(πηγή) |
από την Αυγή
Ο Σκαρίμπας θεωρούσε τους σύγχρονούς του το 1933 «αυτόδουλους του ψέματος»: «Η συμφωνία τους είναι ν' αλληλοκλέβονται έντιμα» (Το θείο τραγί, Νεφέλη 1993, σ. 64-65). Αυτό ίσχυε τότε όπως σήμερα. Αλλά μάλλον ίσχυε από αρχαιοτάτων χρόνων, όπως λέει ο Ξενοφών στην Κύρου ανάβασι. Λέει στον Χειρίσοφο ότι οι Σπαρτιάτες σαν αυτόν ξέρουν από κλεψιά, γιατί θεωρούν αξιέπαινο να κλέβεις κι αξιόποινο μόνο να σε πιάνουν. Αυτός απαντά ότι από κλεψιά ξέρουν οι Αθηναίοι σαν τον Ξενοφώντα γιατί επιλέγουν άρχοντες που κλέβουν το Δημόσιο (Δ', 6, 14-16). Όλοι κλέβουν λοιπόν. Αριστοκράτες και δημοκράτες διαφέρουν μόνο στο είδος κλεψιάς. Όντως, πέραν των σπαρτιατικών εθίμων και των αθηναϊκών πρακτικών, το να κλέβει ο ιδιώτης τον ιδιώτη είναι αριστοκρατικό, το να κλέβει το δημόσιο πρόσωπο δημόσιο χρήμα είναι δημοκρατικό. Η ολιγαρχία κλέβει τους ασθενέστερους, ο δημαγωγός το δημόσιο ταμείο. Ο πλούσιος γδέρνει τον φτωχό, ο πολιτικός γδύνει το κράτος. Η κλοπή διατρέχει έτσι τους αιώνες. Μήπως χαρακτηρίζει τον άνθρωπο καθαυτό;
Το θέμα είναι σημαντικό. Αν πρόκειται για ανθρωπολογικό δεδομένο, δεν υπάρχει ελπίδα να γλιτώσουμε από αυτό. Πρέπει να το δεχτούμε και να πούμε, αφήνοντας τις ηθικολογίες, ότι διάγουμε ευτυχέστατο πολιτικό βίο. Τότε όσοι δεν κλέβουν απλώς δεν βρήκαν ακόμη την ευκαιρία ή είναι ήλιθιοι, αυτό που λέμε «κορόιδα». Αν όμως έχουμε βάσιμους λόγους να πιστεύουμε ότι ο πολιτικός βίος μας δεν μας κάνει ευτυχισμένους, θα πούμε, αντίστροφα, ότι ο κύκλος της κλοπής, όσο αρχαίος κι αν είναι, δεν είναι αιώνιος. Τότε αυτοί που δεν κλέβουν δεν είναι κορόιδα, ίσα ίσα ξέρουν τι πρέπει να κάνουν για να είναι ευτυχισμένοι οι ίδιοι και οι άλλοι.
Σήμερα, απέναντι στον πολιτικό που κλέβει το Δημόσιο και τον ιδιώτη (γιατρό, τελωνειακό, εφοριακό, κ.λπ.) που κλέβει ιδιώτη, οι πολλοί μακαρίζουν τον ιδιώτη που κλέβει το Δημόσιο. Συχνά οι ίδιοι που παραπονιούνται για την κλοπή του δημοσίου από πολιτικούς και για τους εκβιασμούς ιδιωτών απέναντι σε ιδιώτες, αποδίδουν μια αίγλη αριστοκρατικότητας, τη λεγόμενη μαγκιά, σε όποιον κλέβει το Δημόσιο. Ακόμη πιο μάγκας θεωρείται ενίοτε όποιος κλέβει τράπεζες, αν βέβαια δεν τον πιάσουν. Θέλουν να πιστεύουν ότι έτσι εκδικούνται την κλοπή με κλοπή. Αυτή η αντίδραση συνηγορεί υπέρ της πρώτης άποψης, ότι η κλοπή είναι η μοίρα μας. Γιατί τότε είναι απλώς ένας κύκλος που ανατροφοδοτείται.
Όμως, όποτε κάποιος μας βάζει στο δίλημμα να κλέψουμε ή να διατρέξουμε έναν κίνδυνο, μας κατακλύζει η δυστυχία. Ένας γιατρός, π.χ., λέει: Ή κλέβουμε το Δημόσιο ή δεν σε θεραπεύω. Αίφνης, παύει ο κλέφτης του Δημοσίου να είναι μάγκας. Ο ίδιος κλέβει συνήθως και εσένα, και μάλιστα με εκβιασμό στη ζωή σου, όπως οι ένοπλοι ληστές. Τότε η κλοπή είναι πηγή δυστυχίας, και όχι μόνο για το θύμα της. Γιατί το θύμα, ακόμη και όταν, όπως εδώ, δεν μπορεί να ανταποδώσει την κλοπή, μπορεί να αγαπήσει εκείνον που δεν τον κλέβει. Οι γιατροί που τιμούν τον όρκο τους περιφρονούνται από τους κλέφτες ομοτέχνους τους, που τους λένε κοροϊδευτικά «ιδεολόγους», οι άλλοι όμως τους αγαπούν. Αυτή η αντίδραση συνηγορεί υπέρ της δεύτερης άποψης. Δεν καταφάσκουν όλοι την κλοπή. Οι ίδιοι που θαυμάζουν τους κλέφτες του Δημοσίου γενικά, νιώθουν εδώ ότι οι μη κλέφτες ξέρουν τι πρέπει να κάνουν για να είναι ευτυχισμένοι οι ίδιοι και οι άλλοι.
Σωστά, γιατί μόνον όσοι δεν κλέβουν παύουν να είναι αυτόδουλοι. Τους αγαπούμε γιατί είναι ελεύθεροι.
- Ο Γ. Φαράκλας διδάσκει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου