφαίος στατιστικολόγος Πέτρος Δραγουμάνος. Τα δε νούμερα του χρυσού δίσκου είναι αποκαρδιωτικά. Τη δεκαετία του ’90 ήταν 50.000 ενώ σήμερα 6.000. Οι μεγάλες εταιρείες δυσκολεύονται να επενδύσουν σε νέες παραγωγές, που ενδεχομένως θα βγάλουν τα νέα ταλέντα. «Παλιά ένας δίσκος του Γιώργου Νταλάρα κάλυπτε τη χασούρα δέκα άγνωστων τραγουδιστών. Ένας δίσκος της Χαρούλας Αλεξίου επέτρεπε τον πειραματισμό με πέντε άγνωστα ονόματα» συνεχίζει ο Δραγουμάνος. Τώρα, ούτε καν οι «σταρ» του ελληνικού τραγουδιού δεν αποφέρουν κέρδη στις δισκογραφικές.

Το αποτέλεσμα είναι ότι όλο και περισσότεροι καλλιτέχνες, ειδικά της νέας γενιάς, στρέφονται σε μικρές ανεξάρτητες εταιρείες. Συχνά έχουν ήδη περάσει ένα crash-test στο Ίντερνετ, που έχει εξελιχθεί σε ένα τεράστιο «παζάρι» μουσικής, απ’ όπου μπορείς να αλιεύσεις μικρά διαμαντάκια. Υπάρχει, βέβαια, και η περίπτωση να χαθείς στην υπερπροσφορά. Αλλά είναι γεγονός ότι το καινούργιο, την πρωτοπορία, το κάτι διαφορετικό δεν υπάρχει πια περίπτωση να το ακούσεις, όπως παλιότερα, στο ραδιόφωνο που έχει υποκύψει στη νόσο του playlist, αλλά στο Ίντερνετ.

Αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 50 ανεξάρτητες δισκογραφικές. «Είναι σαν γραφεία διανομής, εργολάβοι που βοηθούν με τη διαδικασία» λέει ο Πέτρος Δραγουμάνος. Ωστόσο, θεωρεί ότι αυτή δεν είναι η καλύτερη λύση για έναν νέο καλλιτέχνη. «Οι νέοι χάνουν που δεν πάνε σε μια μεγάλη εταιρεία γιατί εκεί ένα τραγούδι τους έχει μεγαλύτερες πιθανότητες σταδιοδρομίας, θα μπει σε μια συλλογή, θα διανεμηθεί με μία εφημερίδα, κ.λπ.». Και στο αμφιλεγόμενο θέμα της διανομής των CDs μέσω των εντύπων, που διχάζει και τους ίδιους τους καλλιτέχνες, δεν είναι τόσο αφοριστικός. «Έχει και τα καλά της αυτή η κατάσταση. Πόσα CDs πουλάει τον μήνα ο Μίκης Θεοδωράκης; Περίπου 200. Με την “Καθημερινή” που τον μοιράζει, τον αγοράζουν 130.000 τη βδομάδα. Μπήκε δηλαδή σε τόσα σπίτια που τον άκουγαν μόνο στο ραδιόφωνο» λέει. Και προσθέτει: «Οι καλλιτέχνες ξέρουν ότι το CD τους δεν θα πουλήσει, αλλά πρέπει να δηλώσουν το “παρών”. Ο δίσκος πλέον λειτουργεί σαν τις επαγγελματικές κάρτες, που έχουν το όνομα σου και το τηλέφωνο σου. Χωρίς δίσκο, οι καλλιτέχνες νιώθουν ανενεργοί. Ζούνε από τις εμφανίσεις».

Οι καλλιτέχνες και η κρίση

«Οι καλλιτέχνες της γενιάς μου βγήκαμε από τη δισκογραφία και μετά κάναμε live» λέει ο Θάνος Μικρούτσικος, ο οποίος έχει ζήσει τη χρυσή εποχή της δισκογραφίας. Ο «Σταυρός του Νότου» έχει πουλήσει ενάμισι εκατομμύριο αντίτυπα. Όταν το 2006 ο δίσκος του «Υπέροχα μονάχοι» έγινε χρυσός – ήταν ακόμα 15.000 – δεν πήγε να τον παραλάβει. Γιατί; «Πλέον ο χρυσός είναι για τους ευρύτερους συγγενείς και φίλους» απαντά. Είναι απαισιόδοξος για το μέλλον των δισκογραφικών. «Ακόμα και να γίνονται δίσκοι, που είναι δύσκολο, πώς θα καταναλώνονται; Οι δισκογραφικές ξεπούλησαν το λαϊκό και έντεχνο ρεπερτόριο 50 χρόνων με τα έντυπα και γέμισαν τα σπίτια τζάμπα μουσική. Με ένα ευρώ ο κόσμος αγόρασε τα άπαντα της Αλεξίου, του Ξαρχάκου, του Θεοδωράκη, του Χατζιδάκι. Για να αγοράσεις όμως, τη δουλειά ενός 22χρονου πρέπει να δώσεις 15 ευρώ. Ποιος θα το κάνει;». Και ναι, παρ’ ότι ο Θάνος Μικρούτσικος ανήκει στους παλαιάς κοπής καλλιτέχνες και έχει απολαύσει τις δόξες τής μέχρι τώρα επίσημης λεωφόρου της δισκογραφίας, δεν είναι καθόλου αρνητικός σε πιο εναλλακτικούς τρόπους διάθεσης του καλλιτεχνικού υλικού. «Πριν από έναν χρόνο ίσως ήμουν αρνητικός με το Ίντερνετ. Τώρα όχι» λέει.

Υπάρχουν και αυτοί που το τόλμησαν ήδη, όπως ο Σταμάτης Κραουνάκης, ο οποίος από το 2006 αποχώρησε από τις καθιερωμένες εταιρείες και σύστησε το δικό του label, τη «Λυχνία», απ’ όπου πλέον κυκλοφορούν οι δίσκοι του και διατίθενται επίσης και μέσω του Ίντερνετ. Όσο για την κρίση στη δισκογραφία, θεωρεί ότι ξεκίνησε από το ίδιο το υλικό της. «Σε μια χώρα που τραγουδούσε σύμπασα, ξέπεσε η μουσική. Δεν έχουμε πια τραγούδια και έργα. Ακούμε ριμέικ του εαυτού μας εκατό φορές: ανακύκλωση, κανένα γούστο, φόβος, ανασφάλεια, χάρτινες φωνές, αραχνοΰφαντες μελωδίες. Δεν βγαίνει μουσική που θα άκουγες στο σπίτι σου» λέει και προσθέτει ότι «το παιχνίδι χάθηκε όταν η μουσική άρχισε να δίνεται δωρεάν».

Η αυτονόμηση των δημιουργών

Τι όφελος, όμως, έχει ο καλλιτέχνης όταν αποφασίσει να αυτονομηθεί από τις μεγάλες δισκογραφικές και να πάρει την τύχη του υλικού του στα χέρια του; «Καλλιτεχνική ελευθερία» απαντά ο Στάθης Δρογώσης, ο οποίος πρόσφατα εγκαινίασε τη δική του ιστοσελίδα (www.antelmamusic.com) με την κυκλοφορία του δίσκου του «Όμορφη ζωή», ακολουθώντας τα βήματα του συγκροτήματος Radiohead, οι οποίοι πρώτοι είχαν διαθέσει δίσκο τους στο Ίντερνετ με προαιρετική εισφορά. Ο Δρογώσης επιμένει ότι το μοντέλο του μέλλοντος είναι «κάθε καλλιτέχνης να έχει τη δική του εταιρεία, ίσως και να συνεργάζονται μεταξύ τους». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι, επιλέγοντας την αυτονομία, ο δρόμος είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Τον δίσκο του, για παράδειγμα, τον έχουν ήδη κατεβάσει από το site του 5.000 άτομα, από τα οποία μόνο τα 700 πλήρωσαν ένα αντίτιμο. Και να που τέτοιες κινήσεις μπορούν να «χτυπήσουν» και την ίδια την πειρατεία. «Έστειλα mail στα διάφορα φόρα που έβγαζαν πειρατικά CDs και τους κατηύθυνα στη σελίδα μου. Σε κάποια λειτούργησε». Και όχι, δεν πιστεύει ότι η πειρατεία σκοτώνει τη μουσική, όπως προπαγάνδιζαν οι δισκογραφικές. «Η πειρατεία σκότωσε τις ίδιες τις δισκογραφικές. Και αυτές προσπάθησαν να σκοτώσουν τη μουσική γιατί άρχισαν να “ψωνίζουν” από τα realities. Η μουσική δεν πεθαίνει γιατί δεν πρόκειται να… κουφαθούμε. Οι δισκογραφικές, όμως, δεν περνούν απλώς κρίση, οδεύουν προς τον θάνατο. Είναι “επάγγελμα” υπό εξαφάνιση, όπως οι φαροφύλακες…».

Για «τέλος εποχής» μιλά και ο Γιάννης Αγγελάκας. «Το κυρίως προϊόν των δισκογραφικών είχε γίνει life-style – που ούτως ή άλλως δεν είχε μέλλον: ελληνάδικα, φτηνά ποπ, σκυλάδικα. Μόλις κατέρρευσε το life-style, τελείωσαν και οι δισκογραφικές» λέει. Και αυτός μπήκε δυναμικά στον θαυμαστό κόσμο της νέας τεχνολογίας και τη δυνατότητα αυτοδιαχείρισης που προσφέρει. Από ’δώ και στο εξής οι δίσκοι του θα κυκλοφορούν από την ιστοσελίδα του (www.altogethernow.gr), που θα λειτουργεί και ως blog, αλλά και ως φυτώριο παραγωγής και δίσκων φίλων και συνεργατών.«Το Ίντερνετ επιτρέπει τη δημιουργικότητα» λέει «χωρίς να χρειάζονται οι διαμεσολαβητές. Έτσι, ο δίσκος κοστίζει λιγότερο. Είναι σημαντικό ότι η επαφή με τον ακροατή γίνεται άμεσα. Νομίζω ότι η εποχή είναι ιδανική για ανθρώπους με ιδέες και ανησυχίες».

Αυτή η συντονισμένη προσπάθεια από καλλιτέχνες να αυτοδιαθέσουν το υλικό τους θέλει χρόνο για να αποφέρει καρπούς, αλλά και... καλή διάθεση εκ μέρους των μουσικόφιλων, οι οποίοι θα πρέπει να αρχίσουν να ξαναβάζουν το χέρι στην τσέπη προκειμένου να αποκτήσουν τη μουσική που θέλουν. Ούτως ή άλλως, από τη στιγμή που δεν υπάρχουν διαμεσολαβητές, η τιμή του CD είναι αρκετά χαμηλή. Βέβαια, η τιμή έπεσε πρόσφατα και στα δισκοπωλεία. Εκεί που πλήρωνες μέχρι και 25 ευρώ για έναν νέο δίσκο, τώρα τον βρίσκεις με 10 έως 15 ευρώ. Ούτε, όμως, τέτοιες απελπισμένες κινήσεις, που έπρεπε να έχουν γίνει νωρίτερα, μπορούν να βγάλουν τη δισκογραφία από τον βάλτο της. Ακόμα και τα πειρατικά CDs, τα οποία πριν από μια δεκαετία βρίσκαμε εν αφθονία στους δρόμους και στους πάγκους των μεταναστών – που κι αυτοί έχτισαν ολόκληρες δισκοθήκες –, τείνουν να εκλείψουν. Όταν αυτοί τα πουλούσαν 5 ευρώ, στα δισκοπωλεία στοίχιζαν 25. Τώρα που το CD έπεσε στα 10, το πειρατικό θα στοιχίζει όλα κι όλα 2 ευρώ. Δηλαδή, τζάμπα κόπος.

.-.-.-.-.-.


- Εμ, τα λέγαμε, δεν τα λέγαμε χρόνια πίσω;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου