σκίτσο του Ανδρέα Πετρουλάκη από την Καθημερινή |
από την Καθημερινή
Ούτε δύο αιώνες δεν έχουμε συμπληρώσει ως ελεύθερο κράτος. Τι να πρωτοπρολάβεις λοιπόν να οργανώσεις, να αριθμήσεις, να ταξινομήσεις. Κι όπως ακριβώς δεν ξέρουμε πόσα είναι τα ακίνητα του Δημοσίου, έτσι αγνοούμε και πόσες είναι οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, όσες ιδρύθηκαν μετά το 1997. Και αφού δεν έχουν καν καταγραφεί, πώς και ποιος να ξέρει πόσες είναι αυθεντικές, με έργο πέρα από τις καλές προθέσεις των ιδρυτών τους, και πόσες άδειοι τίτλοι, που ωστόσο ενδέχεται να μην έχουν εντελώς άδεια ταμεία, είτε χάρη στις συνδρομές καλοπίστων, είτε χάρη στην κρατική γενναιοδωρία.
Κάποτε το «Μη Κυβερνητική Οργάνωση» θεωρούνταν τίτλος τιμής. Τα πράγματα όμως άλλαξαν. Και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς από τη στιγμή που οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις συντηρούνται με κυβερνητικό χρήμα, παρά το όνομά τους (και παρά το παράδειγμα της Greenpeace, που αποκλείει τη χρηματοδότησή της από κυβερνήσεις και εταιρείες). Επιπλέον έχουν δει το φως διάφορα σκανδαλώδη, που απαξίωσαν τον κάποτε τιμητικό χαρακτηρισμό. Η ΜΚΟ της Εκκλησίας, λ.χ., αναγκάστηκε να αλλάξει όνομα, να γίνει «Αποστολή» από «Αλληλεγγύη», περίπου σαν τις ποδοσφαιρικές ομάδες, που, για να μην πέσουν κατηγορία λόγω της κακοδιαχείρισής τους, προσθέτουν ένα «νέος» στο όνομά τους και ψευτοκαθαρίζουν.
Σίγουρα, αρκετές από τις χιλιάδες οργανώσεις θα λειτουργούν χάρη στο πάθος των μελών τους και την ανιδιοτέλειά τους· όσο κι αν ορισμένοι επιμένουν πως είμαστε μια κοινωνία γενικευμένου ατομισμού, υπάρχουν πάντοτε, σαν μαγιά για έναν κόσμο που ενδέχεται να μην έρθει ποτέ, οι ταμένοι της ανώνυμης προσφοράς, οι αποφασισμένοι της αλληλεγγύης. Επίσης σίγουρο είναι όμως ότι πολλές οργανώσεις που φέρονται ως μη κυβερνητικές παρασιτούν εις βάρος του κρατικού κορβανά, δίχως να κάνουν το παραμικρό ωφέλιμο (150 εκατομμύρια δραχμές «για την προαγωγή του χριστιανισμού στη Βόρεια Κορέα» πώς να δικαιολογηθούν;).
Με ευρηματικούς τίτλους που εντούτοις σκέπαζαν το απόλυτο τίποτα (μερικούς τους πρωτακούσαμε τον καιρό του συμβάντος με τον κ. Ζαχόπουλο), αποσπούσαν γερές χορηγίες χωρίς να αποδίδουν λογαριασμό. Είναι κι αυτή μια από τις μορφές του αγρίως πελατειακού, κομματοεξαρτημένου κράτους που φροντίζει να ικανοποιεί τους δικούς τους ανθρώπους, πράσινους, γαλάζιους και χαμαιλέοντες, ή τους αναποφάσιστους που κάπως πρέπει να πειστούν. Η μεγάλη διαφθορά, η υψηλή, έχει ανάγκη τη χαμηλή, σαν άλλοθι ή σαν μέθοδο συγκάλυψης.
Τώρα, επιτέλους, θα μετρηθούν και θα ελεγχθούν οι ΜΚΟ. Αλλά ποια εμπιστοσύνη να έχουμε όταν τη δουλειά αυτή ανέλαβε να τη διεκπεραιώσει ένα κόμμα κυβερνών μεν, πλην όμως φερόμενο σαν εκτός ευθύνης και άνευ σχεδίου μη κυβερνητική οργάνωση. Και το δικό του όνομα άλλωστε έχει τόσο σχέση με την πραγματικότητα όση κι ο τίτλος των μισών ΜΚΟ.
Ούτε δύο αιώνες δεν έχουμε συμπληρώσει ως ελεύθερο κράτος. Τι να πρωτοπρολάβεις λοιπόν να οργανώσεις, να αριθμήσεις, να ταξινομήσεις. Κι όπως ακριβώς δεν ξέρουμε πόσα είναι τα ακίνητα του Δημοσίου, έτσι αγνοούμε και πόσες είναι οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, όσες ιδρύθηκαν μετά το 1997. Και αφού δεν έχουν καν καταγραφεί, πώς και ποιος να ξέρει πόσες είναι αυθεντικές, με έργο πέρα από τις καλές προθέσεις των ιδρυτών τους, και πόσες άδειοι τίτλοι, που ωστόσο ενδέχεται να μην έχουν εντελώς άδεια ταμεία, είτε χάρη στις συνδρομές καλοπίστων, είτε χάρη στην κρατική γενναιοδωρία.
Κάποτε το «Μη Κυβερνητική Οργάνωση» θεωρούνταν τίτλος τιμής. Τα πράγματα όμως άλλαξαν. Και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς από τη στιγμή που οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις συντηρούνται με κυβερνητικό χρήμα, παρά το όνομά τους (και παρά το παράδειγμα της Greenpeace, που αποκλείει τη χρηματοδότησή της από κυβερνήσεις και εταιρείες). Επιπλέον έχουν δει το φως διάφορα σκανδαλώδη, που απαξίωσαν τον κάποτε τιμητικό χαρακτηρισμό. Η ΜΚΟ της Εκκλησίας, λ.χ., αναγκάστηκε να αλλάξει όνομα, να γίνει «Αποστολή» από «Αλληλεγγύη», περίπου σαν τις ποδοσφαιρικές ομάδες, που, για να μην πέσουν κατηγορία λόγω της κακοδιαχείρισής τους, προσθέτουν ένα «νέος» στο όνομά τους και ψευτοκαθαρίζουν.
Σίγουρα, αρκετές από τις χιλιάδες οργανώσεις θα λειτουργούν χάρη στο πάθος των μελών τους και την ανιδιοτέλειά τους· όσο κι αν ορισμένοι επιμένουν πως είμαστε μια κοινωνία γενικευμένου ατομισμού, υπάρχουν πάντοτε, σαν μαγιά για έναν κόσμο που ενδέχεται να μην έρθει ποτέ, οι ταμένοι της ανώνυμης προσφοράς, οι αποφασισμένοι της αλληλεγγύης. Επίσης σίγουρο είναι όμως ότι πολλές οργανώσεις που φέρονται ως μη κυβερνητικές παρασιτούν εις βάρος του κρατικού κορβανά, δίχως να κάνουν το παραμικρό ωφέλιμο (150 εκατομμύρια δραχμές «για την προαγωγή του χριστιανισμού στη Βόρεια Κορέα» πώς να δικαιολογηθούν;).
Με ευρηματικούς τίτλους που εντούτοις σκέπαζαν το απόλυτο τίποτα (μερικούς τους πρωτακούσαμε τον καιρό του συμβάντος με τον κ. Ζαχόπουλο), αποσπούσαν γερές χορηγίες χωρίς να αποδίδουν λογαριασμό. Είναι κι αυτή μια από τις μορφές του αγρίως πελατειακού, κομματοεξαρτημένου κράτους που φροντίζει να ικανοποιεί τους δικούς τους ανθρώπους, πράσινους, γαλάζιους και χαμαιλέοντες, ή τους αναποφάσιστους που κάπως πρέπει να πειστούν. Η μεγάλη διαφθορά, η υψηλή, έχει ανάγκη τη χαμηλή, σαν άλλοθι ή σαν μέθοδο συγκάλυψης.
Τώρα, επιτέλους, θα μετρηθούν και θα ελεγχθούν οι ΜΚΟ. Αλλά ποια εμπιστοσύνη να έχουμε όταν τη δουλειά αυτή ανέλαβε να τη διεκπεραιώσει ένα κόμμα κυβερνών μεν, πλην όμως φερόμενο σαν εκτός ευθύνης και άνευ σχεδίου μη κυβερνητική οργάνωση. Και το δικό του όνομα άλλωστε έχει τόσο σχέση με την πραγματικότητα όση κι ο τίτλος των μισών ΜΚΟ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου