(πηγή) |
του Νίκου Κιάου
από την Ελευθεροτυπία
από την Ελευθεροτυπία
Τι γίνεται με την ακροδεξιά στη χώρα μας και σε άλλες χώρες της Ευρώπης; Αλλού δημοσκοπικά κι αλλού και εκλογικά σημειώνει άνοδο.
Το επισήμανε το περασμένο Σάββατο ο Χάρης Γολέμης, διευθυντής του Ινστιτούτου «Νίκος Πουλαντζάς», στο διεθνές συνέδριο που οργάνωσαν στην Αθήνα το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, ο Συνασπισμός, το Δίκτυο Transform και το Ινστιτούτο. Το θέμα του συνεδρίου ήταν «Δημόσιο χρέος και πολιτικές λιτότητας στην Ευρώπη.Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Αριστεράς». Ωστόσο μέσα στην κρίση δείχνει να εμφανίζεται και το φαινόμενο αυτό, της ανόδου της ακροδεξιάς.
Εντυπωσιακή είναι η εικόνα που δίνουν οι δημοσκοπήσεις στη Γαλλία εν όψει των προεδρικών εκλογών. Η Μαρίν Λεπέν, κόρη του Ζαν-Μαρί Λεπέν, εμφανίζεται είτε να προηγείται με 23% είτε να περνάει οπωσδήποτε στο δεύτερο γύρο υποσκελίζοντας τον Νικολά Σαρκοζί. Ανοδο δείχνουν οι ακροδεξιοί και σε Φινλανδία, Αυστρία, Δανία, Σλοβακία, Ολλανδία, ενώ στην Ουγγαρία βρίσκονται στην κυβέρνηση, μετά την περιπέτεια της χώρας με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο από την προηγούμενη κυβέρνηση. Στην Ιταλία συμπλέουν με τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι και στην Ισπανία, χωρίς ξεχωριστή δική τους πολιτική έκφραση, κινούνται μέσα στο πλαίσιο του Λαϊκού Κόμματος (Φρανκιστές κ.λπ.), το οποίο δημοσκοπικά βρίσκεται μπροστά από τους Σοσιαλιστές, που κυβερνούν.
Στην Ελλάδα οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν άνοδο και του ΛΑΟΣ και της αποδοχής του αρχηγού του από την κοινή γνώμη ως δημοφιλέστερου αρχηγού.
Πέρα από τα δημοσκοπικά λάθη, τα οποία είναι πιθανόν να υπάρχουν, και πέρα από το ότι οι δημοσκοπήσεις μπορεί να δίνουν εικόνα της στιγμής και των συγκυριών, έχει ιδιαίτερη σημασία να δούμε πώς συμπεριφέρονται οι άλλες πολιτικές δυνάμεις και πρωτίστως τα δύο μεγαλύτερα κόμματα: το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. Και τα δύο δεν «τραβάνε», βρίσκονται σε πτώση και κυρίως το κυβερνών κόμμα. Σε πτώση βρίσκονται και οι αρχηγοί τους, πρωτίστως ο πρωθυπουργός. Κι αν για το ΠΑΣΟΚ αυτά είναι αναμενόμενα, παρά τη στήριξη που είχε από ΜΜΕ, κυρίως τηλεοπτικά και μάλιστα τα ιδιωτικά, τα οποία είχαν υιοθετήσει την κυβερνητική συνταγή για την πολιτική και τα μέτρα «σκληρά αλλά αναγκαία», «αναπόφευκτα» κ.λπ., για τη Ν.Δ. τα πράγματα είνα επίσης δύσκολα, καθώς δεν δείχνει να επωφελείται από τις απώλειες του ΠΑΣΟΚ. Η αξιοπιστία του πρωθυπουργού συνεχώς πέφτει αλλά και ο αρχηγός της Ν.Δ. δεν φαίνεται να πείθει.
Η Ν.Δ. προφανώς δείχνει να στριμώχνεται από την εικόνα του ΛΑΟΣ και επιδίδεται σε αγώνα διαγκωνισμού σε ευαίσθητα στην κοινή γνώμη θέματα, όπως οι μετανάστες, σε λαϊκισμούς, προσδοκώντας να σημειώσει κέρδη από τις κυβερνητικές παλινωδίες, ασχέτως του ότι και η ίδια αλλά και το ΠΑΣΟΚ δεν έχουν πολιτική στο συγκεκριμένο θέμα και με τον τρόπο τους καλλιεργούν την ξενοφοβία και ουσιαστικά το ρατσισμό.
Η κυβέρνηση και το ΠΑΣΟΚ φαίνεται ότι βολεύονται να δημιουργείται ανάχωμα με τον ΛΑΟΣ στις απώλειές τους προς τη Ν.Δ. Είναι μια συνταγή που δεν έχει μόνο ελληνική πατέντα, καθώς έχει ακολουθηθεί και στη Γαλλία, όχι μόνο στο παρελθόν, αλλά και σήμερα με τα αντίστοιχα σχήματα των Σοσιαλιστών, της Δεξιάς και της ακροδεξιάς. Στη χώρα μας κατά τις τελευταίες περιφερειακές και δημοτικές εκλογές σημειώθηκαν προσεγγίσεις και κοινή στήριξη μεταξύ υποψηφίων ΠΑΣΟΚ και ΛΑΟΣ. Ενδεικτική όσο και καίρια ήταν η περίπτωση στην Πελοπόννησο του Π. Τατούλη, αλλά και σε δήμους είχαμε φαινόμενα στήριξης υποψηφίων του ΠΑΣΟΚ από οργανώσεις ή στελέχη του ΛΑΟΣ.
Στην κεντρική πολιτική σκηνή προβάλλει η ψήφιση του Μνημονίου από το ΛΑΟΣ. Είναι γνωστή η επιμονή και επιδίωξη του αρχηγού του από το παρελθόν να γίνει αποδεκτός στο «σύστημα», να θεωρηθεί ισότιμος συνομιλητής, πράγμα που είχε αρνηθεί ο προκάτοχος του σημερινού πρωθυπουργού, ο Κ. Καραμανλής. Η ευκαιρία του Μνημονίου δεν πήγε χαμένη. Αλλωστε, αυτό είναι μέσα στο πλαίσιο της ιδεολογίας του νεοφιλελευθερισμού και της οικονομίας της αγοράς, της ανεξέλεγκτης αγοράς, πολιτική την οποία ακολουθούν παντού οι ακροδεξιοί. Τα εθνικοπατριωτικά είναι ανέξοδα, ενώ ο νεοφιλελευθερισμός συμβαδίζει με την πολιτική του περιορισμού δημοκρατικών δικαιωμάτων, κατακτήσεων και της ξενοφοβίας. Αλλωστε, η «τάξη κι ασφάλεια» καλλιεργήθηκε και στο παρελθόν και βρήκε ανταπόκριση στα μικροαστικά αντανακλαστικά.
Ολα αυτά συνθέτουν την αόριστη, νεφελώδη και πολιτικά επικίνδυνη επίκληση του «εθνικού συμφέροντος». Ποιος καθορίζει αυτό το συμφέρον και τι σημαίνει ο «εθνικός» προσδιορισμός του.
Πρόσφατη είναι και η σύμπλευση στη Βουλή. Την περασμένη Παρασκευή ο αρχηγός του ΛΑΟΣ υπερακόντισε λέγοντας: «Οταν ο πρωθυπουργός βρίσκεται στην Ευρώπη σε εθνική αποστολή για να σωθεί η χώρα, πρέπει κάποιοι να το βουλώνουν». Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, συγχαίροντας προφανώς τον προλαλήσαντα, απάντησε ότι «τέτοιες δύσκολες στιγμές επιτάσσουν να συνταχθούμε με το καλώς εννοούμενο συμφέρον της χώρας». Φυσικά δεν εξήγησε αν θεωρεί ότι υπάρχει και κακώς εννοούμενο συμφέρον, ποιοι το καλλιεργούν και το επιδιώκουν. Ισως δεν χρειάστηκε, καθώς ως τυπικά δεύτερος στην κυβερνητική ιεραρχία έχει εκφραστεί κατ' επανάληψη πώς βλέπει την Αριστερά...
Το ενδιαφέρον όμως βρίσκεται και στα θετικά σχόλια που εισπράττει ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ για τη στάση του απέναντι στην κυβερνητική πολιτική και από ΜΜΕ, όπως π.χ. από το διευθυντή της «Καθημερινής».
Ενα επιτυχημένο διαφημιστικό σήμα λέει «τυχαίο; δεν νομίζω». Φυσικά στην πολιτική το τυχαίο είναι πολύ περιορισμένο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου