Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010

Ευρωπαϊσμός ή διεθνισμός;

σκίτσο του Andy Davey από το βιβλίο
"Η γελοιογραφία στην Ευρώπη των 27"
του Στάθη Κουβελάκη 
από την Εποχή

Υπάρχουν φορές που οι διαφωνίες δεν αφορούν τόσο τις απαντήσεις που δίνονται σε ένα ερώτημα αλλά το ίδιο το ερώτημα. Κάτι παρόμοιο πιστεύω ότι συμβαίνει με την περίπτωση του φίλου και συντρόφου Τάκη Μαστρογιαννόπουλου (ΤΜ) στο άρθρο του με τίτλο «Οι εθνικές και διεθνείς πλευρές της κοινωνικής ανατροπής» («Εποχή», 7 Νοεμβρίου 2010). Απαντώντας σε προηγούμενο κείμενό μου στα «Ενθέματα» («Αυγή», 10 Οκτώβρη 2010), ο ΤΜ αναφέρει ως «φλέγοντα και επίδικα ζητήματα της συγκυρίας», το «μεταβατικό πρόγραμμα, τη στάση πληρωμών και την έξοδο από το ευρώ», και, τέλος, το «ιδιαίτερα σημαντικό» θέμα της «σχέσης του εθνικού με το διεθνές». Και διευκρινίζει αμέσως ότι «εξάλλου με αυτό το τελευταίο θα ασχοληθώ». Μπορούμε όμως να έχουμε σήμερα, εντός της Αριστεράς, μια πολιτική, και όχι αφηρημένα ακαδημαϊκή, συζήτηση για τη σχέση του εθνικού με το διεθνές, χωρίς να δίνουμε κεντρική θέση ακριβώς σ’ αυτά τα «φλέγοντα και επίδικα ζητήματα της συγκυρίας», όπως τα χαρακτηρίζει ο ΤΜ, που είναι το χρέος, ο ρόλος της ΕΕ, η λειτουργία της ευρωζώνης;

Ας μιλήσουμε για την ιστορία...

Καταρχάς, ο ΤΜ φαίνεται να πιστεύει πως ναι, και αφιερώνει τα δύο τρίτα του κειμένου του σε μια ιστορική αναδρομή για να στηρίξει την προφανή, κατά τη γνώμη μου, θέση ότι οι επαναστατικές (αλλά και οι αντίστροφες αντεπαναστατικές) περίοδοι των νεώτερων χρόνων είχαν πάντα μια διεθνή διάσταση. Καταρχάς ευρωπαϊκή, το 19ο αιώνα, και όλο και πιο παγκόσμια τον 20ό. Έτσι, λοιπόν, γράφει ο ΤΜ, «η ανυπαρξία ευρωπαϊκού λαού, ουδόλως εμπόδισε την ευρωπαϊκή επανάσταση να εμφανιστεί, κατά περιόδους». Ούτε, μπορούμε να προσθέσουμε, η ανυπαρξία «παγκόσμιου λαού» εμπόδισε, το 1968, «ένα παλιρροϊκό κύμα», σύμφωνα με τα λόγια του ΤΜ, να «συγκλονίσει όχι μόνο την Ευρώπη αλλά και τον κόσμο ολόκληρο».

Ο διεθνής χαρακτήρας των επαναστατικών δυναμικών δεν σημαίνει ότι τα υποκείμενά τους είναι ενιαία σε διεθνές επίπεδο, δηλαδή «υπερεθνικά», με την αυστηρή έννοια του όρου. Σημαίνει όμως ότι στην ταξική πάλη το εθνικό επίπεδο αρθρώνεται με το διεθνές. Η διατύπωση των Μαρξ και Ενγκελς στο «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» επί του θέματος είναι η γνωστή διάκριση μεταξύ «μορφής» και «περιεχομένου»: «Ο αγώνας του προλεταριάτου ενάντια στην αστική τάξη, αν κι όχι στο περιεχόμενο, είναι στη μορφή καταρχάς εθνικός. Το προλεταριάτο κάθε χώρας πρέπει φυσικά πριν απ’ όλα να τελειώσει με τη δική του αστική τάξη». Και παρόλο τον προφητικό τρόπο με τον οποίο το «Μανιφέστο» αναγγέλλει την έλευση της «παγκόσμιας αγοράς», τη συνακόλουθη «εκμηδένιση των εθνικών βιομηχανιών» και την «ολόπλευρη αλληλεξάρτηση των εθνών», στο καθαυτό πολιτικό επίπεδο, η εθνική «μορφή» της πάλης του προλεταριάτου κρίνεται ως καθοριστικής στρατηγικής σημασίας: «το προλεταριάτο, υποχρεωμένο καταρχάς να κατακτήσει την πολιτική εξουσία, να εξυψωθεί σε εθνική τάξη, να συγκροτηθεί το ίδιο σε έθνος, είναι κι αυτό το ίδιο εθνικό, αν και καθόλου με την έννοια της αστικής τάξης».

Αν, λοιπόν, η προοπτική της επανάστασης είναι διεθνής, η επαναστατική κρίση και το κεντρικό της επίδικο, δηλαδή η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας, κρίνονται σε εθνικό επίπεδο. Για να το πούμε διαφορετικά, το εθνικό επίπεδο δεν αντιπαρατίθεται αλλά αποτελεί, αντίθετα, την αναγκαία διαμεσολάβηση για την ανάπτυξη του διεθνούς περιεχομένου της ταξικής πάλης. Γι' αυτό και χωρίς όντως την παραμικρή «εθνική μονομέρεια ή στενά εθνικό προσανατολισμό», όπως ορθά επισημαίνει ο ΤΜ, οι Μαρξ και Ενγκελς είχαν συγκεκριμένες εθνικές στρατηγικές και θέσεις, αρχίζοντας από την ίδια τους τη χώρα. Στο Μανιφέστο δηλώνουν ότι «οι κομμουνιστές στρέφουν κυρίως την προσοχή τους στη Γερμανία», και θα υποστηρίξουν με πάθος, καθόλη τη διάρκεια της επανάστασης του 1848, αλλά και σε όλη την υπόλοιπη ζωή τους, την εθνική ενοποίηση της Γερμανίας, το πρώτο από τα 17 αιτήματα που διατυπώνει η Ένωση των Κομμουνιστών αμέσως μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης του Μάρτη στο Βερολίνο. Εξάλλου, όταν ο επιτιθέμενος Βοναπάρτης ο Τρίτος αρχίζει το γαλλο-πρωσικό πόλεμο του 1870, οι Μαρξ και Ενγκελς θα πάρουν το μέρος της Πρωσίας, όσο η Πρωσία βρίσκεται σε αμυντική θέση και οι εχθροπραξίες διεξάγονται στο έδαφός της. Κάτι που θα τους οδηγήσει σε (προσωρινή) διακοπή των σχέσεών τους με τους Γάλλους σοσιαλιστές, και σε μόνιμη ρήξη με τον Μπακούνιν, που ασταμάτητα τους κατηγορεί για «γερμανικό εθνικισμό» και «παγγερμανισμό».

… αλλά και για την ταμπακιέρα


Δεν νομίζω ότι υπάρχει διαφωνία σε αυτά τα σημεία με τον ΤΜ, ο οποίος εξάλλου δέχεται τον καθοριστικό ρόλο του εθνικού επιπέδου στη διαμόρφωση των ταξικών συσχετισμών, αν και εισάγει μια ισχυρή δόση απροσδιοριστίας όταν προσθέτει ότι «η εκτεταμένη καπιταλιστική διεθνοποίηση απαιτεί όλο και περισσότερο διεθνείς λύσεις». Μήπως μ’ αυτό εννοεί, όπως ας πούμε ο Τόνι Νέγκρι και οι ιδεολόγοι της ονομαζόμενης «παγκοσμιοποίησης», ότι η διεθνοποίηση του κεφαλαίου καταργεί το ρόλο των εθνικών κρατών; Η συζήτηση αυτή έχει, θαρρώ, ήδη γίνει και σίγουρα μπορούμε να τη συνεχίσουμε, αλλά δεν είδα να διατυπώνει κάποιο σχετικό επιχείρημα. Μήπως τότε εννοεί ότι ειδικά στην Ευρώπη, λόγω ΕΕ, έχει αρχίσει μια υπέρβαση του κράτους-έθνους; Ούτε τέτοιο επιχείρημα κατάφερα να βρω στο κείμενό του, και επιπλέον θα ερχόταν σε αντίφαση με την ιστορική του θεώρηση, που δεν διακατέχεται από παρόμοιο ευρωκεντρισμό, εφόσον τονίζει τον εντεινόμενο διεθνή και παγκόσμιο χαρακτήρα των επαναστατικών κυμάτων.

Το ερώτημα που τίθεται τότε, είναι σε τι αναφέρεται ακριβώς ο ΤΜ, όταν καταλογίζει σε «μια σειρά θεωρητικά και πολιτικά στελέχη της κομμουνιστικής και ριζοσπαστικής αριστεράς», χωρίς να τα κατονομάζει, ότι ερωτοτροπούν με το «σοσιαλισμό σε μια μόνη χώρα», το σταλινισμό, και τον «οικονομικό ρεαλισμό». Υποθέτω (αλλιώς γιατί να τα γράφει ως απάντηση σε κείμενό μου;) ότι αναφέρεται σε αυτά που απέφυγε επιμελώς να συζητήσει στο υπόλοιπο άρθρο του, δηλαδή στην άποψη για μονομερή στάση πληρωμών και έξοδο από το ευρώ. Περιέργως, όμως, εδώ η κριτική του συγκλίνει με αυτή των αδιαμφισβήτητων εγχώριων οπαδών του σταλινισμού και του «σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα», που αποκρούουν μετά βδελυγμίας αυτήν πρόταση ως «διαχειριστική», «κεϊνσιανή» και «ανάχωμα» στη «λαϊκή εξουσία» που πρεσβεύουν οι ίδιοι και που θα τα λύσει όλα.

Ακόμη πιο περίεργο ίσως είναι ότι οι μοναδικές υπολογίσιμες δυνάμεις που έχουν διακηρύξει την ανάγκη της νέας διεθνούς στην οποία καταλήγει ο ΤΜ (ας μου επιτραπεί να επισημάνω ότι εδώ έχω προηγηθεί, όπως δείχνει η συνέντευξη που έδωσα στο «Πριν» στις 17 Σεπτέμβρη), αρχίζοντας από τη Βενεζουέλα του Τσάβες, και σύσσωμη σχεδόν τη λατινοαμερικάνικη ριζοσπαστική αριστερά, είναι πρωτοπόροι υποστηρικτές της μονομερούς στάσης πληρωμών και της ανάκτησης των εργαλείων για εθνικά ανεξάρτητη οικονομική πολιτική, προωθώντας ταυτόχρονα τη συνεργασία και την ολοκλήρωση του νότιου κώνου της ηπείρου σε αντινεοφιλελεύθερες βάσεις. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο κινείται και το διεθνές δίκτυο για την κατάργηση του χρέους του Τρίτου Κόσμου (CADTM), με επικεφαλής το στέλεχος της 4ης Διεθνούς Ερίκ Τουσέν, που θεωρεί ότι έφθασε η στιγμή για μια δημιουργική μεταφορά της λατινοαμερικάνικης εμπειρίας στην Ευρώπη. Αλλά και τάσεις του τροτσκιστικού χώρου κινούνται πλέον σ’ αυτό το πλαίσιο, όπως φαίνεται από το σημαντικό κείμενο του θεωρητικού και ηγετικού στελέχους του βρεταννικού SWP Αλεξ Καλλίνικου στο τελευταίου τεύχος του κομματικού περιοδικού International Socialism Journal1. Κάνοντας εκτενείς αναφορές στη δουλειά του Κώστα Λαπαβίτσα και στην ελληνική περίπτωση, ο Καλλίνικος επιχειρηματολογεί υπέρ της μονομερούς στάσης πληρωμών και της εξόδου από την ευρωζώνη, αντικρούοντας λεπτομερώς την άποψη ότι τέτοια αιτήματα είναι «εθνικιστικά».

Γιατί, άραγε, όλοι αυτοί οι κατά τα άλλα αποκλίνοντες σε πλήθος θέματα αριστεροί να συγκλίνουν ακριβώς σε αυτήν την ατζέντα; Ίσως γιατί καταλαβαίνουν κάτι που ένα κομμάτι της ελληνικής αριστεράς αρνείται με επιμονή να δει: ότι η ΕΕ και η ευρωζώνη είναι μηχανισμοί στυγνής εκμετάλλευσης και κυριαρχίας των ισχυρών επί των πιο αδύναμων. Ότι, κατά συνέπεια, η ρήξη μ’ αυτούς αποτελεί ταυτόχρονα αναγκαίο στοιχείο της αριστερής εθνικής στρατηγικής και διεθνιστικό καθήκον. Ή ευρωπαϊσμός ή διεθνισμός, η ελληνική ριζοσπαστική αριστερά καλείται όλο και πιο πιεστικά να επιλέξει.


Σημείωση:
1. Βλέπε http://www.isj.org.uk/index.php4?id=678&issue=128

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου