Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

Το Μνημόνιο είναι ανεδαφικό και ανέφικτο

(πηγή)
συνέντευξη του  
Κώστα Βεργόπουλου
στον Α. Σεβαστό
στην Κυριακάτικη Αυγή

Πού το πάνε οι ισχυρές χώρες της Ευρώπης και ιδιαίτερα η Γερμανία, που σέρνει τον χορό του ασφυκτικού οικονομικού περιορισμού των ασθενέστερων οικονομικά χωρών της Ευρώπης; Ποια συμφέροντα συγκρούονται και διακυβεύονται στις δραματικές ευρωπαϊκές εξελίξεις; Μπορεί να συνεχίσει ενιαία η ζώνη του ευρώ με τη διατήρηση του δυισμού ανάμεσα σε πλεονασματικές και ελλειμματικές χώρες - μέλη; Και η Ελλάδα πόσο μπορεί να αντέξει σε αυτές τις ασφυκτικές συνθήκες; Στα ερωτήματα αυτά και πολλά άλλα απαντά στη συνέντευξή του στην "Αυγή" ο Κ. Βεργόπουλος. 

Ποιες είναι οι συνέπειες της επιμήκυνσης της εξόφλησης του χρέους της τρόικας, που επισπεύδεται, όπως προαναγγέλθηκε με αφορμή το δάνειο στην Ιρλανδία;

Η επιμήκυνση αποτελεί έμπρακτη παραδοχή του ότι το πρόγραμμα του Μνημονίου είναι ανεδαφικό και ανέφικτο. Αυτό έπρεπε να το έχει ήδη προβάλει η ελληνική πλευρά και να έχει υιοθετήσει περισσότερο ήπια μέτρα και με μεγαλύτερο βάθος χρόνου, ώστε και οι κοινωνικές ανισότητες να μην έχουν οξυνθεί όσο σήμερα, αλλά και το αποτέλεσμα να αποβαίνει περισσότερο ρεαλιστικό. Η ελληνική κυβέρνηση είχε αποποιηθεί και καταδικάσει το ενδεχόμενο επιμήκυνσης, ενώ σήμερα το εμφανίζει ως δήθεν δική της επιτυχία. Όμως, το ότι η επιτήρηση και τα μέτρα θα διατηρηθούν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα συνεχίζει να εξασφαλίζει την κοινωνική αδικία και την οικονομική αποτυχία τους.

Η κ. Μέρκελ προωθεί τη συγκρότηση μόνιμου ευρωπαϊκού μηχανισμού με τη συμμετοχή και ιδιωτών. Δεν έχει κρύψει ότι πρόκειται για μηχανισμό τιμωρίας των απείθαρχων και όχι αλληλεγγύης. Ποια είναι τα υπέρ και τα κατά αυτής της πρότασης;

Με τη συμμετοχή ιδιωτών, δηλαδή των πιστωτών, η Μέρκελ ενδιαφέρεται να θέσει υπό τον έλεγχο των τραπεζών τη διαδικασία ενδεχόμενης πτώχευσης των υπερχρεωμένων χωρών. Δεν κοστίζει τίποτε αυτό στη Γερμανία: στην ουσία απεμπλέκει το γερμανικό κράτος από την αποζημίωση των γερμανικών τραπεζών, όμως νομιμοποιείται έτσι μηχανισμός ιδιωτικού ελέγχου των χωρών που πρόκειται να πτωχεύσουν, ώστε να μην κάνουν αυτές του κεφαλιού τους και ό,τι κάνουν να έχει εγκριθεί από τους ιδιώτες πιστωτές τους. 

Γιατί η Γερμανία επιμένει δογματικά στην τήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, παρότι αυτό ενοχοποιείται για τη διάχυση της κρίσης στη ζώνη του ευρώ;

Κύριος στόχος που αιτιολογεί την πολιτική της Γερμανίας είναι να αποφεύγει συστηματικά το κόστος σταθεροποίησης των ευάλωτων και ελλειμματικών εταίρων της στην Ευρωζωνη. Τόσο πολύ ενδιαφέρεται για να μην πληρώνει, ώστε θυσιάζει γι’ αυτόν τον σκοπό ακόμη και τα οφέλη που θα είχε από τη στήριξη των εταίρων της. Σε αυτό τον στόχο προστίθεται και το κίνητρο της Γερμανίας ως πιστώτριας χώρας, ακόμη και εις βάρος των άμεσων εμπορικών συμφερόντων της. Προτιμά πάντα να εξασφαλίζει τις πιστώσεις που χορηγεί στο εξωτερικό, ακόμη και με θυσία των εμπορικών πλεονασμάτων της. Τρίτο κίνητρο είναι ότι, με την υφεσιακή πολιτική που επιβάλλει στους εταίρους της, υποτιμάται η αξία των περιουσιακών στοιχείων τους, ώστε η ίδια να υπεισέρχεται ευκολότερα σε αυτά. Η Γερμανία θεωρεί ότι δεν υπάρχει οικονομική κρίση στην Ευρωζώνη, παρά μόνον ανησυχίες των αγορών όσον αφορά την ισοτιμία του ευρώ.

Μπορεί να συνεχίσει ενιαία η ζώνη του ευρώ με τη διατήρηση του δυισμού ανάμεσα σε πλεονασματικές και ελλειμματικές χώρες - μέλη;

Τα γερμανικά πλεονάσματα προέρχονται κατά 86% από την Ευρωζώνη, από την οποία άλλωστε προέρχονται επίσης κατά κύριο λόγο και τα ελλείμματα των ελλειμματικών χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Αυτό σημαίνει ότι η λειτουργία της ζώνης του ευρώ οδηγείται σε εκρηκτικό αδιέξοδο, εάν δεν ληφθούν μέτρα και δεν εγκατασταθούν διορθωτικοί μηχανισμοί για τις μακροοικονομικές ανισορροπίες που προκύπτουν. Ό,τι ισχύει για τις ανισορροπίες ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα, που δεν είναι διατηρήσιμες, το ίδιο και χειρότερο ισχύει για αυτές της Ευρωζώνης. Η διαιώνιση των διεθνών ανισορροπιών οδηγεί στην επιβολή ελέγχων στο διεθνές εμπόριο. Το αυτό φαινόμενο υπονομεύει την Ευρωζώνη και, αντί ολοκλήρωσης, την εξωθεί σε διάσπαση. Για την ομαλοποίηση και συνοχή της Ευρωζώνης επιβάλλεται η ΕΚΤ να χρηματοδοτεί απεριόριστα τα δημόσια χρέη των χωρών μελών και να παρεμβαίνει ως τελικός πιστωτής σε κάθε κρίση δημοσίου χρέους, ώστε να εκλείψει η δυνατότητα κερδοσκοπίας των αγορών. Η Γερμανία αντιδρά σε αυτή τη λύση επειδή φοβάται ότι θα πληρώνει τη μερίδα του λέοντος. Όμως, παραγνωρίζει ότι, εισφέροντας λεόντεια μερίδα στους μηχανισμούς συνοχής, αποκομίζει και λεόντεια οφέλη από αυτούς.

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η έξοδος της χώρας από το ευρώ είναι η μόνη προοπτική για να βγει η χώρα από την κρίση. Πώς σχολιάζετε την άποψη αυτή;

Στις σημερινές συνθήκες η έξοδος από το ευρώ θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη κρίση. Το κόστος χρηματοδότησης της οικονομίας μας θα εκτιναχθεί σε στρατοσφαιρικά ύψη, με άμεση συνέπεια την όξυνση της οικονομικής κρίσης και την δραματική επέκταση της ανεργίας. Η έξοδος από το ευρώ σήμερα δεν είναι λύση, αλλά μπορεί να προκύψει στο μέλλον από την εξέλιξη των πραγμάτων. Αυτό δεν σημαίνει ότι τότε θα είναι λύση, αλλά θα είναι διαπίστωση αποτυχίας των επιλογών τόσο του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, όσο και του ελληνικού, χωρίς όμως από την άλλη πλευρά να είναι επιτυχία του κόσμου της εργασίας, ούτε των μεσαίων τάξεων στη χώρα μας.

Οι ευρωπαϊκές εξελίξεις ολοένα και περισσότερο καθιστούν πιο επιτακτική μια νέα ρύθμιση του δημόσιου χρέους των χωρών της Ευρωζώνης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μπορεί να γίνει αυτό χωρίς να αναθεωρηθεί το Σύμφωνο Σταθερότητας; Ποιες νέες πολιτικές πρέπει να αναληφθούν; Πόσο εφικτή είναι η μείωση του χρέους;

Το δημόσιο χρέος στην Ευρωζώνη υπερβαίνει σήμερα το εθνικό εισόδημα. Αυτό σημαίνει ότι είναι σχεδόν αδύνατη η αποπληρωμή του για την πλειονότητα των χωρών της ζώνης. Η αδυναμία γίνεται βεβαιότητα, εάν ληφθεί υπόψη ότι το ΑΕΠ παύει να αυξάνεται και μάλιστα επιβραδύνεται με τα προγράμματα λιτότητας, δηλαδή περικοπής δημοσίων δαπανών, μισθών, συντάξεων και εσωτερικής ζήτησης. Το Σύμφωνο Σταθερότητος αποδεικνύεται μια «ανοησία», όπως είχε διαγνώσει ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας Ρομάνο Πρόντι. Χρειάζεται νέο Σύμφωνο, με δεσμεύσεις των χωρών όχι πάνω σε νομισματικούς δείκτες, αλλά σε αναπτυξιακούς στόχους, δηλαδή στην παραγωγή πρόσθετου εισοδήματος και δημιουργία πρόσθετων θέσεων εργασίας. Γι' αυτό χρειάζεται τόνωση των εισοδημάτων και όχι αφαίμαξη, όπως γίνεται σήμερα. Η σημερινή κρίση είναι συνέπεια της όξυνσης των εισοδηματικών ανισοτήτων τόσο στο εσωτερικό κάθε χώρας όσο και μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών και περιφερειών. Κατά συνέπεια επιβάλλεται πολιτική μεταβιβάσεων πόρων, ώστε να τονωθούν οι περιφέρειες που σήμερα υστερούν και να ενισχυθεί έτσι η κοινωνική και ευρωπαϊκή συνοχή, που είναι προϋποθέσεις για την επιτυχία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στο άμεσο μέλλον.

Έχετε μιλήσει για τον κίνδυνο να ξεσπάσει παγκόσμιος νομισματικός πόλεμος. Διαβλέπετε κάτι τέτοιο με τη σημερινή αντιπαράθεση για τις ισοτιμίες μεταξύ δολαρίου, γουάν και ευρώ; Πώς εξηγείτε τη στάση της Κίνας και του Ομπάμα;

Ο Ομπάμα επιδιώκει ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας, αλλά και της παγκόσμιας. Διατηρεί τις δημόσιες δαπάνες, τις οποίες χρηματοδοτεί ακόμη και με πρόσθετο χρήμα από την αμερικανική ομοσπονδιακή τράπεζα, δηλαδή χωρίς προσφυγή στον δημόσιο δανεισμό από το εξωτερικό. Η Κίνα ενοχλείται, επειδή διολισθαίνει έτσι η αξία του δολαρίου, στο οποίο η ίδια τοποθετεί τις αποταμιεύσεις της. Η ίδια επιδιώκει να επιβάλει την ύφεση στην Αμερική, προκειμένου να αυξηθεί η αξία των δολαρίων που διαθέτει. Ενώ ο Ομπάμα επιδιώκει αντίθετα να επιβάλει στην Κίνα την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς της, πράγμα που θα ωφελούσε τόσο την ίδια, όσο και το παγκόσμιο σύστημα. Όμως, η Κίνα προτιμά το ισχυρό δολάριο, ακόμη και με τίμημα την ύφεση των εξωτερικών αγορών της, όπως ακριβώς στην Ευρώπη η Γερμανία προτιμά το ισχυρό ευρώ, ακόμη και με τίμημα την κατάρρευση των αγορών των εταίρων της, από τους οποίους αντλεί τα πλεονάσματά της. Ο παραλογισμός είναι εμφανής, έχει όμως τη λογική του. Δεν είναι πρώτη φορά στην ιστορία που με την λογική του παραλόγου διακυβεύεται το μέλλον της ανθρωπότητας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου