(πηγή) |
του Γιάννη Μηλιού
από τις "Συναντήσεις"
1. Ποιοι διαπραγματεύονται;
Σε κάθε (επανα)διαπραγμάτευση υπάρχει ένα καταστατικό ερώτημα: Ποιος διαπραγματεύεται τι και με ποιον;
Αν κάποιος/α είναι οπαδός της ιδεολογίας από την οποία προκύπτουν τα δελτία των 8.00, δεν θα έχει μάλλον καμία απορία αναφορικά με το ερώτημα: Η διαπραγμάτευση (θα) αφορά τη «χώρα» και τους «πιστωτές» της (ή «εμάς» και τους «πιστωτές μας»), με αντικείμενο το ύψος του δημόσιου χρέους (διαγραφή ενός τμήματός του; με ποια διαδικασία;) ή/και τους τρόπους και χρόνους αποπληρωμής του (μείωση επιτοκίων; παράταση του χρόνου αποπληρωμής;)
Εντούτοις, αν κάποιος/α είναι αριστερός/ή που επιδιώκει να είναι και μαρξιστής/στρια, θα κατανοεί ότι οι παραπάνω απαντήσεις συνιστούν μια παραγνώριση της πραγματικότητας, που απορρέει από την κυριαρχία της αστικής ιδεολογίας. Δεν διαπραγματεύεται η «χώρα», αλλά η ελληνική άρχουσα τάξη, εκπροσωπούμενη δια της κυβέρνησης. Δεν διαπραγματεύεται με «τους πιστωτές» του ελληνικού Δημοσίου, αλλά με (τις) άλλες άρχουσες τάξεις της Ε.Ε. δια των πολιτικών εκπροσώπων τους και με τους εκπροσώπους «θεσμών» διεθνούς χαρακτήρα (ΕΚΤ, ΔΝΤ, κ.λπ.) που εκφράζουν τα κοινά συμφέροντα των ευρωπαϊκών καπιταλισμών ή ευρύτερα των κυρίαρχων καπιταλιστικών δυνάμεων του πλανήτη και τις ρευστές και μεταβαλλόμενες ισορροπίες μεταξύ τους.
Σε κάθε (επανα)διαπραγμάτευση υπάρχει ένα καταστατικό ερώτημα: Ποιος διαπραγματεύεται τι και με ποιον;
Αν κάποιος/α είναι οπαδός της ιδεολογίας από την οποία προκύπτουν τα δελτία των 8.00, δεν θα έχει μάλλον καμία απορία αναφορικά με το ερώτημα: Η διαπραγμάτευση (θα) αφορά τη «χώρα» και τους «πιστωτές» της (ή «εμάς» και τους «πιστωτές μας»), με αντικείμενο το ύψος του δημόσιου χρέους (διαγραφή ενός τμήματός του; με ποια διαδικασία;) ή/και τους τρόπους και χρόνους αποπληρωμής του (μείωση επιτοκίων; παράταση του χρόνου αποπληρωμής;)
Εντούτοις, αν κάποιος/α είναι αριστερός/ή που επιδιώκει να είναι και μαρξιστής/στρια, θα κατανοεί ότι οι παραπάνω απαντήσεις συνιστούν μια παραγνώριση της πραγματικότητας, που απορρέει από την κυριαρχία της αστικής ιδεολογίας. Δεν διαπραγματεύεται η «χώρα», αλλά η ελληνική άρχουσα τάξη, εκπροσωπούμενη δια της κυβέρνησης. Δεν διαπραγματεύεται με «τους πιστωτές» του ελληνικού Δημοσίου, αλλά με (τις) άλλες άρχουσες τάξεις της Ε.Ε. δια των πολιτικών εκπροσώπων τους και με τους εκπροσώπους «θεσμών» διεθνούς χαρακτήρα (ΕΚΤ, ΔΝΤ, κ.λπ.) που εκφράζουν τα κοινά συμφέροντα των ευρωπαϊκών καπιταλισμών ή ευρύτερα των κυρίαρχων καπιταλιστικών δυνάμεων του πλανήτη και τις ρευστές και μεταβαλλόμενες ισορροπίες μεταξύ τους.