1945: Αρχή της πυρηνικής εποχής 2011: Αρχή της εποχής μετά την πυρηνική Σκίτσο του Chappatte (Le Temps, Ελβετία, πηγή) |
από την
Κυριακάτικη Αυγή
Όταν ρίχτηκαν οι ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, η Δύση και ιδίως οι ΗΠΑ έζησαν μια σύντομη στιγμή θριάμβου. Η αμερικανική επιστήμη και στρατιωτική ικανότητα είχαν φέρει τη νίκη χωρίς να απαιτηθεί μια μακρά, αιματηρή εκστρατεία για την κατάκτηση της ιαπωνικής ενδοχώρας. Την επίσημη αφήγηση αμφισβήτησαν αργότερα αρκετοί έγκυροι ιστορικοί επισημαίνοντας ότι η Ιαπωνία ήταν ήδη έτοιμη να συνθηκολογήσει και πως η αμερικανική κυβέρνηση εξαπέλυσε τις επιθέσεις προκειμένου να πείσει τη Σοβιετική Ένωση για τη στρατιωτική υπεροπλία της.
Όποια όμως ιστορική ερμηνεία και αν επιλέξει κανείς, η φρίκη και ατιμία αυτών των επιθέσεων παραμένει αδιαμφισβήτητη. Η χρήση ατομικών βομβών σε πυκνοκατοικημένα αστικά κέντρα αποτελεί μέχρι σήμερα τη μεγαλύτερη αυτοτελή πράξη κρατικής τρομοκρατίας και, αν είχε πραγματοποιηθεί από τους ηττημένους του πολέμου, σίγουρα οι δράστες θα είχαν τιμωρηθεί και το συγκεκριμένο όπλο θα είχε απαγορευτεί διά παντός.
Η Ιστορία όμως δίνει στους νικητές αρκετό περιθώριο να διαμορφώνουν το μέλλον σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, άλλοτε για καλό, άλλοτε για κακό.
Μετά τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι αρκετοί ηγέτες και σημαντικές προσωπικότητες εξέφρασαν την ανησυχία τους για το μέλλον. Πολλοί ηγέτες της Δύσης μιλούσαν για την ανάγκη πυρηνικού αφοπλισμού ως τη μοναδική διέξοδο σε έναν πόλεμο που θα κατέστρεφε τον βιομηχανικό πολιτισμό. Εκείνοι που επικράτησαν όμως ήταν οι πολεμοχαρείς ρεαλιστές, που υποστήριζαν ότι μόνο η ισορροπία δυνάμεων μπορούσε να αποτρέψει τον πόλεμο και την καταστροφή.
Η νέα ισορροπία ονομάστηκε "αποτροπή" και εξελίχθηκε σε ένα επικίνδυνο δόγμα ασφάλειας που έμεινε γνωστό ως "εγγυημένη αμοιβαία καταστροφή". Τα πυρηνικά όπλα έγιναν ο κανόνας και οι μνήμες της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι εξορίστηκαν.
Το πόσο ακλόνητη ήταν η πυρηνική εποχή αποδείχτηκε και μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, όταν, σύμφωνα με αρκετές έγκυρες αναφορές, η αμερικανική κυβέρνηση άσκησε διπλωματικές πιέσεις για να αποθαρρύνει κάθε ρωσική πρωτοβουλία για αφοπλισμό η οποία θα εξέθετε την προσκόλληση των ΗΠΑ στα πυρηνικά όπλα. Η προσκόλληση αυτή διατηρείται μέχρι σήμερα, τη συμμερίζονται όλες οι χώρες που κατέχουν πυρηνικά όπλα και συνοδεύεται από το καθεστώς μη διάδοσης, που υποκριτικά αντιμετωπίζει ως εγκληματίες τρίτες χώρες που επιθυμούν να αποκτήσουν τα όπλα αυτά (με εξαίρεση το Ισραήλ).
Αυτό είναι επομένως το δίδαγμα που ισχύει μέχρι τις μέρες μας: το σοκ των ατομικών επιθέσεων εξασθενεί, αναστέλλεται από την επιστροφή στα συνηθισμένα, κάτι που προετοιμάζει τις συνθήκες για την επανάληψη σε ακόμη μεγαλύτερη κλίμακα θανάτου και καταστροφής.
Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να εξετάσουμε την κολοσσιαία τραγωδία που εκτυλίσσεται σήμερα στην Ιαπωνία. Ήταν μια τραγωδία που ξεκίνησε από μια φυσική καταστροφή πέρα από κάθε ανθρώπινη πρόβλεψη και έλεγχο. Ένας σεισμός 9 Ρίχτερ προκάλεσε ένα τσουνάμι 20 μέτρων που σάρωσε τις ακτές σε βάθος έξι χιλιομέτρων.
Τη φυσική αυτή καταστροφή συμπληρώνει τώρα η πυρηνική της διάσταση, η πλήρης έκταση της οποίας δεν είναι ακόμα γνωστή. Εκτός από τις κατανοητές προσπάθειες της κυβέρνησης να μην προκαλέσει ένα κύμα πανικού, υπάρχει ένα έλλειμμα αξιοπιστίας που βασίζεται κυρίως στο ιστορικό της ιαπωνικής πυρηνικής βιομηχανίας, που στο παρελθόν προσπάθησε να ελαχιστοποιήσει τις επιπτώσεις του σεισμού του 2007 στα εργοστάσιά της λέγοντας ψέματα για το εύρος της καταστροφής στους αντιδραστήρες.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το διπλό χτύπημα του σεισμού και του τσουνάμι ευθύνεται για τεράστιες καταστροφές. Όμως το συνολικό κόστος αυξάνεται γεωμετρικά από την φαουστική συμφωνία της πυρηνικής ενέργειας, οι κίνδυνοι της οποίας είναι ευρέως γνωστοί εδώ και πολλά χρόνια. Και είναι οι ίδιοι άπληστοι κυνηγοί του κέρδους εκείνοι που πάντοτε ελαχιστοποιούν τους κινδύνους είτε στον Κόλπο του Μεξικού είτε στη Φουκουσίμα είτε στη Γουόλ Στριτ και την ώρα της καταστροφής αγωνίζονται να ρίξουν την ευθύνη στα ίδια τα θύματα.
Ας ελπίσουμε ότι δεν θα υπάρξει πυρηνική σύμπτυξη σε κάποιον από τους αντιδραστήρες της Φουκουσίμα. Ακόμη όμως και αν αυτό δεν συμβεί, οι επιπτώσεις από τη διαρροή ραδιενέργειας μπορεί να είναι εφιαλτικές. Γνωρίζουμε σήμερα ότι μόνο στην ασιατική ήπειρο κατασκευάζονται ή σχεδιάζονται περίπου 3.000 νέοι πυρηνικοί αντιδραστήρες. Και γνωρίζουμε ότι η πυρηνική ενέργεια διαφημίζεται εδώ και χρόνια ως η λύση για τις ενεργειακές ανάγκες του μέλλοντος, η διέξοδος στις κλιματικές αλλαγές και ο τρόπος απεξάρτησης από το πετρέλαιο.
Η πυρηνική βιομηχανία θα ισχυρίζεται πάντοτε ότι γνωρίζει πώς να κατασκευάζει ασφαλείς αντιδραστήρες που θα αντέχουν "αδύνατα" πλήγματα όπως αυτό της Ιαπωνίας. Και γνωρίζουμε πως οι κυβερνήσεις θα αντιμετωπίσουν ισχυρές πιέσεις να ανανεώσουν τη φαουστική συμφωνία με την πυρηνική βιομηχανία παρότι ορισμένα πράγματα έχουν γίνει σαφή από το 1945: η τεχνολογία αυτή είναι εξαιρετικά ανελέητη και φονική για να διαχειρίζεται από ανθρώπινους θεσμούς, ακόμη και αν εκείνοι λειτουργούσαν πράγματι με υπευθυνότητα.
Είναι παραφροσύνη να επιμένουμε. Δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα φτάσουμε κάποτε στο σημείο να ελέγχουμε τις αγριότητες της φύσης, που μάλιστα φαίνεται να εντείνονται από την άρνησή μας να λάβουμε υπεύθυνα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών αεριών τα οποία ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Μπορούμε όμως να μάθουμε να ζούμε μέσα σε κάποια συνετά όρια, ακόμη και αν αυτό σημαίνει έναν τρόπο ζωής που θα χαρακτηρίζεται από λιγότερη υλική αφθονία.
Ας ελπίσουμε ότι η καταστροφή στην Ιαπωνία θα αφυπνήσει τους ανθρώπους για τους κινδύνους που κρύβει η υπερσύγχρονη εποχή, ώστε να προκύψει μια πολιτική των ορίων που θα αμφισβητεί την επικρατούσα πολιτική της απεριόριστης ανάπτυξης. Αυτό βέβαια συνεπάγεται και την αποκήρυξη της νεοφιλελεύθερης κοσμοθεωρίας και τη στροφή σε ένα μοντέλο οικονομίας που θα έχει επίκεντρο τις ανθρώπινες ανάγκες και όχι τα περιθώρια κέρδους και την επάρκεια κεφαλαίων. Είναι ένας δύσκολος δρόμος, αλλά δύσκολος είναι και ο φονικός ρεαλισμός της πυρηνικής ενέργειας, είτε αφορά όπλα είτε αντιδραστήρες.
Όταν ρίχτηκαν οι ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, η Δύση και ιδίως οι ΗΠΑ έζησαν μια σύντομη στιγμή θριάμβου. Η αμερικανική επιστήμη και στρατιωτική ικανότητα είχαν φέρει τη νίκη χωρίς να απαιτηθεί μια μακρά, αιματηρή εκστρατεία για την κατάκτηση της ιαπωνικής ενδοχώρας. Την επίσημη αφήγηση αμφισβήτησαν αργότερα αρκετοί έγκυροι ιστορικοί επισημαίνοντας ότι η Ιαπωνία ήταν ήδη έτοιμη να συνθηκολογήσει και πως η αμερικανική κυβέρνηση εξαπέλυσε τις επιθέσεις προκειμένου να πείσει τη Σοβιετική Ένωση για τη στρατιωτική υπεροπλία της.
Όποια όμως ιστορική ερμηνεία και αν επιλέξει κανείς, η φρίκη και ατιμία αυτών των επιθέσεων παραμένει αδιαμφισβήτητη. Η χρήση ατομικών βομβών σε πυκνοκατοικημένα αστικά κέντρα αποτελεί μέχρι σήμερα τη μεγαλύτερη αυτοτελή πράξη κρατικής τρομοκρατίας και, αν είχε πραγματοποιηθεί από τους ηττημένους του πολέμου, σίγουρα οι δράστες θα είχαν τιμωρηθεί και το συγκεκριμένο όπλο θα είχε απαγορευτεί διά παντός.
Η Ιστορία όμως δίνει στους νικητές αρκετό περιθώριο να διαμορφώνουν το μέλλον σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, άλλοτε για καλό, άλλοτε για κακό.
Μετά τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι αρκετοί ηγέτες και σημαντικές προσωπικότητες εξέφρασαν την ανησυχία τους για το μέλλον. Πολλοί ηγέτες της Δύσης μιλούσαν για την ανάγκη πυρηνικού αφοπλισμού ως τη μοναδική διέξοδο σε έναν πόλεμο που θα κατέστρεφε τον βιομηχανικό πολιτισμό. Εκείνοι που επικράτησαν όμως ήταν οι πολεμοχαρείς ρεαλιστές, που υποστήριζαν ότι μόνο η ισορροπία δυνάμεων μπορούσε να αποτρέψει τον πόλεμο και την καταστροφή.
Η νέα ισορροπία ονομάστηκε "αποτροπή" και εξελίχθηκε σε ένα επικίνδυνο δόγμα ασφάλειας που έμεινε γνωστό ως "εγγυημένη αμοιβαία καταστροφή". Τα πυρηνικά όπλα έγιναν ο κανόνας και οι μνήμες της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι εξορίστηκαν.
Το πόσο ακλόνητη ήταν η πυρηνική εποχή αποδείχτηκε και μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, όταν, σύμφωνα με αρκετές έγκυρες αναφορές, η αμερικανική κυβέρνηση άσκησε διπλωματικές πιέσεις για να αποθαρρύνει κάθε ρωσική πρωτοβουλία για αφοπλισμό η οποία θα εξέθετε την προσκόλληση των ΗΠΑ στα πυρηνικά όπλα. Η προσκόλληση αυτή διατηρείται μέχρι σήμερα, τη συμμερίζονται όλες οι χώρες που κατέχουν πυρηνικά όπλα και συνοδεύεται από το καθεστώς μη διάδοσης, που υποκριτικά αντιμετωπίζει ως εγκληματίες τρίτες χώρες που επιθυμούν να αποκτήσουν τα όπλα αυτά (με εξαίρεση το Ισραήλ).
Αυτό είναι επομένως το δίδαγμα που ισχύει μέχρι τις μέρες μας: το σοκ των ατομικών επιθέσεων εξασθενεί, αναστέλλεται από την επιστροφή στα συνηθισμένα, κάτι που προετοιμάζει τις συνθήκες για την επανάληψη σε ακόμη μεγαλύτερη κλίμακα θανάτου και καταστροφής.
Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να εξετάσουμε την κολοσσιαία τραγωδία που εκτυλίσσεται σήμερα στην Ιαπωνία. Ήταν μια τραγωδία που ξεκίνησε από μια φυσική καταστροφή πέρα από κάθε ανθρώπινη πρόβλεψη και έλεγχο. Ένας σεισμός 9 Ρίχτερ προκάλεσε ένα τσουνάμι 20 μέτρων που σάρωσε τις ακτές σε βάθος έξι χιλιομέτρων.
Τη φυσική αυτή καταστροφή συμπληρώνει τώρα η πυρηνική της διάσταση, η πλήρης έκταση της οποίας δεν είναι ακόμα γνωστή. Εκτός από τις κατανοητές προσπάθειες της κυβέρνησης να μην προκαλέσει ένα κύμα πανικού, υπάρχει ένα έλλειμμα αξιοπιστίας που βασίζεται κυρίως στο ιστορικό της ιαπωνικής πυρηνικής βιομηχανίας, που στο παρελθόν προσπάθησε να ελαχιστοποιήσει τις επιπτώσεις του σεισμού του 2007 στα εργοστάσιά της λέγοντας ψέματα για το εύρος της καταστροφής στους αντιδραστήρες.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το διπλό χτύπημα του σεισμού και του τσουνάμι ευθύνεται για τεράστιες καταστροφές. Όμως το συνολικό κόστος αυξάνεται γεωμετρικά από την φαουστική συμφωνία της πυρηνικής ενέργειας, οι κίνδυνοι της οποίας είναι ευρέως γνωστοί εδώ και πολλά χρόνια. Και είναι οι ίδιοι άπληστοι κυνηγοί του κέρδους εκείνοι που πάντοτε ελαχιστοποιούν τους κινδύνους είτε στον Κόλπο του Μεξικού είτε στη Φουκουσίμα είτε στη Γουόλ Στριτ και την ώρα της καταστροφής αγωνίζονται να ρίξουν την ευθύνη στα ίδια τα θύματα.
Ας ελπίσουμε ότι δεν θα υπάρξει πυρηνική σύμπτυξη σε κάποιον από τους αντιδραστήρες της Φουκουσίμα. Ακόμη όμως και αν αυτό δεν συμβεί, οι επιπτώσεις από τη διαρροή ραδιενέργειας μπορεί να είναι εφιαλτικές. Γνωρίζουμε σήμερα ότι μόνο στην ασιατική ήπειρο κατασκευάζονται ή σχεδιάζονται περίπου 3.000 νέοι πυρηνικοί αντιδραστήρες. Και γνωρίζουμε ότι η πυρηνική ενέργεια διαφημίζεται εδώ και χρόνια ως η λύση για τις ενεργειακές ανάγκες του μέλλοντος, η διέξοδος στις κλιματικές αλλαγές και ο τρόπος απεξάρτησης από το πετρέλαιο.
Η πυρηνική βιομηχανία θα ισχυρίζεται πάντοτε ότι γνωρίζει πώς να κατασκευάζει ασφαλείς αντιδραστήρες που θα αντέχουν "αδύνατα" πλήγματα όπως αυτό της Ιαπωνίας. Και γνωρίζουμε πως οι κυβερνήσεις θα αντιμετωπίσουν ισχυρές πιέσεις να ανανεώσουν τη φαουστική συμφωνία με την πυρηνική βιομηχανία παρότι ορισμένα πράγματα έχουν γίνει σαφή από το 1945: η τεχνολογία αυτή είναι εξαιρετικά ανελέητη και φονική για να διαχειρίζεται από ανθρώπινους θεσμούς, ακόμη και αν εκείνοι λειτουργούσαν πράγματι με υπευθυνότητα.
Είναι παραφροσύνη να επιμένουμε. Δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα φτάσουμε κάποτε στο σημείο να ελέγχουμε τις αγριότητες της φύσης, που μάλιστα φαίνεται να εντείνονται από την άρνησή μας να λάβουμε υπεύθυνα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών αεριών τα οποία ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Μπορούμε όμως να μάθουμε να ζούμε μέσα σε κάποια συνετά όρια, ακόμη και αν αυτό σημαίνει έναν τρόπο ζωής που θα χαρακτηρίζεται από λιγότερη υλική αφθονία.
Ας ελπίσουμε ότι η καταστροφή στην Ιαπωνία θα αφυπνήσει τους ανθρώπους για τους κινδύνους που κρύβει η υπερσύγχρονη εποχή, ώστε να προκύψει μια πολιτική των ορίων που θα αμφισβητεί την επικρατούσα πολιτική της απεριόριστης ανάπτυξης. Αυτό βέβαια συνεπάγεται και την αποκήρυξη της νεοφιλελεύθερης κοσμοθεωρίας και τη στροφή σε ένα μοντέλο οικονομίας που θα έχει επίκεντρο τις ανθρώπινες ανάγκες και όχι τα περιθώρια κέρδους και την επάρκεια κεφαλαίων. Είναι ένας δύσκολος δρόμος, αλλά δύσκολος είναι και ο φονικός ρεαλισμός της πυρηνικής ενέργειας, είτε αφορά όπλα είτε αντιδραστήρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου