Γκέοργκ Τάππερτ, «Καν-καν», 1911 |
Κι αν ο ρυθμός του κόσμου,
μετεβλήθη εντός μου,
η ζέστα της καρδιάς σου,
δεν θα μου λείψει φώς μου.
(ζειμπέκικο σε 9/8 για θατσερικούς σοσιαλιστές)
Από την αρχή αυτής της κρίσης, οι πολιτικοί και τα μέσα ζούνε σ’ ένα κόσμο ονειροφαντασίας. Όχι άδικα. Η κρίση ξεβράκωσε όλο το οικονομικό και πολιτικό κατασκεύασμα που o φουκογιάμα οραματίστηκε ως χεγκελικό τέλος της ιστορίας (και επι γής ειρήνη). Θα μου πείτε δεν ήταν η πρώτη φορά που η μετα-σοβιετική συναίνεση (γνωστή και ως washington consensus ή νεοφιλελευθερισμός), δείχνει τα όρια της. Η κρίση της ΝΑ Ασίας το 1997 και τα απόνερά της -κρίση χρέους στη Ρωσία ακριβώς τον επόμενο χρόνο, κατάρρευση της ΔΝΤφιλης Aργεντινής το 2001- είχαν απονομιμοποιήσει το κατασκεύασμα εδώ και πολύ καιρό στον τρίτο κόσμο. Η μόνη διαφορά της κρίσης του 2007 είναι πως ξεβράκωσε τον σκληρό πυρήνα των χωρών της Δύσης που επέβαλαν το washington consensus. Κι έτσι οι μαζορέτες του νεοφιλελευθερισμού δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα άλλο, από το να κουνάνε απεγνωσμένα τα πόν-πόν τους μήπως και στρέψουν αλλού τα βλέμματα για μερικούς μήνες ακόμα. Σήμερα πλησιάζουμε στο τέλος και αυτού του κεφαλαίου.
Βασικό μοτίβο της κρίσης που διανύουμε είναι η άρση κάθε κανόνα και βεβαιότητας που οι μαζορέτες τσίριζαν τόσα χρόνια ως μονόδρομο. Ο δυναμικός τομέας του real estate, η ατμομηχανή της ψευδο-ανάπτυξης από το 2003, συναντά τη βαρύτητα σ’ ένα βαρέλι δίχως πάτο. Ο χρηματο-οικονομικός τομέας και πολέμιος του κράτους, είναι de facto εθνικοποιημένος, όσο κι αν προσπαθούν να το κρύψουν πίσω από όμορφες λέξεις όπως “ενέσεις ρευστότητας”, “Ταμεία χρηματοπιστωτικής σταθερότητας” και άλλα οργουελιανά. Το μοντέλο της παγκοσμιοποίησης (του εμπορίου) και της εκμετάλλευσης των χαμηλών ημερομισθίων στον τρίτο κόσμο (ονομάζεται και αρμπιτράζ μισθών), βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού με τις χώρες παραγωγούς να πλημμυρίζονται από ανεπιθύμητα φρεκοτυπωμένα δολάρια και τις χώρες καταναλωτές να μην μπορούν πια να απορροφήσουν την προσφορά αγαθών.
Κι ενώ ο κόσμος όπως τον γνωρίζαμε καταρρέει καθημερινά γύρω μας, σοσιαλιστικές μαζορέτες της τάξης Ντομινίκ, ΓΑΠ και Γκόρντον Μπράουν συνεχίζουν να μας λιβανίζουν με τις ίδιες “λύσεις”. Από την άλλη πλευρά, βλοσυρές δεξιές μαριονέτες κουνάνε το δάκτυλο απειλητικά εννοώντας “σας τα λέγαμε” εμείς, λες και δεν κάναμε τόσα χρόνια αυτά που μας λέγανε. Αλλά όχι, είναι εμφανές πως για τα δεινά που περνάμε, δεν φταίει ο πολύς νεοφιλελευθερισμός, φταίει ο πολύ λίγος νεοφιλελευθερισμός. Κι αν εντείνουμε τις προσπάθειές μας θα τα καταφέρουμε (στην επόμενη ζωή).
Μαζορέτες, εναντίον βαρύτητας
Μέσα σε όλο αυτό το χάος, αντιμετωπίζουμε το βασικό ερώτημα: Στα πλαίσια που υπάρχουν διαφόρων ειδών νομιμοποιητικές διαδικασίες στη δύση, για ποιό λόγο δεν τους έχουμε στείλει όλους αυτούς στα σπίτια τους ή ακόμα καλύτερα στη φυλακή; Για ποιο λόγο ακόμα και σε χώρες βαριά χτυπημένες από την κρίση όπως η Λετονία, η Ιρλανδία ή η Ελλάδα, το πολιτικό προσωπικό παραμένει προσηλωμένο στον ίδιο μονόδρομο;
Η πιο πειστική απάντηση που διαθέτω είναι η εξής: Η πιστωτική επέκταση των προηγούμενων δεκαετιών, δημιούργησε μια εντυπωσιακή δυναμική πλουτισμού -πραγματικού ή φαντασιακού- σε πολύ μεγάλα στρώματα του πληθυσμού. Ακόμα κι αν πήρες τα 2/3 σε δάνειο, η αίσθηση πως το σπίτι σου αξίζει 300.000 ευρώ είναι ισχυρό αφροδισιακό. Ακόμα κι αν έβλεπες το μπετατζή γείτονα να αγοράζει μεγαλύτερο αυτοκίνητο κάθε χρόνο, ένιωθες πως αυτός ο πλούτος είναι κοντά σου. Εάν τα κατάφερε ο γείτονας, γιατί όχι κι εγώ.
Το πάρτι τελείωσε μεν, όχι όμως και η φαντασίωση. Έτσι όταν το 2008 οι μαζορέτες είπαν, θα δώσουμε μερικά απιθανοεκατομμύρια στις τράπεζες για να μην κλείσουν, οι περισσότεροι το δέχθηκαν. Όχι απαραίτητα διότι δεν κατάλαβαν σε ποιόν πήγαινε το δωράκι, αλλά διότι πίσω από τα “μέτρα στήριξης”, κρυβόταν η υπόσχεση πως η κρίση δεν είναι τίποτ’ άλλο από ένας μικρός λόξιγκας στο δρόμο της καταναλωτικής ευτυχίας.
Για να πάρουμε ως παράδειγμα τα δικά μας, θυμηθείτε τις δηλώσεις υπουργών και τραπεζιτών πως η κρίση δεν θα ακουμπήσει την Ελλάδα (και τα 28δις ήταν απλά ένα προληπτικό μέτρο). Θυμηθείτε πως την άνοιξη του 2009, το ελληνικό κράτος έκανε εκπτώσεις στην αγορά πολυτελών αυτοκινήτων και η αντιπροσωπία της BMW όχι μόνο άδειασε, αλλά είχε και τρίμηνη ουρά παραγγελιών. Θυμηθείτε τον ΓΑΠ να υπόσχεται πως λεφτά υπάρχουν παιδιά, κλείνοντας το μάτι.
Ακόμα κι όταν η κυβέρνηση έφερε το ΔΝΤ στην Ελλάδα, η υπόσχεση παρέμεινε ίδια. Σφίξτε λίγο τα δόντια και η ανάκαμψη είναι κοντά. Το μνημόνιο, ακόμα υπόσχεται ανάπτυξη το 2012.
Το ίδιο λίγο πολύ μοτίβο ακολουθήθηκε σε όλες τις χώρες. Οι μαζορέτες έκλειναν το μάτι λέγοντας κάντε λίγο υπομονή, τόσο πλούσιοι νιώσατε μαζί μας όλα αυτά τα χρόνια. Λίγη υπομονή ακόμα και η ανάπτυξη μας περιμένει στη γωνία. Φυσικά οι φτωχοί, οι μετανάστες και διάφορα ακόμα επισφαλή κομμάτια του πληθυσμού την είχαν πολύ άσχημα έτσι κι αλλιώς, όμως η δυτική μας δημοκρατία, ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα γιαυτούς. Κράτα τα 2/3 ή τα 4/5 ικανοποιημένα και εξαφάνισε από την επικαιρότητα τους υπόλοιπους.
Η ανάκαμψη που ποτέ δεν ήρθε
Έτσι λοιπόν όλο το πολιτικό και οικονομικό σύστημα συνέχισε να τρέχει σαν το κογιότ που μόλις πήδηξε από το γκρεμό, με την απλή λογική πως εάν αρνηθείς ότι τρέχεις στον αέρα, θα σε ξεχάσει και η βαρύτητα. Από την άνοιξη του 2009, οι μαζορέτες υπόσχονται “ανάκαμψη”. Ομπάμιας τους έδωσε το ρομαντικό όνομα Green shoots μικρά πράσινα κλωναράκια κοντά στο τέλος του χιονιά. Αλλά οι ανθισμένες μυγδαλιές δεν του έκαναν το χατίρι. Το 2010 ξεκίνησε κι αυτό ελπιδοφόρα. Μέχρι το καλοκαίρι οι γερμανοί έβλεπαν ανάπτυξη σε κάθε στατιστικό λόξιγκα που συναντούσαν και Ομπάμιας για μια ακόμη φορά ήλπιζε (είχε και εκλογές μπροστά του). Τα ΜΜΕ πανηγύριζαν σε κάθε θετικό στατιστικό που έβλεπαν, ακόμα κι αν αφορούσε τη Νέα Ζηλανδία.
Κι εντελώς απρόσμενα, παρόλη τη θετική ενέργεια που εξέπεμπαν οι μαζορέτες, οι περισσότεροι ειλικρινείς άνθρωποι ήξεραν αυτό που σας έλεγε και η μαγική μου σφαίρα ήδη από τον Ιούνιο. Πως ο μοναδικός λόγος για να πιστεύεις σε μια κάποια “ανάκαμψη” θα ήταν να διαθέτεις ένα πενταψήφιο νούμερο στο άθροισμα της γελοιότητας και του μισθού σου (τα μπόνους συμπεριλαμβάνονται).
Οι μωρές παρθένες
Καθώς όμως το όραμα της σύντομης ανάκαμψης μας τελειώνει, το ίδιο γρήγορα τελειώνει και η υπομονή του κόσμου. Όσο μεγαλύτερα στρώματα του πληθυσμού συναντούν τις συνθήκες ανασφάλειας που αντιμετώπιζαν μόνο οι φτωχοί κι οι μετανάστες μέχρι πριν από λίγα χρόνια, τόσο πιο αδιάφορο γίνεται το όραμα της ανάκαμψης. Και το μπλόκ της συναίνεσης διασπάται και χάνει δυνάμεις. Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις μικροαστικά στρώματα που ήταν υπέρμαχοι των νεοφιλελεύθερων αλλαγών να καταλαβαίνουν το αδιέξοδο και να μετατοπίζονται. Φιλήσυχοι πολίτες από φιλήσυχες χώρες να εκφράζονται δυναμικά και πλούσιες κοινωνίες του καπιταλιστικού κέντρου να νιώθουν την απόγνωση πως το πάρτι έχει τελειώσει για τα καλά.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, είναι εξίσου εντυπωσιακό να βλέπεις δύο μαζορέτες του παλιού συστήματος (εδώ για όσους δεν έχουν συνδρομή στα τσουτσέκια του μέρντοκ -thnx talos) να δηλώνουν ενυπόγραφα στο μεγαλύτερο τσουτσέκι του συστήματος (τους FT) πως, όχι μόνο πρέπει να διαγραφεί μεγάλο μέρος των χρεών των PIIGS, αλλά και να σταματήσει η πρακτική να αναλαμβάνει το κράτος να καλύπτει τα χρέη ιδιωτικών επιχειρήσεων (όπως οι τράπεζες). Ή πως η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική από μόνη της δεν οδηγεί πουθενά και χρειάζονται πολιτικές εκτός από οικονομικές λύσεις. Κι αυτά τα λένε ο πρώην υπουργός εξωτερικών και ο πρώην υπουργός οικονομικών της Γερμανίας, δύο κλασικοί σοσιαλδημοκράτες νέου τύπου δηλαδή, που κατά τη διάρκεια της υπουργίας τους, ο νεοφιλελευθερισμός χοροπήδαγε σαν το κατσίκι στα καταπράσινα λιβάδια της Χάιντι.
Η θέση τους δεν είναι μακριά από την θέση του νυν γερμανού ΥΠΟΙΚ Σόιμπλε, αλλά είναι σημαντικό πως πια εκφράζονται ανοιχτά λέξεις ταμπού, μέσα στον ίδιο τον πυρήνα του συστήματος. Πράγμα που σημαίνει πως η εμπιστοσύνη στο παλιό consensus έχει διαρραγεί για τα καλά, όχι μόνο ανάμεσα στον πρώτο και τον τρίτο κόσμο (όπως έγινε εμφανές στην Κορεάτικη μάζωξη των G20), αλλά και μέσα στον πυρήνα του πρώτου.
(ζειμπέκικο σε 9/8 για θατσερικούς σοσιαλιστές)
Από την αρχή αυτής της κρίσης, οι πολιτικοί και τα μέσα ζούνε σ’ ένα κόσμο ονειροφαντασίας. Όχι άδικα. Η κρίση ξεβράκωσε όλο το οικονομικό και πολιτικό κατασκεύασμα που o φουκογιάμα οραματίστηκε ως χεγκελικό τέλος της ιστορίας (και επι γής ειρήνη). Θα μου πείτε δεν ήταν η πρώτη φορά που η μετα-σοβιετική συναίνεση (γνωστή και ως washington consensus ή νεοφιλελευθερισμός), δείχνει τα όρια της. Η κρίση της ΝΑ Ασίας το 1997 και τα απόνερά της -κρίση χρέους στη Ρωσία ακριβώς τον επόμενο χρόνο, κατάρρευση της ΔΝΤφιλης Aργεντινής το 2001- είχαν απονομιμοποιήσει το κατασκεύασμα εδώ και πολύ καιρό στον τρίτο κόσμο. Η μόνη διαφορά της κρίσης του 2007 είναι πως ξεβράκωσε τον σκληρό πυρήνα των χωρών της Δύσης που επέβαλαν το washington consensus. Κι έτσι οι μαζορέτες του νεοφιλελευθερισμού δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα άλλο, από το να κουνάνε απεγνωσμένα τα πόν-πόν τους μήπως και στρέψουν αλλού τα βλέμματα για μερικούς μήνες ακόμα. Σήμερα πλησιάζουμε στο τέλος και αυτού του κεφαλαίου.
Βασικό μοτίβο της κρίσης που διανύουμε είναι η άρση κάθε κανόνα και βεβαιότητας που οι μαζορέτες τσίριζαν τόσα χρόνια ως μονόδρομο. Ο δυναμικός τομέας του real estate, η ατμομηχανή της ψευδο-ανάπτυξης από το 2003, συναντά τη βαρύτητα σ’ ένα βαρέλι δίχως πάτο. Ο χρηματο-οικονομικός τομέας και πολέμιος του κράτους, είναι de facto εθνικοποιημένος, όσο κι αν προσπαθούν να το κρύψουν πίσω από όμορφες λέξεις όπως “ενέσεις ρευστότητας”, “Ταμεία χρηματοπιστωτικής σταθερότητας” και άλλα οργουελιανά. Το μοντέλο της παγκοσμιοποίησης (του εμπορίου) και της εκμετάλλευσης των χαμηλών ημερομισθίων στον τρίτο κόσμο (ονομάζεται και αρμπιτράζ μισθών), βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού με τις χώρες παραγωγούς να πλημμυρίζονται από ανεπιθύμητα φρεκοτυπωμένα δολάρια και τις χώρες καταναλωτές να μην μπορούν πια να απορροφήσουν την προσφορά αγαθών.
Κι ενώ ο κόσμος όπως τον γνωρίζαμε καταρρέει καθημερινά γύρω μας, σοσιαλιστικές μαζορέτες της τάξης Ντομινίκ, ΓΑΠ και Γκόρντον Μπράουν συνεχίζουν να μας λιβανίζουν με τις ίδιες “λύσεις”. Από την άλλη πλευρά, βλοσυρές δεξιές μαριονέτες κουνάνε το δάκτυλο απειλητικά εννοώντας “σας τα λέγαμε” εμείς, λες και δεν κάναμε τόσα χρόνια αυτά που μας λέγανε. Αλλά όχι, είναι εμφανές πως για τα δεινά που περνάμε, δεν φταίει ο πολύς νεοφιλελευθερισμός, φταίει ο πολύ λίγος νεοφιλελευθερισμός. Κι αν εντείνουμε τις προσπάθειές μας θα τα καταφέρουμε (στην επόμενη ζωή).
Μαζορέτες, εναντίον βαρύτητας
Μέσα σε όλο αυτό το χάος, αντιμετωπίζουμε το βασικό ερώτημα: Στα πλαίσια που υπάρχουν διαφόρων ειδών νομιμοποιητικές διαδικασίες στη δύση, για ποιό λόγο δεν τους έχουμε στείλει όλους αυτούς στα σπίτια τους ή ακόμα καλύτερα στη φυλακή; Για ποιο λόγο ακόμα και σε χώρες βαριά χτυπημένες από την κρίση όπως η Λετονία, η Ιρλανδία ή η Ελλάδα, το πολιτικό προσωπικό παραμένει προσηλωμένο στον ίδιο μονόδρομο;
Η πιο πειστική απάντηση που διαθέτω είναι η εξής: Η πιστωτική επέκταση των προηγούμενων δεκαετιών, δημιούργησε μια εντυπωσιακή δυναμική πλουτισμού -πραγματικού ή φαντασιακού- σε πολύ μεγάλα στρώματα του πληθυσμού. Ακόμα κι αν πήρες τα 2/3 σε δάνειο, η αίσθηση πως το σπίτι σου αξίζει 300.000 ευρώ είναι ισχυρό αφροδισιακό. Ακόμα κι αν έβλεπες το μπετατζή γείτονα να αγοράζει μεγαλύτερο αυτοκίνητο κάθε χρόνο, ένιωθες πως αυτός ο πλούτος είναι κοντά σου. Εάν τα κατάφερε ο γείτονας, γιατί όχι κι εγώ.
Το πάρτι τελείωσε μεν, όχι όμως και η φαντασίωση. Έτσι όταν το 2008 οι μαζορέτες είπαν, θα δώσουμε μερικά απιθανοεκατομμύρια στις τράπεζες για να μην κλείσουν, οι περισσότεροι το δέχθηκαν. Όχι απαραίτητα διότι δεν κατάλαβαν σε ποιόν πήγαινε το δωράκι, αλλά διότι πίσω από τα “μέτρα στήριξης”, κρυβόταν η υπόσχεση πως η κρίση δεν είναι τίποτ’ άλλο από ένας μικρός λόξιγκας στο δρόμο της καταναλωτικής ευτυχίας.
Για να πάρουμε ως παράδειγμα τα δικά μας, θυμηθείτε τις δηλώσεις υπουργών και τραπεζιτών πως η κρίση δεν θα ακουμπήσει την Ελλάδα (και τα 28δις ήταν απλά ένα προληπτικό μέτρο). Θυμηθείτε πως την άνοιξη του 2009, το ελληνικό κράτος έκανε εκπτώσεις στην αγορά πολυτελών αυτοκινήτων και η αντιπροσωπία της BMW όχι μόνο άδειασε, αλλά είχε και τρίμηνη ουρά παραγγελιών. Θυμηθείτε τον ΓΑΠ να υπόσχεται πως λεφτά υπάρχουν παιδιά, κλείνοντας το μάτι.
Ακόμα κι όταν η κυβέρνηση έφερε το ΔΝΤ στην Ελλάδα, η υπόσχεση παρέμεινε ίδια. Σφίξτε λίγο τα δόντια και η ανάκαμψη είναι κοντά. Το μνημόνιο, ακόμα υπόσχεται ανάπτυξη το 2012.
Το ίδιο λίγο πολύ μοτίβο ακολουθήθηκε σε όλες τις χώρες. Οι μαζορέτες έκλειναν το μάτι λέγοντας κάντε λίγο υπομονή, τόσο πλούσιοι νιώσατε μαζί μας όλα αυτά τα χρόνια. Λίγη υπομονή ακόμα και η ανάπτυξη μας περιμένει στη γωνία. Φυσικά οι φτωχοί, οι μετανάστες και διάφορα ακόμα επισφαλή κομμάτια του πληθυσμού την είχαν πολύ άσχημα έτσι κι αλλιώς, όμως η δυτική μας δημοκρατία, ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα γιαυτούς. Κράτα τα 2/3 ή τα 4/5 ικανοποιημένα και εξαφάνισε από την επικαιρότητα τους υπόλοιπους.
Η ανάκαμψη που ποτέ δεν ήρθε
Έτσι λοιπόν όλο το πολιτικό και οικονομικό σύστημα συνέχισε να τρέχει σαν το κογιότ που μόλις πήδηξε από το γκρεμό, με την απλή λογική πως εάν αρνηθείς ότι τρέχεις στον αέρα, θα σε ξεχάσει και η βαρύτητα. Από την άνοιξη του 2009, οι μαζορέτες υπόσχονται “ανάκαμψη”. Ομπάμιας τους έδωσε το ρομαντικό όνομα Green shoots μικρά πράσινα κλωναράκια κοντά στο τέλος του χιονιά. Αλλά οι ανθισμένες μυγδαλιές δεν του έκαναν το χατίρι. Το 2010 ξεκίνησε κι αυτό ελπιδοφόρα. Μέχρι το καλοκαίρι οι γερμανοί έβλεπαν ανάπτυξη σε κάθε στατιστικό λόξιγκα που συναντούσαν και Ομπάμιας για μια ακόμη φορά ήλπιζε (είχε και εκλογές μπροστά του). Τα ΜΜΕ πανηγύριζαν σε κάθε θετικό στατιστικό που έβλεπαν, ακόμα κι αν αφορούσε τη Νέα Ζηλανδία.
Κι εντελώς απρόσμενα, παρόλη τη θετική ενέργεια που εξέπεμπαν οι μαζορέτες, οι περισσότεροι ειλικρινείς άνθρωποι ήξεραν αυτό που σας έλεγε και η μαγική μου σφαίρα ήδη από τον Ιούνιο. Πως ο μοναδικός λόγος για να πιστεύεις σε μια κάποια “ανάκαμψη” θα ήταν να διαθέτεις ένα πενταψήφιο νούμερο στο άθροισμα της γελοιότητας και του μισθού σου (τα μπόνους συμπεριλαμβάνονται).
Οι μωρές παρθένες
Καθώς όμως το όραμα της σύντομης ανάκαμψης μας τελειώνει, το ίδιο γρήγορα τελειώνει και η υπομονή του κόσμου. Όσο μεγαλύτερα στρώματα του πληθυσμού συναντούν τις συνθήκες ανασφάλειας που αντιμετώπιζαν μόνο οι φτωχοί κι οι μετανάστες μέχρι πριν από λίγα χρόνια, τόσο πιο αδιάφορο γίνεται το όραμα της ανάκαμψης. Και το μπλόκ της συναίνεσης διασπάται και χάνει δυνάμεις. Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις μικροαστικά στρώματα που ήταν υπέρμαχοι των νεοφιλελεύθερων αλλαγών να καταλαβαίνουν το αδιέξοδο και να μετατοπίζονται. Φιλήσυχοι πολίτες από φιλήσυχες χώρες να εκφράζονται δυναμικά και πλούσιες κοινωνίες του καπιταλιστικού κέντρου να νιώθουν την απόγνωση πως το πάρτι έχει τελειώσει για τα καλά.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, είναι εξίσου εντυπωσιακό να βλέπεις δύο μαζορέτες του παλιού συστήματος (εδώ για όσους δεν έχουν συνδρομή στα τσουτσέκια του μέρντοκ -thnx talos) να δηλώνουν ενυπόγραφα στο μεγαλύτερο τσουτσέκι του συστήματος (τους FT) πως, όχι μόνο πρέπει να διαγραφεί μεγάλο μέρος των χρεών των PIIGS, αλλά και να σταματήσει η πρακτική να αναλαμβάνει το κράτος να καλύπτει τα χρέη ιδιωτικών επιχειρήσεων (όπως οι τράπεζες). Ή πως η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική από μόνη της δεν οδηγεί πουθενά και χρειάζονται πολιτικές εκτός από οικονομικές λύσεις. Κι αυτά τα λένε ο πρώην υπουργός εξωτερικών και ο πρώην υπουργός οικονομικών της Γερμανίας, δύο κλασικοί σοσιαλδημοκράτες νέου τύπου δηλαδή, που κατά τη διάρκεια της υπουργίας τους, ο νεοφιλελευθερισμός χοροπήδαγε σαν το κατσίκι στα καταπράσινα λιβάδια της Χάιντι.
Η θέση τους δεν είναι μακριά από την θέση του νυν γερμανού ΥΠΟΙΚ Σόιμπλε, αλλά είναι σημαντικό πως πια εκφράζονται ανοιχτά λέξεις ταμπού, μέσα στον ίδιο τον πυρήνα του συστήματος. Πράγμα που σημαίνει πως η εμπιστοσύνη στο παλιό consensus έχει διαρραγεί για τα καλά, όχι μόνο ανάμεσα στον πρώτο και τον τρίτο κόσμο (όπως έγινε εμφανές στην Κορεάτικη μάζωξη των G20), αλλά και μέσα στον πυρήνα του πρώτου.
Δεν υπάρχει λόγος να κρατάμε μεγάλο καλάθι. Δεν μπορούμε να περιμένουμε πολλά από χορτάτους σοσιαλιστές μπλερικού τύπου. Ούτε μπορούμε να περιμένουμε πως θα μετατοπιστούν τόσο, όσο ο Τσάβεζ το 2002 στη Βενεζουέλα (ο οποίος ξεκίνησε επίσης ως σοσιαλιστής του τρίτου δρόμου). Αν μη τι άλλο τα τελευταία χρόνια έχουμε μια λαμπρή παράδοση φίλων του λα(γ)ού, που μόλις πατάνε το πόδι τους στην εξουσία ξεχνάνε τις άβολες υποσχέσεις που έδιναν ως αντιπολίτευση.
Ούτε σημαίνει πως ξαφνικά όλο το σύστημα θα στραφεί προς τον σοσιαλισμό και τα συμφέροντα της μαρίδας. Αυτό που φαντασιώνομαι πως θα σημαίνει (αρχικά τουλάχιστον), είναι ότι διάφοροι παίκτες του συστήματος θα αρχίσουν να εκφράζουν διαφορετικές λύσεις και διαφορετικούς δρόμους από την πεπατημένη ΤΙΝΑ που βασιζόταν το παλιό σύστημα. Και η διακόρευση της συναίνεσης δημιουργεί χάσματα ελπίδας.
Όταν ο Ρούσβελτ εκλέχθηκε το 1932, η μεγάλη κρίση βρισκόταν ήδη στον τρίτο χρόνο της. Ήταν αυτό το μεγάλο χάσμα της ανάκαμψης που δεν ερχόταν που του επέτρεψε να δημιουργήσει την πιο ισχυρή και πολύχρονη κοινωνική συμμαχία προοδευτικών δυνάμεων στις ΗΠΑ και να προτείνει αλλαγές που ακούγονταν ως σοσιαλιστικά μιάσματα στο μεγαλύτερο μέρος των υπερασπιστών του χρεοκοπημένου συστήματος. Ο Ρούσβελτ δεν ήταν σίγουρα σοσιαλιστής και πιθανότατα ακόμα κι αν ήθελε δεν θα μπορούσε να φτιάξει ποτέ στις ΗΠΑ δημόσιους οργανισμούς σαν την TVA ( Tenessey Valey Authority) ή την Fannie Mae, αν το καπιταλιστικό σύστημα δεν είχε καταρρεύσει με τον γνωστό θεαματικό τρόπο που έχουν βιώσει γενιές και γενιές ανθρώπων.
Αν για κάτι χαίρομαι προσωπικά, είναι πως σύντομα (αν τα δαφνόφυλλα έχουν δίκιο) θα μειωθεί επιτέλους ο παραλογισμός που ζούμε τα τελευταίους μήνες. Όπου ο ΓΑΠ και η παρέα του περιφέρουν διάφορες κάρες (κάρα - 1 και 2- μεγάλη η χάρη τους) ως άγια λείψανα που θα σώσουν τις ψυχές ημών, την ίδια στιγμή που τα ίδια τα νούμερα στις κάρες, αποδεικνύουν το πόσο τελειωμένοι είμαστε.
Και πως επιτέλους θα αρχίσουμε να θέτουμε τα σωστά ερωτήματα, αντί να μιλάμε για την ανάπτυξη που θα φέρει η αύξηση των απολύσεων και η μείωση των μισθών.
ΥΓ γουάο, έγραψα κάτι οριακά θετικό μετά από τόσους μήνες; Κρατηθείτε, γιατί ένα αστροπελέκι θα πέσει να μας κάψει.
Ούτε σημαίνει πως ξαφνικά όλο το σύστημα θα στραφεί προς τον σοσιαλισμό και τα συμφέροντα της μαρίδας. Αυτό που φαντασιώνομαι πως θα σημαίνει (αρχικά τουλάχιστον), είναι ότι διάφοροι παίκτες του συστήματος θα αρχίσουν να εκφράζουν διαφορετικές λύσεις και διαφορετικούς δρόμους από την πεπατημένη ΤΙΝΑ που βασιζόταν το παλιό σύστημα. Και η διακόρευση της συναίνεσης δημιουργεί χάσματα ελπίδας.
Όταν ο Ρούσβελτ εκλέχθηκε το 1932, η μεγάλη κρίση βρισκόταν ήδη στον τρίτο χρόνο της. Ήταν αυτό το μεγάλο χάσμα της ανάκαμψης που δεν ερχόταν που του επέτρεψε να δημιουργήσει την πιο ισχυρή και πολύχρονη κοινωνική συμμαχία προοδευτικών δυνάμεων στις ΗΠΑ και να προτείνει αλλαγές που ακούγονταν ως σοσιαλιστικά μιάσματα στο μεγαλύτερο μέρος των υπερασπιστών του χρεοκοπημένου συστήματος. Ο Ρούσβελτ δεν ήταν σίγουρα σοσιαλιστής και πιθανότατα ακόμα κι αν ήθελε δεν θα μπορούσε να φτιάξει ποτέ στις ΗΠΑ δημόσιους οργανισμούς σαν την TVA ( Tenessey Valey Authority) ή την Fannie Mae, αν το καπιταλιστικό σύστημα δεν είχε καταρρεύσει με τον γνωστό θεαματικό τρόπο που έχουν βιώσει γενιές και γενιές ανθρώπων.
Αν για κάτι χαίρομαι προσωπικά, είναι πως σύντομα (αν τα δαφνόφυλλα έχουν δίκιο) θα μειωθεί επιτέλους ο παραλογισμός που ζούμε τα τελευταίους μήνες. Όπου ο ΓΑΠ και η παρέα του περιφέρουν διάφορες κάρες (κάρα - 1 και 2- μεγάλη η χάρη τους) ως άγια λείψανα που θα σώσουν τις ψυχές ημών, την ίδια στιγμή που τα ίδια τα νούμερα στις κάρες, αποδεικνύουν το πόσο τελειωμένοι είμαστε.
Και πως επιτέλους θα αρχίσουμε να θέτουμε τα σωστά ερωτήματα, αντί να μιλάμε για την ανάπτυξη που θα φέρει η αύξηση των απολύσεων και η μείωση των μισθών.
ΥΓ γουάο, έγραψα κάτι οριακά θετικό μετά από τόσους μήνες; Κρατηθείτε, γιατί ένα αστροπελέκι θα πέσει να μας κάψει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου