του Θανάση Καρτερού
από ΑΥΓΗ Με τέτοια ζέστη, πώς να μιλήσει κανείς για πάλη των τάξεων, για την αδικία των μέτρων Παπανδρέου-τρόικας και για τις επιπτώσεις τους στην έρμη την οικονομία και στην ακόμα πιο έρμη οικονομία της κάθε οικογένειας, που δοκιμάζεται από τη δημοσιονομική εξυγίανση και δοκιμάζει σπαζοκεφαλιές για να τα βγάλει πέρα - τρεις το ξίδι, τρεις το λάδι, έξι το λαδόξιδο. Διότι, όπως ξέρει ο καθένας, εκτός ίσως από τους αισιόδοξους τραπεζίτες που αναζητούν στην κρίση τη γιγάντωση της τράπεζάς τους, οι περικοπές στον κρατικό προϋπολογισμό μεταφράζονται σε περικοπές στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Κούλα, Χαράλαμπε, τελεία.
Ας μιλήσουμε λοιπόν για μπάνια, για δροσερές παραλίες, αρμυρίκια και πεύκα έτοιμα να προσφέρουν τον ίσκιο τους σε προνομιούχους μη προνομιούχους. Ας πούμε ότι έχουμε να κάνουμε με οικογένεια ολιγαρκή, που της φτάνει το σκηνάκι της και η αγάπη για να περάσει μερικές μέρες κοντά στη θάλασσα. Και βολεύεται με φαγητό ιδίας παρασκευής, μακριά από εστιατόρια, restaurants και εν γένει κοφτήρια. Ωραία; Έλα όμως εσύ, κύριε Παπακωνσταντίνου, κυρία Κατσέλη, κύριε Γερουλάνε, να τους υποδείξεις πώς θα πλεύσουν στον ποθητό προορισμό. Πώς θα φτάσει μια τριμελής κι ακόμα χειρότερα μια τετραμελής οικογένεια στο νησάκι όπου θα μπορέσει να στήσει το τσαρδί της σε κάποιο κάμπινγκ, κατά προτίμηση ελεύθερο και τζάμπα;
Εδώ σε θέλω κάβουρα, αφού δεν μιλάμε βέβαια για τη Μύκονο! Διακόσια, τριακόσια και τετρακόσια ευρώ εισιτήρια, βάλτε και τους καραβίσιους καφέδες, πού διάολο θα βρεθούν; Στον κοινωνικό τουρισμό θα πείτε και ο γνώστης θα σας απαντήσει να πάτε εσείς στον κοινωνικό τουρισμό κι αν βρείτε εισιτήρια για τέτοια εποχή, να το γράψετε στους “Financial Times” για να καταλάβουν ότι έχει αρχίσει η ανάκαμψη. Άρα; Άρα θέλεις ν' αγιάσεις και δεν σ’ αφήνουν οι διαβόλοι του Παπανδρέου. Άρα ξαναγυρνάς στα ίδια και τα ίδια -εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες δεν θα πάνε ούτε μια μέρα διακοπές, γιατί δεν μπορούν να πάνε. Τους έφαγε τα εισιτήρια η τρόικα, πώς το λένε. Κι έτσι ξαναγυρίζουμε στην αφετηρία, την οποία θέλαμε να αποφύγουμε.
“Βρε, για διακοπές είμαστε τώρα;” αναρωτιούνται πολλοί. Όχι, δεν είμαστε δυστυχώς, αλλά όταν ακόμα και τα μπάνια του λαού γίνονται όνειρα θερινής νυχτός, τότε άντε και κακό φθινόπωρο.
Ας μιλήσουμε λοιπόν για μπάνια, για δροσερές παραλίες, αρμυρίκια και πεύκα έτοιμα να προσφέρουν τον ίσκιο τους σε προνομιούχους μη προνομιούχους. Ας πούμε ότι έχουμε να κάνουμε με οικογένεια ολιγαρκή, που της φτάνει το σκηνάκι της και η αγάπη για να περάσει μερικές μέρες κοντά στη θάλασσα. Και βολεύεται με φαγητό ιδίας παρασκευής, μακριά από εστιατόρια, restaurants και εν γένει κοφτήρια. Ωραία; Έλα όμως εσύ, κύριε Παπακωνσταντίνου, κυρία Κατσέλη, κύριε Γερουλάνε, να τους υποδείξεις πώς θα πλεύσουν στον ποθητό προορισμό. Πώς θα φτάσει μια τριμελής κι ακόμα χειρότερα μια τετραμελής οικογένεια στο νησάκι όπου θα μπορέσει να στήσει το τσαρδί της σε κάποιο κάμπινγκ, κατά προτίμηση ελεύθερο και τζάμπα;
Εδώ σε θέλω κάβουρα, αφού δεν μιλάμε βέβαια για τη Μύκονο! Διακόσια, τριακόσια και τετρακόσια ευρώ εισιτήρια, βάλτε και τους καραβίσιους καφέδες, πού διάολο θα βρεθούν; Στον κοινωνικό τουρισμό θα πείτε και ο γνώστης θα σας απαντήσει να πάτε εσείς στον κοινωνικό τουρισμό κι αν βρείτε εισιτήρια για τέτοια εποχή, να το γράψετε στους “Financial Times” για να καταλάβουν ότι έχει αρχίσει η ανάκαμψη. Άρα; Άρα θέλεις ν' αγιάσεις και δεν σ’ αφήνουν οι διαβόλοι του Παπανδρέου. Άρα ξαναγυρνάς στα ίδια και τα ίδια -εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες δεν θα πάνε ούτε μια μέρα διακοπές, γιατί δεν μπορούν να πάνε. Τους έφαγε τα εισιτήρια η τρόικα, πώς το λένε. Κι έτσι ξαναγυρίζουμε στην αφετηρία, την οποία θέλαμε να αποφύγουμε.
“Βρε, για διακοπές είμαστε τώρα;” αναρωτιούνται πολλοί. Όχι, δεν είμαστε δυστυχώς, αλλά όταν ακόμα και τα μπάνια του λαού γίνονται όνειρα θερινής νυχτός, τότε άντε και κακό φθινόπωρο.
Σκίτσο Γιάννη Ιωάννου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου