Ρενέ Μαγκρίτ, Το διπλό μυστικό 1927 |
από τα Ενθέματα
Αν το Νόμπελ του Χριστόφορου Πισσαρίδη κρινόταν από το άρθρο «Προτάσεις για μια νέα αναπτυξιακή στρατηγική», που μαζί με άλλους έγραψε στην Καθημερινή, και του το έδιναν, αυτό θα ήταν ισχυρός λόγος για αμφισβητήσει κανείς το κύρος του βραβείου, και μαζί μ’ αυτουνού και το κύρος του νομπελίστα Στίγκλιτς, τον οποίο ο πρωθυπουργός μας έχει ανακηρύξει σύμβουλό του. Γιατί το χαρακτηριστικό αυτού του άρθρου δεν ήταν οι «ακραίες» προτάσεις, όπως έγραψε η Ελίζα Παπαδάκη στα «Ενθέματα» της 17ης Οκτωβρίου, αλλά η ασχετοσύνη. Παραδείγματος χάριν, όταν γράφει ότι οι υπάλληλοι του Δημοσίου πρέπει να μειωθούν στις 700.000, όσοι δηλαδή βρέθηκαν να είναι όλοι οι παντοιοτρόπως μισθοδοτούμενοι από το δημόσιο, δεν μπορούμε να τον πάρουμε στα σοβαρά. Διότι στο καφενείο δικαιολογείται να αναμασάς τα περί 1.100.000 δημοσίων υπαλλήλων, έστω και τόσο σύντομα μετά την απογραφή –το μόνο που σε απειλεί εκεί είναι η καζούρα–, όχι όμως όταν διεκδικείς ακαδημαϊκό κύρος.
Ούτε δικαιολογείται να υπόσχεσαι πως, αν μειωθούν οι φόροι επί των κερδών στο 10%, «όπως στην Κύπρο», η Ελλάδα σε 10 χρόνια θα έχει τη «ζηλευτή» ευημερία της Ολλανδίας. Βλέπεις, η Ολλανδία οικοδόμησε την ευημερία της με σχετικά υψηλή φορολογία — 62% ανώτατο συντελεστή για τα φυσικά πρόσωπα και 35% για τις Ανώνυμες Εταιρείες, συν 25% για τα διανεμόμενα. Ακόμα και τώρα, μετά την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού και τις μειώσεις των άμεσων φόρων, η φορολογία εκεί είναι σημαντικά υψηλότερη από της Ελλάδας.
Ωστόσο, από ένα άρθρο σε εφημερίδα δεν μπορούμε να κρίνουμε τη θεωρητική επίδοση για την οποία ο Πισσαρίδης βραβεύτηκε, και η Ελίζα Παπαδάκη έχει από αυτή την άποψη δίκιο να επικρίνει όσους επικριτές περιορίστηκαν σε αυτού του είδους την εύκολη κριτική του «συμπατριώτη μας», όπως λέει — αν κι εγώ είχα την εντύπωση πως δεν τα καταφέραμε όταν πήγαμε να προσαρτήσουμε την Κύπρο. Το δίκιο της θα ήταν μεγαλύτερο, αν αναρωτιόταν για ποιον λόγο ο Πισσαρίδης και οι άλλοι διακινδυνεύουν το ακαδημαϊκό τους κύρος γράφοντας τέτοιου είδους ανοησίες σαν το άρθρο στην Καθημερινή, κι επίσης αν το σημείωμά της δεν περιείχε ορισμένες ανακρίβειες. Δεν είναι αλήθεια, π.χ., ότι η νεοκλασική θεωρία της ισορροπίας στην αγορά εργασίας κυριαρχούσε μέχρι τη δεκαετία του 1970. Ήδη από τον Ότ, βέβαια και πιο πριν, από τον Κέυνς, κι ακόμα πρωτύτερα, πριν εμφανιστούν οι νεοκλασικοί, από τον Μάλθους, είχαμε μάθει ότι στις αγορές επικρατεί ανισορροπία και αδιαφάνεια — αυτό μάλιστα τις χαρακτηρίζει. Ακόμα, η υψηλή ανεργία στη μεταπολεμική Ελλάδα δεν ήταν εξαίρεση στην Ευρώπη, όπως υπαινίσσεται η Ε.Π. –δες π.χ. τις εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες από την Ιταλία–, ούτε πριν από την πρόσφατη κρίση οι ευρωπαϊκές χώρες είχαν καταγράψει πλήρη απασχόληση.
Η δικαιολογία, ας πούμε, για τις αλλαγές στη γερμανική αγορά εργασίας (που θεμελιώθηκαν θεωρητικά με τη θεωρία της αναζήτησης, για την οποία βραβεύτηκαν οι Ντάιμοντ, Μόρτενσεν και Πισσαρίδης ή NMP, όπως αποκαλούν το θεωρητικό τους υπόδειγμα), της περίφημης «Ατζέντα 2010» της κυβέρνησης Σοσιαλδημοκρατών/Πράσινων, ήταν η υψηλή ανεργία. Η πολιτική αυτή απέτυχε παταγωδώς, και η αποτυχία ήταν μια από τις βασικές αιτίες της ήττας τους στις εκλογές. Εξάλλου, μεγάλο μέρος της μείωσης της ανεργίας σε ευρωπαϊκές χώρες οφείλεται σε στατιστική λαθροχειρία. Το τμήμα εργατικής πολιτικής του κόμματος της Αριστεράς στη Γερμανία ανακοίνωσε την περασμένη Πέμπτη –παραθέτοντας μάλιστα και τις κατηγορίες ανέργων που εξαιρέθηκαν– ότι το Ομοσπονδιακό Ίδρυμα Εργασίας απέκρυψε κοντά 1,1 εκατομμύρια ανέργους, προκειμένου να εμφανίσει αριθμό ανέργων μικρότερο των 3 εκατομμυρίων. Σημειωτέον ότι τμήμα αυτής της (προφανώς αναξιόπιστης) κρατικής υπηρεσίας είναι και το ΙΑΒ, τη μαρτυρία του διευθυντή του οποίου υπέρ των βραβευμένων αναφέρει η Ελίζα Παπαδάκη.
Η θεωρία της αναζήτησης βασίζεται στην παλιά διαπίστωση του Μπέβεριτζ ότι, εκτός από τη συγκυριακή ανεργία του οικονομικού κύκλου, υπάρχει η ανεργία τριβής (που δεν είναι απολύτως σωστό, γιατί υπάρχει και η μόνιμη ανεργία: η πλήρης απασχόληση είναι μια εξαιρετική περίπτωση στον καπιταλισμό). Ακόμα δηλαδή, έλεγε ο Μπέβεριτζ, και αν οι θέσεις εργασίας είναι ίσες με όσους ζητούν δουλειά ή και περισσότερες, δεν καλύπτονται διότι η αναζήτηση και από τις δύο πλευρές (καπιταλιστή και μισθωτό) χρειάζεται χρόνο· ιδιαίτερα από την πλευρά του μισθωτού χρειάζεται και προσαρμογή, τόσο γεωγραφική όσο και ως προς τις δεξιότητες και γνώσεις, αλλά και ως προς την αμοιβή. Η θεωρία των NMP θέλει να εξηγήσει τους παράγοντες που καθορίζουν τις αποκλίσεις και να προτείνει τρόπους για την ελαχιστοποίησή αυτών των αποκλίσεων. Εμπειρικά δεν έχει αποδείξει την ισχύ της. Αναπόδεικτο μένει το συμπέρασμα, που το αναφέρει η Σουηδική Ακαδημία στην αιτιολογία της βράβευσης, ότι υψηλές αποζημιώσεις ανεργίας επιμηκύνουν τη φάση αναζήτησης εργασίας (επειδή οι άνεργοι αναζητούν αμοιβές αισθητά υψηλότερες από την αποζημίωση).
Στη Δανία, ας πούμε, χώρα με ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό αναπλήρωσης του εισοδήματος των ανέργων, η μακροχρόνια ανεργία είναι χαμηλότερη από της Ελλάδας με την εξευτελιστικά χαμηλή αποζημίωση του ΟΑΕΔ. Στη Γερμανία, αντίθετα, όπου με επιμέλεια εφαρμόζονται μέθοδοι από τη θεωρία της αναζήτησης, η ανεργία μακράς διάρκειας έχει εγκατασταθεί πια μόνιμα. Αυτά όμως δεν είναι αποδείξεις ότι η θεωρία είναι εσφαλμένη. Για κάθε περίπτωση μπορούν να βρεθούν αιτίες και ιδιαιτερότητες που την εξηγούν, κι εν πάση περιπτώσει η συζήτηση θα είναι άγονη. Ακόμα και η εργασία του Ρόμπερτ Σίμερ στο American Economic Review, ο οποίος στα μέσα της δεκαετίας του 1990 εφάρμοσε τα υποδείγματα των τωρινών βραβευμένων στην αγορά εργασίας των ΗΠΑ και διαπίστωσε ότι δεν μπορούν να εξηγήσουν απολύτως τίποτα, δεν είναι επαρκής απόδειξη κατά της θεωρίας — όμως όλα αυτά μαζί θα έπρεπε να μας βάλουν σε σκέψεις.
Κατά τη γνώμη μου, οι τρεις νομπελίστες έκαναν την τρίχα τριχιά και έβγαλαν λαγό. Η ανεργία τριβής είναι υπαρκτό φαινόμενο, όχι όμως μαζικό. Η ανεργία που (παρά τα απίστευτα γιουροπίαν στατίστικς των τελευταίων δεκαετιών) έχει πια μόνιμα εγκατασταθεί στην Ευρώπη, έχει άλλα αίτια και χρειάζεται άλλους τρόπους για να καταπολεμηθεί. Η δυσκολία να πληρωθούν κενές θέσεις εργασίας αφορά περισσότερο τις επιχειρήσεις, οι οποίες δεν είναι πλέον διατεθειμένες να δαπανήσουν χρόνο και χρήμα για να σχεδιάσουν τις ανάγκες τους και να εκπαιδεύσουν το προσωπικό που χρειάζονται, όπως έκαναν παλιότερα στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό, και λιγότερο τους πολλούς ανέργους. Αυτή είναι η τρίχα που έγινε τριχιά. Ο λαγός, τώρα, βρέθηκε στο ότι η συγκέντρωση της προσοχής στην ανεργία τριβής δίνει επιχειρήματα για την αποχή του κράτους από την αληθινή άσκηση πολιτικής απασχόλησης, για τη μείωση της αποζημίωσης ανεργίας και για την πίεση προς τους ανέργους να δέχονται κάθε δουλειά με κάθε μισθό και με οποιεσδήποτε συνθήκες.
Τα έργα των βραβευθέντων τα ξέρω από δεύτερο χέρι. Δεν είμαι λοιπόν αρμόδιος για την αναγκαία πλήρη παρουσίαση και κριτική της θεωρίας της αναζήτησης στην αγορά εργασίας (αλλά και σε άλλα πεδία, όπως στα ακίνητα, στη νομισματική πολιτική, στον οικογενειακό σχεδιασμό, λέει η Ακαδημία που τους βράβευσε, κάποιοι ισχυρίζονται ότι εφαρμόζεται ακόμα και στα συνοικέσια) που ανέπτυξαν οι βραβευθέντες. Έχουμε κάμποσους και κάμποσες που ασχολούνται επαγγελματικά με τα οικονομικά της εργασίας και καλό θα ήταν να πάρουνε το λάπτοπ και να μας διαφωτίσουν περισσότερο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου