Τα ποσοστά, όπως προκύπτουν από τις πρόσφατες σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης, είναι συντριπτικά: το 90% των πολιτών αποδοκιμάζει τα μέτρα για το εργασιακό και το ασφαλιστικό μιας κυβέρνησης που ευκολύνεται να υποδύεται την εξαναγκασμένη από το Μνημόνιο. Ταυτόχρονα η λαϊκή δυσαρέσκεια αποτυπώνεται στον καταποντισμό της εκλογικής επιρροής του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., αλλά και στη συρρρίκνωση της δημοτικότητας των αρχηγών τους. Στο Βαρόμετρο Ιουλίου της Public Issue, το 79% των ερωτηθέντων εμφανίζεται δυσαρεστημένο από την κυβέρνηση, το δε 88% δυσαρεστημένο από την αξιωματική αντιπολίτευση. Οσο για τον «Κανέναν», το φάντασμα αυτό των δημοσκοπήσεων, φαίνεται ότι βρήκε την Ιθάκη του στη σχεδόν πλήρη αποστροφή για τα δύο κόμματα εξουσίας, χωρίς πάντως να ευνοεί κάποιον από τους «μικρούς»: το 65% κρίνει ότι κανένα από τα δύο κόμματα που απολαμβάνουν εναλλάξ την εξουσία δεν αξίζει τον τίτλο της καλύτερης κυβέρνησης.
Αλλα σε τι μετουσιώνεται η μαζική αποδοκιμασία, που τη νιώθει κανείς, σχεδόν την ακουμπάει και στον περίγυρό του, στις βαριές, όλο και πιο βαριές κουβέντες που ακούει για την πολιτική και τους πολιτικούς και τις οποίες αναμεταδίδουν ακόμα και ραδιοφωνικοί ή τηλεοπτικοί αστέρες που μια χαρά τα πήγαιναν ώς τώρα με τις κάθε λογής εξουσίες; Σε τι μεταμορφώνεται η οργή, ώστε να μην απειληθεί από την αυτοανάλωση και το βάλτωμα; Σε απεργίες και διαδηλώσεις, θα έλεγε κάποιος. Μόνο που η μαζικότητα στις συγκεντρώσεις της προηγούμενης εβδομάδας, την ημέρα της πανελλαδικής απεργίας, όταν ψηφιζόταν το σφαγιαστικό ασφαλιστικό, ήταν μικρότερη από κάθε άλλη φορά φέτος· αντί να αποτελέσουν σημείο κορύφωσης, έδωσαν μηνύματα αποκαρδίωσης.
Οι τεχνικές εξηγήσεις της μικρής συμμετοχής δεν αρκούν, και μάλλον σαν μικρής ισχύος άλλοθι ηχούν. Εμποδίστηκε η μετακίνηση όσων θα ήθελαν να κατεβούν στο Σύνταγμα λόγω της απεργίας των μέσων συγκοινωνίας, η ζέστη και το καλοκαίρι αποθάρρυναν πολλούς και ακόμα περισσότερους έχει αποθαρρύνει η τετραπλή δολοφονία στη Μαρφίν και ο συστηματικά καλλιεργούμενος φόβος των επεισοδίων κ. λπ. Ολοι αυτοί οι ισχυρισμοί ακούγονται μονότονα από την πλευρά της συνδικαλιστικής ηγεσίας, η οποία αδυνατεί να αντιληφθεί, ή δεν είναι πρόθυμη, ότι μέρος του προβλήματος είναι και η δική της αναξιοπιστία· παγίως, οι ηγέτες αντιμετωπίζονται σαν μέλλοντες βουλευτές, δηλαδή σαν ήδη «απέναντι». Μέρος του προβλήματος επίσης, σοβαρό, είναι και το γεγονός ότι κόμματα και οργανώσεις κηρύσσουν «ενωτικούς αγώνες» τη στιγμή που, εθιμικώς, οι διαδηλώσεις είναι τουλάχιστον δύο την ίδια μέρα, παράλληλες (είναι φαίνεται αντεπαναστατικό να συγχρώνται οι Σαμαρείτες με τους Ιουδαίους), ενώ ειδικά στην εκτός παγωμένου ΚΚΕ Αριστερά η ενότητα προωθείται διά της διασπάσεως και του χωρισμού. Και ποιους και πόσους να ενώσεις, όπως κηρύσσεις και πιθανόν επιθυμείς, διασπώντας ή διασπώμενος;
Αλλα σε τι μετουσιώνεται η μαζική αποδοκιμασία, που τη νιώθει κανείς, σχεδόν την ακουμπάει και στον περίγυρό του, στις βαριές, όλο και πιο βαριές κουβέντες που ακούει για την πολιτική και τους πολιτικούς και τις οποίες αναμεταδίδουν ακόμα και ραδιοφωνικοί ή τηλεοπτικοί αστέρες που μια χαρά τα πήγαιναν ώς τώρα με τις κάθε λογής εξουσίες; Σε τι μεταμορφώνεται η οργή, ώστε να μην απειληθεί από την αυτοανάλωση και το βάλτωμα; Σε απεργίες και διαδηλώσεις, θα έλεγε κάποιος. Μόνο που η μαζικότητα στις συγκεντρώσεις της προηγούμενης εβδομάδας, την ημέρα της πανελλαδικής απεργίας, όταν ψηφιζόταν το σφαγιαστικό ασφαλιστικό, ήταν μικρότερη από κάθε άλλη φορά φέτος· αντί να αποτελέσουν σημείο κορύφωσης, έδωσαν μηνύματα αποκαρδίωσης.
Οι τεχνικές εξηγήσεις της μικρής συμμετοχής δεν αρκούν, και μάλλον σαν μικρής ισχύος άλλοθι ηχούν. Εμποδίστηκε η μετακίνηση όσων θα ήθελαν να κατεβούν στο Σύνταγμα λόγω της απεργίας των μέσων συγκοινωνίας, η ζέστη και το καλοκαίρι αποθάρρυναν πολλούς και ακόμα περισσότερους έχει αποθαρρύνει η τετραπλή δολοφονία στη Μαρφίν και ο συστηματικά καλλιεργούμενος φόβος των επεισοδίων κ. λπ. Ολοι αυτοί οι ισχυρισμοί ακούγονται μονότονα από την πλευρά της συνδικαλιστικής ηγεσίας, η οποία αδυνατεί να αντιληφθεί, ή δεν είναι πρόθυμη, ότι μέρος του προβλήματος είναι και η δική της αναξιοπιστία· παγίως, οι ηγέτες αντιμετωπίζονται σαν μέλλοντες βουλευτές, δηλαδή σαν ήδη «απέναντι». Μέρος του προβλήματος επίσης, σοβαρό, είναι και το γεγονός ότι κόμματα και οργανώσεις κηρύσσουν «ενωτικούς αγώνες» τη στιγμή που, εθιμικώς, οι διαδηλώσεις είναι τουλάχιστον δύο την ίδια μέρα, παράλληλες (είναι φαίνεται αντεπαναστατικό να συγχρώνται οι Σαμαρείτες με τους Ιουδαίους), ενώ ειδικά στην εκτός παγωμένου ΚΚΕ Αριστερά η ενότητα προωθείται διά της διασπάσεως και του χωρισμού. Και ποιους και πόσους να ενώσεις, όπως κηρύσσεις και πιθανόν επιθυμείς, διασπώντας ή διασπώμενος;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου