Ρουμανία, Δούναβης 1994, φωτογραφία του Josef Koudelka (πηγή) |
του Γιώργη Γιατρομανωλάκη
από το Βήμα (14/11)
Ανεξάρτητα αν όντως άρχισε πάλι (;) η καρδιά των Ελλήνων να χτυπά αριστερά, η μετακίνηση των ψηφοφόρων προς την παλαιά, παραδοσιακή Αριστερά (οτιδήποτε κι αν σημαίνει πλέον αυτό), αλλά και η ταυτόχρονη νεκρανάσταση της Δεξιάς (οτιδήποτε κι αν σημαίνει πλέον και αυτό), δείχνει πως η διακηρυγμένη πολιτική «νεωτερικότητα» ενός ορμητικού αλλά αδέξιου και απρόσεκτου ΠαΣοΚ χάθηκε οριστικά, και μαζί χάθηκαν τα ανάλαφρα σοσιαλιστικά οράματα για μικρομεσαίες αλλαγές. Η πολιτική μας «πρωτοπορία» δεν άντεξε για πολύ και η επιστροφή στις παλιές, καλές και διαχρονικές κομματικές «αξίες» είναι ό,τι τελικά μας απέμεινε.
Η αλήθεια είναι πως αυτή τη θλιβερή οπισθοχώρηση επιτάχυνε, σε μεγάλο βαθμό, το τρικέφαλο τέρας που ακούει στο όνομα Τρόικα. Ομως ακόμη και χωρίς αυτήν, όπως δείχνει ο μεταπολιτευτικός κοινοβουλευτικός βίος, τα πράγματα δεν θα ήταν διαφορετικά: ούτε ορθολογισμό ούτε τόλμη και αρετή διαθέτουμε για να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τη χρόνια πολιτική εσωστρέφεια και διαφθορά, ή για να απαλλαγούμε από κομματικές θρησκοληψίες και παθογένειες. Υπό αυτή την έννοια, η υποτιθέμενη στροφή προς τα αριστερά στην ουσία δεν σημαίνει τίποτε. Επιβεβαιώνει απλώς ένα ανακυκλούμενο πολιτικό άλλοθι. Γι΄ αυτό το «κακό» δεν είναι ότι επανέρχεται η «συντήρηση» και η «Δεξιά», ή ότι μεταλλάχθηκε ξαφνικά το ΠαΣοΚ: το κακό είναι ότι η Αριστερά, αυτή η ultima spes, εξακολουθεί να βρίσκεται εγκλωβισμένη σε ιδέες και πρακτικές που η ιστορία έχει δείξει με τρόπο δραματικό πόσο λανθασμένες και εγκληματικές υπήρξαν. Το κακό είναι ότι η ελληνική Αριστερά παραμένει δέσμια σ΄ έναν στείρο δογματισμό, ανάβει λαμπάδες, θυμιάζει και αναπέμπει ύμνους σε είδωλα που έχουν ήδη πέσει και συντριβεί.
Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι γιατί στρέφονται κάποιοι κάποτε προς τα αριστερά. Το ερώτημα έχει να κάνει με την ουσία της ελληνικής Αριστεράς, ποια δηλαδή είναι η Αριστερά προς την οποία καταφεύγουμε ως πιστοί ώρες πολιτικής κρίσης, όπως σήμερα. Ποια είναι και τι θέλει η σημερινή Αριστερά, εννοώ ποιο είναι και τι θέλει το κομματικό κατεστημένο που διαχειρίζεται και ποδηγετεί μόνιμους πιστούς μαζί με εποχικούς κατηχούμενους; Οι απαντήσεις που δίνουν με περισσή βεβαιότητα οι κήρυκές της είναι πολύ απλές και συχνότατα παντελώς απλοϊκές. Κυρίως είναι εξωπραγματικές, σχεδόν, θα έλεγε κάποιος, θεολογικού και μεσσιανικού τύπου. Προφανώς η πολιτική και οικονομική πραγματικότητα είναι τόσο ζοφερή, τα οικονομικά και πολιτικά σκάνδαλα είναι τόσο προφανή, ώστε όλοι μπορούμε να καταγγέλνουμε και να καταδικάζουμε. Αλλά ο ρόλος της Αριστεράς δεν νομίζω πως πρέπει να εξαντλείται σε καταγγελίες, διακηρύξεις ή κομπασμούς για τα ανεβασμένα ποσοστά της.
Τριάντα πέντε χρόνια η αγωνία και το μέλημα της παραδοσιακής και μη Αριστεράς είναι αν θα μπει στη Βουλή ή αν θα ανέβουν τα ποσοστά κατά μία ή δύο μονάδες. Αλλά αν αυτό είναι το ζητούμενο, ποιο είναι το συνολικό όφελος αν ύστερα από άλλα τριάντα πέντε χρόνια τα ποσοστά ανέβουν κατά μία ή δύο μονάδες; Υπηρετείται έτσι το δημόσιο συμφέρον, εκπληρώνεται το καθήκον της Αριστεράς; Η Αριστερά (αυτό τέλος πάντων που αποκαλείται Αριστερά στην Ελλάδα) έχει τεράστια ευθύνη για τα όσα συμβαίνουν χρόνια στην πολιτική ζωή του τόπου. Για να μείνουμε εκεί. Οχι για αυτά που δεν μπορούσε να κάνει, αλλά για όσα έπρεπε να κάνει και ενώ μπορούσε δεν τόλμησε να κάνει. Το κέρδος που αποκομίζει κάποτε-κάποτε η Αριστερά από τα ανεβασμένα ποσοστά δεν αφορά τους πολίτες, αριστερούς η μη. Αφορά μόνο το Κόμμα. Το αληθινό κέρδος της Αριστεράς, που θα μοιραζόμαστε όλοι, θα ήταν ο προοδευτικός και ριζοσπαστικός λόγος της. Η φιλελεύθερη πειθώ, η πολιτική ανιδιοτέλεια. Να το θέσουμε κι αλλιώς και χωρίς περιστροφές: το μείζον και κατ΄ εξακολούθηση σφάλμα (για να μην πούμε έγκλημα) της σημερινής Αριστεράς, παραδοσιακής και μη, είναι ότι επιμένει να στέκεται φοβική και περίτρομη μπροστά στα γκρεμισμένα είδωλα.
Ο Τ.Η. Ηuxley έχει πει ότι «οι χειρότερες δυσκολίες του ανθρώπου αρχίζουν από τη στιγμή που μπορεί να κάνει ό,τι θέλει». Η ελληνική Αριστερά μπορεί να λέει και να κάνει ό,τι θέλει. Αλλά ακριβώς αυτή η ελευθερία είναι που τη φοβίζει. Προτιμά έτσι την πεπατημένη, τα μεγάλα λόγια, τις φτηνές, ανέξοδες διακηρύξεις, την εσωστρέφεια, που κάποτε φτάνει στα όρια του πολιτικού μαζοχισμού κτλ. Γι΄ αυτό και κάποιοι από εμάς ανάβουμε πού και πού και κανένα κεράκι στο Είδωλο. Και χαιρόμαστε που κι εμείς πήραμε μέρος σε αυτή τη σεμνή κυριακάτικη τελετή.
- Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι ομότιμος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου