Η άρνηση πληρωμής του χρέους και οι παγίδες
Του Κώστα Καλλωνιάτη
από την ΑΥΓΗ
Η οικονομική κρίση εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς, σε σημείο που κανείς δεν μιλά πια για αποκλειστικά ελληνική κρίση, αλλά μάλλον και για ισπανική, πορτογαλική, βρετανική και ευρωπαϊκή που, τελικά, κινδυνεύει να απλωθεί σε Αμερική και Ασία ακυρώνοντας τις όποιες προσπάθειες ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας. Μάρτυρας η σύγκρουση πολιτικών μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωζώνης για την αντιμετώπισή της, όπως και στο εσωτερικό της ΕΕ για τον επιμερισμό των βαρών, ή η διένεξη ΗΠΑ-Κίνας για την συναλλαγματική ισοτιμία και τη προστατευτική πολιτική.
Μαζί με τη κρίση εξελίσσεται αναπότρεπτα και η ταξική πάλη. Ο κοιμισμένος γίγαντας, η τάξη των ευρωπαίων μισθωτών, αφυπνίζεται. Γενικές απεργίες εξαγγέλλονται σαν απάντηση στη γενίκευση των μέτρων μονομερούς λιτότητας που αποφάσισαν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Γενικές εθνικές απεργίες που σχεδόν συμπίπτουν χρονικά και συγχρόνως δίνουν ραντεβού για τις 29 Σεπτεμβρίου στην πρώτη συντονισμένη πανευρωπαϊκή απεργία. Η ευρωπαϊκή τάξη της μισθωτής εργασίας αποκτά βαθμιαία συνείδηση ότι στην κρίση αυτή των κρατικών και ιδιωτικών χρεών δεν υπάρχει ένας εύκολα δακτυλοδεικτούμενος ένοχος και αποδιοπομπαίος τράγος, πχ οι ρέμπελοι έλληνες. Αλλά ότι η θυματοποίηση όλων των εργαζομένων με τα μέτρα λιτότητας που προωθούν οι κυβερνήσεις, υποδηλώνει ότι ο πραγματικός ένοχος βρίσκεται εντός των τειχών και δεν είναι άλλος από το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και την πλουτοκρατία.
Στις συνθήκες αυτές, ένα μοναδικό πεδίο αγώνα για την επιβίωση και αναμόρφωση της Ευρώπης ανοίγεται με τη μαχητική συμμετοχή των άμεσα ενδιαφερομένων, των εργαζομένων, και των πολιτικών εκπροσώπων τους, υφισταμένων και δυνητικών. Σε άμεση προοπτική το θέμα που τίθεται για την Ευρωζώνη είναι είτε η δημοσιονομική ολοκλήρωση και η πολιτική ενοποίησή της με παράλληλη ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών και αναδιανομή πόρων υπέρ των υπερχρεωμένων χωρών και των αδύναμων εισοδηματικά τάξεων, είτε η σημερινή σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική της μονόπλευρης δημοσιονομικής προσαρμογής και λιτότητας που οδηγεί σε μία ταξική, συγκεντρωτική, αυταρχική και γι’ αυτό αξιέξοδη κοινωνικά και πολιτικά Ευρώπη που το πιθανότερο είναι να μην επιβιώσει με την τρέχουσα μορφή της. Μεσομακροπρόθεσμα η προοπτική είναι σοσιαλισμός ή πόλεμος (εσωτερικός ή/και εξωτερικός).
Σε ένα τέτοιο αγώνα για το μέλλον της Ευρώπης, η Ελλάδα δεν μπορεί να απουσιάζει. Γιατί το ίδιο το μέλλον της χώρας εξαρτάται αποκλειστικά από την έκβαση της μάχης για την κατεύθυνση που θα πάρει η ΕΕ. Γιατί αν υπάρχουν τρία πράγματα που κατέδειξε πολλαπλά και εμπεριστατωμένα η ιστορική εμπειρία των τελευταίων 100-150 ετών είναι πως :
(α) ο καπιταλισμός περνά μακρές περιόδους καταστροφικής κρίσης που εναλλάσσονται με μακρές περιόδους εκρηκτικής ανάπτυξης που έχουν σαν αποτέλεσμα την αύξηση των ανισοτήτων και των ανισορροπιών σε ένα ολοένα και πιο εκτεταμένο επίπεδο όπως σήμερα με την παγκοσμιοποίηση,
(β) έχουμε μόλις εισέλθει σε μία μακρά περίοδο καπιταλιστικής κρίσης η οποία πλέον αγκαλιάζει όλο τον πλανήτη με πρωτοφανείς και μη αντιστρέψιμες καταστροφικές συνέπειες όσον αφορά το φυσικό περιβάλλον, την εξάντληση των πόρων, τις κοινωνικές σχέσεις και τον ψυχισμό των ανθρώπων, κατάσταση δηλαδή γενικευμένης αποσάθρωσης που δεν επιδέχεται λύσεις στα πλαίσια του συστήματος,
(γ) στην εποχή του ιμπεριαλισμού, δηλαδή στην εποχή της παγκόσμιας οικονομίας, δεν μπορεί να ευδοκιμήσει η κοινωνική αλλαγή, ο σοσιαλισμός, στα στενά και ασφυκτικά εθνικά πλαίσια μιας μόνον χώρας. Όσες επαναστατικές απόπειρες αποτολμήθηκαν, μπορεί να πέτυχαν στο εθνικοαπελευθερωτικό και αστικοδημοκρατικό τους σκέλος, απέτυχαν όμως στο τελικό στόχο της σοσιαλιστικής αλλαγής γιατί περιορίστηκαν στα εθνικά τους σύνορα.
Ουδείς αντιλέγει πως η κοινωνική αλλαγή ξεκινά πάντα σε εθνική βάση. Αν, όμως, δεν έχει εξαρχής διεθνιστικό προσανατολισμό και στόχους, εάν δεν συντονισθεί, δεν στηριχθεί και δεν στηρίξει ένα διεθνές σοσιαλιστικό κίνημα είναι καταδικασμένη σύντομα να εκφυλισθεί σε κάποιο γραφειοκρατικό ή νεοκαπιταλιστικό έκτρωμα. Αυτή είναι η πολύτιμη κληρονομιά των επαναστατικών κινημάτων του 19ου και 20ου αιώνα. Και σαν θεωρητικό πρόβλημα είχε λυθεί ήδη εδώ και πάνω από 100 χρόνια από τους μαρξιστές επαναστάτες που ίδρυσαν τη Διεθνή των εργατών και προσπάθησαν να σφυρηλατήσουν ένα πραγματικό διεθνιστικό κίνημα με δύο βασικά συνθήματα : το «προλετάριοι όλου του κόσμου ενωθείτε» και το «εμπρός για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης».
Σήμερα, λοιπόν, που για πρώτη φορά η οικονομική κρίση πάνω στον πολυσύνθετο ιστό της παγκοσμιοποίησης έχει εμπλέξει όλες τις αναπτυγμένες οικονομίες στα δεσμά του χρέους, σήμερα που όλοι οι ευρωπαίοι (και όχι μόνον) εργαζόμενοι καλούνται από κοινού να πληρώσουν τη νύφη των υπερβολών, των καταχρήσεων και της ασυδοσίας του μεγάλου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, ο ιδανικός για την συντονισμένη ανάπτυξη της ταξικής πάλης ευρωπαϊκός χώρος τείνει να εγκαταλειφθεί από την ελληνική αριστερά στο όνομα της παύσης πληρωμών, της εξόδου από το ευρώ και της μονομερούς άρνησης πληρωμής του χρέους. Επειδή, λένε, η Ευρώπη είναι καπιταλιστική και μονοπωλιακή, επειδή κυριαρχεί θεσμικά, κανονιστικά και λειτουργικά το δίκιο του ισχυρότερου (Γερμανία, τραπεζικά λόμπι) και επειδή έχει χαθεί η εθνική ανεξαρτησία της οικονομικής πολιτικής, η ελληνική αριστερά και μάλιστα ένα πρωτοπόρο τμήμα της επιλέγει τον ‘εύκολο’ δρόμο της εξόδου από το ευρώ, της παύσης πληρωμών και της αναδιάρθρωσης ή ολικής άρνησης του χρέους.
Αναφέρομαι στο ρεύμα των ‘αριστερών οικονομολόγων και πανεπιστημιακών’ οι οποίοι με αγωνιστικό ομολογουμένως πάθος και με αρκετή απήχηση έχουν αποδυθεί σε μία καμπάνια προβολής του ‘σχεδίου προγράμματός’ τους, επιχειρώντας να απαντήσουν στον κυβερνητικό μονόλογο και να καλύψουν το όποιο ιδεολογικό και προγραμματικό κενό της αριστεράς σε σχέση και με τα προβλήματα που θέτει η τρέχουσα πολιτική και οικονομική συγκυρία.
Μολονότι συμφωνώ με την εκτίμησή τους ότι το δημόσιο χρέος της χώρας δεν είναι αντιμετωπίσιμο με την επίσημη συνταγή της τρόϊκας γιατί η μονομερής λιτότητα οδηγεί σε κοινωνική διάλυση και οικονομική ύφεση καθιστώντας αυτοτροφοδοτούμενη την αύξηση του χρέους (παγίδα χρέους), θεωρώ ότι πρέπει να επιδιώξουμε τη δραστική μείωση του χρέους με αναδιαπραγμάτευση και παραγραφή του 50-70% αυτού εντός της Ευρωζώνης, ανάγοντας έτσι το ζήτημα της μερικής διαγραφής (δηλαδή της ανάληψης της ευθύνης του δημοσιονομικού κόστους από το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο) σε κοινό άξονα των διεκδικήσεων όλου του εργατικού κινήματος κατά των μέτρων μονομερούς δημοσιονομικής λιτότητας. Αντίθετα, οι ‘αριστεροί οικονομολόγοι’ μιλούν για άμεση παύση πληρωμών, έξοδο από το ευρώ, υποτίμηση της δραχμής, κρατικοποίηση τραπεζών και άλλων μεγάλων κοινωφελών επιχειρήσεων, άσκηση βιομηχανικής πολιτικής, αναδιανομή εισοδήματος και αναπροσαρμογή της οικονομίας σε νέες βάσεις σχέσεων με τον διεθνή περίγυρο.
Η πρόταση προγράμματος που προβάλλουν είναι αλήθεια πως έχει μία εσωτερική λογική και αυτό είναι κάτι που πρέπει να τους αναγνωρισθεί. Έχει, όμως, μερικά σοβαρά πιστεύω μειονεκτήματα που αξίζει να διερευνηθούν :
1. Στερείται διεθνιστικού προσανατολισμού. Γιατί δεν ξεκινά από την διεθνή οικονομική κρίση και τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιφάσεις για να καταλήξει σε ένα μεταβατικό πρόγραμμα κοινωνικών αλλαγών, αλλά από την ενδογενή ανισορροπία της ευρωπαϊκής νομισματικής και οικονομικής αρχιτεκτονικής για να προτείνει την έξοδο από το ευρώ και τη μερική κρατικοποίηση της εθνικής οικονομίας. Γιατί, ακόμη, δεν αναζητά τα πολλαπλά κοινά σημεία που η διάχυση της κρίσης οικοδομεί σαν βάση ενοποίησης του εργατικού κινήματος στην Ευρώπη, αλλά παραπέμπει σε ένα είδος αυτόματης ‘εξέγερσης’ (ο κ. Καζάκης μιλά για ‘πρωτοφανείς εξελίξεις’ που θα ακολουθήσουν το ελληνικό ‘παράδειγμα’) των ευρωπαίων εργαζομένων από τη στιγμή που η Ελλάδα θα εξέλθει από το ευρώ και αρνηθεί το χρέος της (ξεχνά πως με την νοοτροπία που ήδη έχει καλλιεργηθεί από την γερμανική και ευρωπαϊκή αστική τάξη, οι έλληνες θα σπιλωθούν ως έχοντες εγκαταλείψει την ευρωπαϊκή οικογένεια αρνούμενοι τις υποχρεώσεις τους και φορτώνοντας στις πλάτες των ευρωπαίων εργαζομένων τα χρέη τους ;).
Τέλος, γιατί η προοπτική της υποτίμησης της δραχμής είναι μία πολιτική που προστατεύει το εθνικό κεφάλαιο αλλά διχάζει το διεθνές εργατικό κίνημα ασπαζόμενη το καπιταλιστικό κριτήριο του ανταγωνισμού. Αλήθεια, εάν ακολουθήσει το ελληνικό παράδειγμα και η Πορτογαλία, η Ισπανία κλπ αποχωρήσουν από το ευρώ και προχωρήσουν σε υποτιμήσεις των νέων εθνικών νομισμάτων τους, τότε ο γενικευμένος νομισματικός και εμπορικός πόλεμος που θα ακολουθήσει δεν θα φέρει αντιμέτωπες τις εργατικές τάξεις των χωρών αυτών ;
2. Εμπεριέχει μία μεγάλη αντίφαση : αναδιάρθρωση και αναδιαπραγμάτευση χρέους, ή άρνηση και ολική διαγραφή του ; Στο πολύ κρίσιμο αυτό σημείο οι ‘αριστεροί οικονομολόγοι και πανεπιστημιακοί’ εμφανίζονται βαθιά διχασμένοι και απρόθυμοι να λύσουν τις διαφορές τους αν κρίνω από τη τελευταία κοινή τους εμφάνιση. Γιατί ο κ. Λαπαβίτσας και το Research on Money and Finance (RMF) μιλούν για αναδιαπραγμάτευση, ενώ ο κ. Καζάκης (και τελευταία μάλλον και το ΚΚΕ) θέτουν ζήτημα άρνησης και ολικής διαγραφής του χρέους. Μολονότι στα υπόλοιπα σημεία του προγράμματος (έξοδος από ευρώ, υποτίμηση δραχμής, κρατικοποίηση τραπεζών κλπ) δείχνουν να συμφωνούν, οφείλουν νομίζω να εξηγήσουν τουλάχιστον τη μεταξύ τους αυτή διαφορά δημοσίως και να μην εμφανίζονται ως ένα ενιαίο και απολύτως συμπαγές ρεύμα επιτιθέμενοι στην εναλλακτική πρόταση για αναδιαπραγμάτευση εντός ΟΝΕ και για «Ευρώπη των εργαζομένων» (την οποία ο κ. Κουβελάκης χαρακτήρισε απλό ευχολόγιο που ‘όλο ακούμε, αλλά ποτέ δεν βλέπουμε’ ως εάν οι ευθύνες γι’ αυτό να βαραίνουν όλους τους άλλους εκτός από τον ίδιο).
Η διαφορά δεν είναι ασήμαντη γιατί εάν φύγεις από το ευρώ και συγχρόνως δεν αρνηθείς το χρέος συνολικά αλλά προχωρήσεις σε αναδιαπραγμάτευση και μερική διαγραφή ή ‘κούρεμα’ (πχ 50% που λέγει ο κ. Λαπαβίτσας) τότε η ελάφρυνση δεν θα είναι 50% αλλά πολύ λιγότερη γιατί το εναπομείναν χρέος σου θα έχει στο μεταξύ ανατιμηθεί σε δραχμικούς όρους κατά το ποσοστό της υποτίμησης της δραχμής. Για παράδειγμα, εάν η δραχμή επιστρέψει με ισοτιμία 1 προς 1 έναντι του ευρώ και ακολούθως υποτιμηθεί 50% το χρέος θα διατηρήσει το αρχικό του μέγεθος ως ποσοστό του ΑΕΠ παρά το 50% ‘κούρεμα’ που θα έχει υποστεί. Συνεπώς, δεν θα έχει προκύψει καμία ελάφρυνση με την έξοδο από το ευρώ.
3. Μιλάει για αστικοδημοκρατικά και μεταβατικά μέτρα (παύση πληρωμών και έξοδος από ευρώ) τα οποία θα πρέπει να συμπληρωθούν μετά με αντικαπιταλιστικά μέτρα (έλεγχος κεφαλαίων, δημόσιος έλεγχος κεντρικών τομέων της οικονομίας, βιομηχανική πολιτική, αναδιανομή πλούτου και εισοδημάτων) προϋπόθεση των οποίων είναι η δομική αλλαγή του κράτους. Συγγνώμη, αλλά πουθενά δεν εξηγείται τι εννοεί σαν ‘δομική αλλαγή του κράτους’, ενώ είναι μέγα σφάλμα να θεωρούνται αντικαπιταλιστικά μέτρα οι κρατικοποιήσεις και ο κυβερνητικός παρεμβατισμός στην οικονομία. Από πού και ως που η άσκηση βιομηχανικής πολιτικής, ο έλεγχος κεφαλαίων και η νομισματική υποτίμηση προβάλλονται σαν αντικαπιταλιστικά μέτρα ; Γνωρίζουν οι συγγραφείς της πρότασης πόσο συχνά έχουν εφαρμοστεί παρόμοια μέτρα στα πλαίσια προγραμμάτων αναδιάρθρωσης χρέους εγκεκριμένων μάλιστα από το ΔΝΤ; Ξέρουν ότι ο οικονομικός λαϊκισμός στη Λ. Αμερική κι αλλού εφάρμοσε κατά συρροή ανάλογες πολιτικές χωρίς να αλλοιώσει στο ελάχιστο τον καπιταλιστικό χαρακτήρα των καθεστώτων που τον επικαλέστηκαν; Γνωρίζουν ότι σύγχρονοι επιφανείς μαρξιστές όπως ο Ρίτσαρντ Γουλφ που προσφάτως παρέδωσε σεμινάρια στην Ελλάδα, χαρακτηρίζουν σαφώς και όχι τυχαία τις πολιτικές αυτές σαν ‘αριστερό κεϋνσιανισμό’; Ξεχάσανε, άραγε, την καραμανλική ‘σοσιαλμανία’ της δεκαετίας του ’70 ; Τα μέτρα του προγράμματος που προτείνεται είναι όλα αστικοδημοκρατικά, όχι αντικαπιταλιστικά αφού δεν μεταβάλλουν τις καπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας, παραγωγής και διανομής. Μπορούν, βεβαίως, να αποκτήσουν αντικαπιταλιστική προοπτική στον βαθμό που (α) διαμορφώνουν άλλες ταξικές δομές εξουσίας και (β) προσφέρουν μία διεθνιστική προοπτική στο εργατικό κίνημα και τον σοσιαλιστικό σχεδιασμό της οικονομίας. Κανένα, δυστυχώς, από τα δύο αυτά στοιχεία-προϋποθέσεις δεν διακρίνω στο εν λόγω πρόγραμμα.
4. Επικαλείται την πρόσφατη ιστορική εμπειρία πολλών χωρών (πχ ο Καζάκης αναφέρεται σε Βενεζουέλα το 2001, Αργεντινή το 2003, Βολιβία το 2004 και Ισημερινό το 2008, ενώ μιλά για διαγραφή κατά 90% του ρωσικού χρέους από τον Πούτιν το 1999) που προχώρησαν σε παύση πληρωμών και άρνηση χρέους, εμπειρία την οποία συχνά όμως διαστρέφει με συνέπεια να εξάγει εσφαλμένα συμπεράσματα. Για παράδειγμα, αν εξαιρέσουμε επαναστατικά καθεστώτα που ακύρωσαν/διέγραψαν μονομερώς και ολικά τα χρέη που παρέλαβαν από τα προηγούμενα δεσποτικά και αστικά καθεστώτα (βλ επαναστάσεις Μεξικού, μπολσεβίκων, Μάο σε Κίνα, Κούβας κλπ), όλες οι άλλες κυβερνήσεις που κήρυξαν παύση πληρωμών, προχώρησαν σε αναδιάρθρωση ή μερική παραγραφή του χρέους τους (όχι ολική) είτε μονομερώς είτε μέσω διαπραγματεύσεων (με ή χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ). Και ο λόγος που το έπραξαν αυτό ήταν για να μην απομονωθούν πλήρως και να μπορέσουν να επανέλθουν κάποια στιγμή στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου. Για παράδειγμα, ο Κορρέα στο Εκουαδόρ που εκλέχτηκε με πρόγραμμα ολικής διαγραφής του χρέους της χώρας, τελικά αντικατέστησε ένα σημαντικό μέρος του χρέους με νέο μικρότερης αξίας (35 σεντς νέων ομολόγων για κάθε 1 δολάριο παλιών) και μεγαλύτερης διάρκειας χωρίς όμως να αρνηθεί το χρέος συνολικά. Στην Αργεντινή, επίσης, το 2003 έγινε παύση πληρωμών και το 2005 τα ¾ του χρέους αντικαταστάθηκαν με νέα ομόλογα μακρύτερης διάρκειας που είχαν το 1/3 της αξίας των παλιών. Με άλλα λόγια δεν είχαμε ολική διαγραφή αλλά ένα ‘κούρεμα’ του χρέους κατά 66% το οποίο πρόσφατα επεκτάθηκε περισσότερο (βλ http://techiechan.com/?p=487).
Μολονότι η προσέγγιση της Αργεντινής κρίνεται επιτυχής σχετικά με την ουσιαστική ανακούφιση της οικονομίας από το χρέος και την τόνωση της ανάπτυξής της, ο κ. Καζάκης θεωρεί ότι ‘έκλεισε άδοξα με τη χώρα να ξαναπέφτει στα χέρια των διεθνών τοκογλύφων’ γιατί δεν αρνήθηκε συνολικά το χρέος της και προχώρησε σε αναδιαπραγμάτευσή του. Ξεχνά, όμως, να επισημάνει πως αν και η οικονομία της χώρας ανέκαμψε, παραμένει αποκλεισμένη από τις διεθνείς αγορές επί μία δεκαετία σχεδόν. Όσον αφορά τη Βολιβία, επίσης δεν υπήρξε ολική άρνηση χρέους, απλά επειδή η Βολιβία ως πολύ φτωχή χώρα είχε ευνοϊκή αντιμετώπιση μπόρεσε να μειώσει το εξωτερικό της χρέος από 60% του ΑΕΠ το 1998 σε 40% το 2004. Όμως, ότι κέρδισε από τη μείωση του εξωτερικού χρέους το έχασε από την ισοδύναμη αύξηση του εσωτερικού χρέους της. Για την Βενεζουέλα δεν γνωρίζω λεπτομέρειες, όμως μελετώντας τη χρονοσειρά του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ (βλ DB Research) παρατηρούμε ότι από 28,2% που ήταν το 2000 ανήλθε σε 47,4% του ΑΕΠ το 2003, άρα ποιά διαγραφή χρέους μπορεί να επικαλείται ο κ. Καζάκης ιδιαίτερα όταν η εξυπηρέτηση του χρέους συνεχίστηκε κανονικότατα; Τέλος, όσον αφορά τη Ρωσία ουδέποτε έγινε διαγραφή του 90% του χρέους από τον Πούτιν το 1999 όπως τονίζει ο κ. Καζάκης.
Αυτό που έκανε ο Πούτιν ήταν να αναδιαρθρώσει όλο το χρέος που ήταν σε ρούβλια και έληγε μεταξύ 19/8/98 και 31/12/99 ύψους 48,7 δις δολ και ένα χρόνο αργότερα να έλθει σε συμφωνία αναδιάρθρωσης με τους πιστωτές του Paris και London Club για παλιότερα χρέη επί σοβιετικής εποχής. Τελικό αποτέλεσμα ήταν η μείωση του δημόσιου χρέους της χώρας από 88,8% του ΑΕΠ το 1999 σε 56,7% το 2000. Δηλαδή σημειώθηκε ένα κούρεμα της τάξης του 37% και όχι 90% που αναφέρει ο κ. Καζάκης. Και όπως και με την Αργεντινή ή το Εκουαδόρ, έτσι και με τη Ρωσία η αναδιαπραγμάτευση αυτή βοήθησε την οικονομία της χώρας να επανέλθει σε αναπτυξιακή πορεία και μάλιστα τόσο ισχυρή (εδώ βοήθησε η αύξηση των τιμών πετρελαίου) που συνέχισε να μειώνει το εξωτερικό και δημόσιο χρέος της (8,5% του ΑΕΠ το 2009-2010). Συνεπώς, το όπλο της παύσης πληρωμών και της χρεοκοπίας μπορεί να είναι αποτελεσματικό σε μία επιτυχή αναδιαπραγμάτευση χρέους, αντίθετα απ’ ότι ισχυρίζεται η πρόταση Καζάκη.
5. Αποκρύπτει τις δυσκολίες της επιστροφής στη δραχμή, κυρίως όμως παραγνωρίζει τις αρνητικές επιπτώσεις της. Ο κ. Λαπαβίτσας έχει εμφανίσει την υπόθεση της αλλαγής του νομίσματος ως εξαιρετικά απλή διαδικασία από τεχνική άποψη και ελάχιστα χρονοβόρα. Την Παρασκευή θα ανακοινωθεί η μετατροπή και τη Δευτέρα όλα τα χρηματικά ποσά και καταθέσεις θα γίνουν από ευρώ δραχμές. Θεωρεί, μάλιστα, πως όσοι μιλάνε για δυσκολίες υπερβάλλουν και το κάνουν εκ του πονηρού. Βεβαίως, άλλα λένε οι εμπειρογνώμονες της Τράπεζας Ελλάδας που είχαν εργασθεί για τη μετάβαση από τη δραχμή στο ευρώ και γνωρίζουν πως η κοπή και κυκλοφορία νέου χρήματος δεν γίνεται από τη μία μέρα στην άλλη, ενώ υπάρχει και το πρόβλημα των ΑΤΜ. Παρομοίως, άλλα λένε και ξένοι αναλυτές που διερεύνησαν τα εναλλακτικά σενάρια για την Ελλάδα.
Έτσι, για παράδειγμα, οι Richard Baldwin και Charles Wyplosz έχουν ρητά υπογραμμίσει πως θα χρειασθούν μήνες για την έκδοση νέου νομίσματος, χρονικό διάστημα στη διάρκεια του οποίου θα διογκωθεί η φυγή κεφαλαίων από κάθε ελληνικό περιουσιακό στοιχείο επιταχύνοντας όχι μόνον τη χρεοκοπία του κράτους αλλά και πολλών επιχειρήσεων, την ίδια ώρα που θα στεγνώνουν οι ξένες άμεσες επενδύσεις και θα καταστρέφεται η οικονομία της χώρας. Αλλά ας υποθέσουμε προς στιγμήν ότι όλα αυτά είναι υπερβολές και πως η μεταστροφή από το ευρώ στη δραχμή είναι υπόθεση Σαββατοκύριακου όπως ισχυρίζεται ο κ. Λαπαβίτσας. Τι θα συμβεί μετά; Η δραχμή ασφαλώς θα υποτιμηθεί όπως διαβεβαιώνουν όλοι, κανείς όμως δεν μπαίνει στον κόπο να μας πληροφορήσει πόσο θα υποτιμηθεί για να δοθεί η περίφημη αναπτυξιακή ώθηση στις εξαγωγές και την οικονομία.
Μιλάμε για μία υποτίμηση της τάξης του 15-20% όπως κάπου αφήνεται να διαφανεί ή για μία υποτίμηση 50-60% όπως ήταν στη περίπτωση της Αργεντινής ; Η ιστορική εμπειρία δείχνει πως ακόμη και για χώρες με παραγωγική και εξαγωγική υποδομή (που η Ελλάδα δεν διαθέτει) μία υποτίμηση πρέπει να είναι μεγάλη για να δώσει την απαιτούμενη εξαγωγική ώθηση στην οικονομία. Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι η δραχμή υποτιμάται πάνω από 30-35% με την προσδοκία της μεταφοράς εγχώριων πόρων στον διεθνώς εμπορεύσιμο τομέα προκειμένου να σύρουν οι εξαγωγές την ανάπτυξη. Δύο πράγματα αποσιωπούνται : πρώτο, ότι η ώθηση αυτή θα στηριχθεί και πάλι στους παραδοσιακά ισχυρούς εξαγωγικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας αποδυναμώνοντας τους αδύναμους, χωρίς όμως να ευνοήσει καινούργιους τομείς στους οποίους θα όφειλε να στηριχθεί ένα νέο παραγωγικό πρότυπο. Δεύτερο, δεν λέγεται τίποτα για τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της εξόδου από το ευρώ και της υποτίμησης. Για παράδειγμα, το RMF του κ. Λαπαβίτσα αναφέρει ότι οι πραγματικοί μισθοί θα μειωθούν σημαντικά στην περίπτωση που την υποτίμηση αποπειραθεί η αστική τάξη σε συνδυασμό με την απελευθέρωση της οικονομίας (‘συντηρητική έξοδο’ τη χαρακτηρίζει), όμως δεν λέγει για το τι θα συμβεί στη περίπτωση που την υποτίμηση την επιχειρήσουν οι προοδευτικές δυνάμεις (‘προοδευτική έξοδος’ από ευρώ). Γιατί άραγε ; Μήπως επειδή προσδοκάται να πέσουν οι μισθοί στα μαλακά με την κρατικοποίηση των τραπεζών, τη βιομηχανική πολιτική και την αναδιανομή του εισοδήματος ; Ευτυχώς, ο κ. Λαπαβίτσας ήταν πιο κατατοπιστικός στη πρόσφατη από κοινού ομιλία του με τους ‘αριστερούς οικονομολόγους κλπ’ όταν τόνισε πως «η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι οι χώρες που πήγαν σε μία ανάλογη νομισματική αλλαγή αντιμετώπισαν μεγάλη ύφεση πριν από αυτήν προσπαθώντας να την αποφύγουν – όπως η Ελλάδα σήμερα – αλλά αφού την έκαναν πέτυχαν ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας (βλ Αργεντινή, Ρωσία, Εκουαδόρ κλπ).
Όπως, όμως, έχουμε τονίσει σε παλιότερο άρθρο μας παρόμοιες συγκρίσεις στερούνται νοήματος γιατί οι χώρες αυτές διαθέτουν μεγάλο φυσικό πλούτο διαθέσιμο προς εξαγωγή, και όταν επιχείρησαν την υποτίμηση η παγκόσμια οικονομία δεν αντιμετώπιζε τη πρωτοφανή χρηματοπιστωτική κρίση που υφίσταται σήμερα. Το σημαντικότερο, όμως, είναι πως στην μεν Ρωσία οι πραγματικοί μισθοί τους μειώθηκαν 30% τη διετία 1998-1999 και οι συντάξεις μειώθηκαν 50% το ίδιο διάστημα (στοιχεία ΔΝΤ), ενώ η ανεργία αυξήθηκε από 11% σε 14% μέσα σε 14 μήνες. Στο, δε, Εκουαδόρ το ποσοστό του πληθυσμού που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας αυξήθηκε από 33% το 1995 σε 43% το 1999, ενώ η ανεργία διπλασιάσθηκε σε 17% το 2000 μέσα σε δύο χρόνια (για Αργεντινή είναι γνωστές οι επιπτώσεις). Όμως, πέρα από αυτό παντού πάγωσαν οι καταθέσεις για να περιορισθεί η φυγή κεφαλαίων σε άλλα νομίσματα, με συνέπεια οι καταθέτες να χάσουν σε πραγματική αξία το ισοδύναμο της υποτίμησης. Τέλος, σε περίπτωση εξόδου από το ευρώ και άρνησης του χρέους, ακόμη και εάν κρατικοποιηθούν οι τράπεζες για να μην καταρρεύσουν δεν θα αποφύγουν το κούρεμα που θα αφορά το τμήμα του κρατικού χρέους που έχουν εγγράψει στον ισολογισμό τους.
Η διαγραφή του από το ενεργητικό θα σημάνει ανάλογη διαγραφή και μέρους του παθητικού τους (καταθέσεις), πράγμα το οποίο ισχύει φυσικά και για τις σχετικές επενδύσεις σε κρατικά ομόλογα των ασφαλιστικών ταμείων. Αυτά για να έχουμε μία αίσθηση των συνεπειών της εξόδου από το ευρώ (είτε συντηρητικής είτε προοδευτικής) και της υποτίμησης της δραχμής η οποία, όπως παραδέχεται το RMF θα προκαλέσει πληθωριστική πλημμυρίδα. Όσον αφορά, τέλος, την άμεση βελτίωση της ανταγωνιστικότητας την οποία προσδοκά ο κ. Λαπαβίτσας περιμένουμε κάποια τεκμηρίωση γιατί τα ιστορικά προηγούμενα της Ελλάδας δεν βοηθάνε στην κατεύθυνση αυτή (η όποια βελτίωση επιτεύχθηκε με ταυτόχρονο πάγωμα των μισθών).
6. Αναδεικνύει - εσφαλμένα πιστεύουμε - σαν καίριο ζήτημα της άρνησης πληρωμών το ‘απεχθές’ του χρέους προκειμένου να αναζητήσει στήριγμα στη διεθνή νομολογία για την πλήρη άρνηση και διαγραφή του χρέους. Εννοείται η άποψη αυτή προβάλλεται από τον κ. Καζάκη, ενώ ο κ. Λαπαβίτσας αφήνει ένα παράθυρο ανοιχτό στη δυνατότητα ανεύρεσης ‘απεχθούς’ χρέους όταν οι εργαζόμενοι ανοίξουν τα βιβλία του κράτους και ελέγξουν τους όρους και τους στόχους με τους οποίους συνάφθηκαν τα δάνεια. Το βασικό επιχείρημα του κ. Καζάκη είναι πως «το καίριο ζήτημα δεν είναι η παύση πληρωμών, αλλά η αναγνώριση η μη του χρέους… Γιατί αναγνώριση του χρέους σημαίνει αναγνώριση των έννομων δικαιωμάτων των ομολογιούχων πάνω στη χώρα σου… Σημαίνει ότι απεμπολείς το όπλο του ‘απεχθούς χρέους’ με βάση το διεθνές δίκαιο, καθώς και το θεμελιώδες δικαίωμα του λαού σου στη δική του αυτοδιάθεση και κυριαρχία..».
Βεβαίως, όπως μαθαίνουμε από τη Wikipedia (και όχι μόνον) «στο διεθνές δίκαιο, το ‘απεχθές χρέος’ είναι μία νομική θεωρία η οποία υποστηρίζει ότι το δημόσιο χρέος που αναλαμβάνεται από ένα καθεστώς για σκοπούς που δεν εξυπηρετούν το συμφέρον του έθνους, όπως είναι οι επιθετικοί πόλεμοι, δεν θα πρέπει να εκτελείται. Τέτοιες οφειλές θα πρέπει να θεωρούνται ως προσωπικά χρέη του καθεστώτος που τα ανέλαβε και όχι ως χρέη του κράτους. Από ορισμένες απόψεις, η έννοια αυτή είναι ανάλογη με την ακυρότητα των συμβάσεων που έχουν υπογραφεί υπό ‘καθεστώς καταναγκασμού’.» Όπως, μάλιστα, εξηγεί ο Nahum Sack (ο οποίος επισημοποίησε την θεωρία αυτή το 1927) «όταν ένα δεσποτικό καθεστώς συνάπτει μία σύμβαση οφειλής όχι για τις ανάγκες ή τα συμφέροντα του κράτους, αλλά μάλλον για να ενισχύσει ‘εαυτόν’, για να καταστείλει μία λαϊκή εξέγερση κλπ, αυτό το χρέος είναι απεχθές για τον λαό και δεν δεσμεύει το έθνος, αλλά είναι χρέος του καθεστώτος, ένα προσωπικό δάνειο που είχε συναφθεί από τον ηγεμόνα και συνεπώς πέφτει με τη διάλυση του καθεστώτος».
Στην ελληνική περίπτωση δεν συντρέχουν λόγοι επίκλησης της θεωρίας αυτής, αφού το χρέος είναι προϊόν τεσσάρων δεκαετιών δημοκρατικών κυβερνήσεων, δεν μεσολάβησαν δεσπότες (μόνον η χούντα), επιθετικοί πόλεμοι ή λαϊκές εξεγέρσεις που να δικαιολογούν σχετικό δανεισμό, το μεγαλύτερο μέρος του (2/3) συνάφθηκε τη δεκαετία του ’80 για να μπορέσει ο Ανδρέας Παπανδρέου να ασκήσει φιλολαϊκή πολιτική και, σε τελευταία ανάλυση, η θεωρία αυτή δεν είναι αποδεκτή από την Παγκόσμια Τράπεζα ή άλλους διεθνείς οργανισμούς (για ευνόητους λόγους) παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται από τους λαούς, τις κυβερνήσεις υπερχρεωμένων υπανάπτυκτων χωρών και ΜΚΟ. Συνεπώς, ακόμη και εάν ανακαλύπτονταν δανειακές συμβάσεις αντίθετες με τα συμφέροντα του έθνους (σίγουρα υπάρχουν πολλές) η Ελλάδα δεν θα μπορούσε λογικά να επικαλεσθεί την θεωρία αυτή για να αρνηθεί τη πληρωμή του χρέους.
7. Υποτιμά σοβαρά τον κίνδυνο απομόνωσης της χώρας. Οι ‘αριστεροί οικονομολόγοι κλπ’ απορρίπτουν την κατηγορία ότι οι πολιτικές που προτείνουν οδηγούν στην οικονομική αυτάρκεια και εθνική απομόνωση με τα εξής επιχειρήματα :
(α) η χώρα δεν θα απομονωθεί γιατί έχει ήδη τεθεί σε καραντίνα με την τρόϊκα ώστε να μην μολυνθούν οι άλλες χώρες της ΕΕ16, «η χώρα βρίσκεται στο απόλυτο περιθώριο της διεθνούς οικονομικής και πολιτικής ζωής» (Καζάκης),
(β) η χώρα δεν μπορεί να απομονωθεί από κανέναν, κανείς δεν έχει τη δύναμη να την απομονώσει αφού η κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας είναι τόσο ρευστή που κανείς από τους ‘μεγάλους’ δεν θα ρισκάρει οικονομικό πόλεμο ή αποκλεισμό της Ελλάδας (Καζάκης),
(γ) η άρνηση του χρέους και η έξοδος από το ευρώ θα αποτελέσουν αφετηρία για να ανοιχτεί η χώρα στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις με νέες δυνάμεις (Κίνα, Ρωσία κλπ) και να μην μείνει εγκλωβισμένη στην ΕΕ η οποία από την εποχή της ΕΟΚ περιόρισε απελπιστικά τις διεθνείς σχέσεις μας με τον υπόλοιπο κόσμο και υποβάθμισε τη διεθνή θέση της χώρας στο παγκόσμιο εμπόριο (Καζάκης),
(δ) η διεθνής εμπειρία δείχνει πως οι χώρες που έκαναν παύση πληρωμών και αναδιάρθρωση χρέους μπορούν να επιστρέψουν πολύ γρήγορα στις διεθνείς αγορές αν το κρίνουν απαραίτητο και, άρα, κινδυνολογούν και ψεύδονται όσοι ισχυρίζονται το αντίθετο (Λαπαβίτσας),
(ε) «η προοδευτική έξοδος δεν μπορεί να σημαίνει εθνική αυτάρκεια, οι χώρες της περιφέρειας θα πρέπει να διατηρήσουν τη πρόσβασή τους στο διεθνές εμπόριο, να ζητήσουν τη μεταφορά τεχνολογίας και την εισροή ξένων κεφαλαίων, αν και δεν υπάρχουν εγγυήσεις ότι θα προκύψει κάτι τέτοιο αφού η ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων θα είναι εχθρική σε ριζικές αλλαγές.
Πάντως, αν η Ευρωζώνη σπάσει στη περιφέρεια, μπορεί να σπάσει και στο κέντρο επιτρέποντας πιο συνεργατικές σχέσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών» (RMF). Νομίζω πως η πιο σωστή και ειλικρινής προσέγγιση είναι του RMF το οποίο αν και θέτει ζήτημα διάλυσης της Ευρωζώνης για να αποκατασταθούν σχέσεις πιο ισότιμης συνεργασίας, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου εθνικής απομόνωσης όταν τονίζει πως οι εισροές ξένων κεφαλαίων δεν πρέπει να θεωρούνται δεδομένες και πως η ΕΕ θα είναι εχθρική σε παρόμοιους πειραματισμούς. Αυτό νομίζω είναι αυτονόητο από τη στιγμή που όχι μόνον δεν θα αναγνωρίζει και δεν θα πληρώσει η Ελλάδα τις ξένες τράπεζες, αλλά θα κρατικοποιήσει και τις μεγάλες επιχειρήσεις στις οποίες μετέχει το ξένο κεφάλαιο. Οι απόψεις που παραπάνω εκφέρονται από τους Καζάκη-Λαπαβίτσα εμφανώς υποτιμούν τη δύναμη του ταξικού αντιπάλου, του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, κυρίως όμως υποτιμούν τη βαρύτητα και την οξύτητα της οικονομικής κρίσης και τις συστημικές επιπτώσεις μιας εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ. Σε μία περίοδο που η κρίση έχει ήδη αρχίσει να απλώνεται σε όλη την ευρωπαϊκή περιφέρεια, η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ μπορεί να αποτελέσει τη θρυαλλίδα για τη διάλυση της Ευρωζώνης με τελικό κερδισμένο μόνον την αμερικανική επικυριαρχία στην περιοχή.
Δεν είναι μόνον οι τεράστιες οικονομικές ζημιές που θα προκαλέσει στις τράπεζες και τις άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες. Είναι ότι μπορεί να οδηγήσει σε ναυάγιο την ευρωπαϊκή καπιταλιστική ενοποίηση. Γι’ αυτό και θα πολεμηθεί σκληρά από τους ευρωπαίους εταίρους. Δέστε τις απειλές αντιποίνων του προηγούμενου βρετανού πρωθυπουργού Μπράουν για τα 5 μόλις δις που δεν πληρώνει η Ισλανδία. Αυτό είναι βασικό σφάλμα στην ανάλυση των Καζάκη-Λαπαβίτσα και κακώς συγκρίνεται με τις εμπειρίες άλλων χωρών που έλαβαν παρόμοια μέτρα. Γιατί το διεθνές περιβάλλον στο οποίο τα έλαβαν ήταν ριζικά διαφορετικό και δεν προδίκαζε συστημική κρίση όπως σήμερα. Εξάλλου, τα ποσά για τα οποία χρεοκοπούσαν οι χώρες αυτές ήταν απείρως μικρότερα του ελληνικού χρέους (άλλο 5 δις του Εκουαδόρ ή 50 δις της Ρωσίας και 95 δις της Αργεντινής και άλλο 330 δις της Ελλάδας με ουρά τα άλλα ευρωπαϊκά χρέη).
Πέραν αυτών, όπως είπαμε, η Αργεντινή 10 χρόνια μετά τη μερική ακύρωση του χρέους της δεν έχει ακόμη επανέλθει στις διεθνείς αγορές... Επίσης, είναι σφάλμα νομίζω να θέλουμε να φύγουμε από την εξάρτηση 4 ευρωπαϊκών χωρών για να πέσουμε στην εξάρτηση 2 άλλων μη ευρωπαϊκών χωρών. Όπως είναι υπερβολή να μιλάμε για καραντίνα της Ελλάδας σήμερα. Ναι η αγορά ελληνικών ομολόγων είναι νεκρή, όμως δεν έκλεισαν οι διεθνείς αγορές για τη χώρα. Τέλος, είναι εκτός τόπου και χρόνου οι αναφορές σε εγκλωβισμό της χώρας από την ΕΕ και σε υποβάθμιση της διεθνούς θέσης της στο παγκόσμιο εμπόριο. Το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας δεν σχετίζεται με την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ ή τουλάχιστον δεν είναι η ένταξη ο κύριος παράγοντας του ελλείμματος αυτού, ενώ ο βαθμός εξωστρέφειας της οικονομίας αυξάνει διαχρονικά με την ΕΕ : ο λόγος εξαγωγών και εισαγωγών προς το ΑΕΠ ήταν 38% το 1998 και 55% το 2008.
8. Παρακάμπτει με απλοϊκά επιχειρήματα τη πρόταση για αναδιαπραγμάτευση χρέους μας εντός ΟΝΕ. Το πρώτο επιχείρημα είναι ότι το ευρώ αποτελεί τον πιο αποτελεσματικό μηχανισμό πειθαναγκασμού μιας οικονομίας στα συμφέροντα των τραπεζών επειδή το ευρώ το έφτιαξαν οι τράπεζες για να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα (Καζάκης). Το δεύτερο επιχείρημα είναι ότι μία οικονομία που θέλει να ορθοποδήσει μετά την άρνηση πληρωμών χρειάζεται το εθνικό της νόμισμα για να τυπώσει χρήμα και να υποτιμήσει το νόμισμα ώστε να διευκολύνει τις εξαγωγές και την ανάπτυξη (Καζάκης, Λαπαβίτσας), κάτι που δεν θα της παράσχει η Φραγκφούρτη.
Ρωτάμε, λοιπόν, με τη σειρά μας: γνωρίζετε κύριοι καμία κεντρική τράπεζα και κάποιο νόμισμα που να δημιουργήθηκαν χωρίς να υπηρετούν πρωτίστως τα συμφέροντα των τραπεζών της χώρας που το εξέδιδε; Υπήρξαν οι κανονισμοί, οι ιδρυτικές δεσμεύσεις και οι καταστατικές συνθήκες (βλ Μάαστριχτ κλπ) ποτέ καθοριστικός παράγοντας να μην μεταβληθεί μία πολιτική όταν εξαιρετικοί λόγοι το επέβαλαν; Υπάρχει σήμερα κάτι από την ΕΕ που να λειτουργεί βάσει αρχικών κανόνων; Η ίδια η ΕΚΤ έχει ξεφύγει εντελώς από το κανονιστικό της πλαίσιο και τυπώνει χρήμα. Γι’ αυτό φωνάζουν οι γερμανοί. Όμως, η πραγματικότητα αλλάζει δραματικά και τα αρχικά πλαίσια αδυνατούν να την εκφράσουν και χρήζουν ανάλογων αλλαγών. Δεν ισχυρίζομαι ότι μία παύση πληρωμών και μερική διαγραφή χρέους είναι πράγμα εύκολο μέσα στην Ευρωζώνη.
Πιστεύω όμως πως μία ουσιαστική αναδιαπραγμάτευση του χρέους θα τεθεί προσεχώς και από άλλες χώρες-μέλη με συνέπεια να κληθούν οι τράπεζες να αναλάβουν μέρος των ευθυνών τους. Σε τελευταία ανάλυση, η Ελλάδα πρέπει νομίζω να εξαντλήσει τα περιθώρια συνεργατικής ανεύρεσης λύσης εντός της ΕΕ16 για ένα πρόβλημα που δεν αφορά μόνον εκείνη και που μπορεί να αποτελέσει τον καταλύτη αν όχι για την ουσιαστική πολιτική και δημοσιονομική ενοποίηση της ΕΕ, τουλάχιστον για μία πανευρωπαϊκή συσπείρωση των εργαζομένων σε κοινά αιτήματα κατά των μέτρων λιτότητας και της αποπληρωμής χρεών την ευθύνη των οποίων έχουν άλλοι. Η αναδιαπραγμάτευση και μερική ακύρωση του χρέους εντός της ΟΝΕ μπορεί να μην ευοδωθεί εξαιτίας του φόβου του συστημικού κινδύνου. Ο οποίος, ωστόσο, θα είναι ακόμη μεγαλύτερος εάν η Ελλάδα εξέλθει του ευρώ. Σε κάθε, όμως, περίπτωση η εντός ΟΝΕ αναδιαπραγμάτευση βοηθά στην απομυθοποίηση της αντιδραστικής Ευρώπης και στην σφυρηλάτηση ενός διεθνιστικού εργατικού κινήματος που είναι και η βασική προϋπόθεση της σοσιαλιστικής αλλαγής που κάθε γνήσιος αριστερός επιδιώκει. Ας μην την προσπερνάμε ασυλλόγιστα με αφορισμούς του τύπου ‘μανιοκαταθλιπτικός ευρωπαϊσμός’…. Αλίμονο, αν η καταγγελία για ‘ψύχωση’ της διαφορετικής άποψης συνιστά επιχείρημα.
.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.
Σε πολλά σημεία το παραπάνω εκτενέστατο άρθρο μου δημιουργεί ενστάσεις για το αμετακίνητο του πλαισίου... Σε άλλα όμως βάζει ισχυρά ερωτηματικά που θέλουν όντως διευκρινίσεις... Το κρατώ γιατί κάθε άποψη έχει να συνεισφέρει στον ιδιότυπο αυτό "διάλογο"... μονολόγων, σκόρπιων άρθρων σε έντυπα κι ιστοσελίδες καθώς, για το μεγαλύτερο ζήτημα της ελληνικής κοινωνίας, ουδείς συνδιαλέγεται συστηματικά κι οργανωμένα, αφήνοντας την προπαγάνδα του μονόδρομου προς τον γκρεμό να κυριαρχεί...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου